Στις φλόγες ενός πολέμου που δεν σταμάτησε ποτέ από το 2014 ζουν χιλιάδες κάτοικοι στις Λαϊκές Δημοκρατίες του Ντονέτσκ και Λουγκάνσκ. Τι πραγματικά συμβαίνει στο Ντονμπάς.
Πριν από αρκετά χρόνια, το Ντονμπάς, δηλαδή η ευρύτερη περιφέρεια που συγκροτείται από Ντονιέτσκ και Λουγκάνσκ με τα αμέτρητα ανθρακωρυχεία και μεταλλουργικές βιομηχανίες, είχε έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα αναπτυσσόμενης περιοχής, με ένα συνονθύλευμα λαών να κατοικεί στα εδάφη του.
Σύμφωνα με τους υποστηρικτές της Σοβιετικής Ένωσης, θεωρούνταν μεγάλο προνόμιο να εργάζεται κάποιος εκεί και να απολαμβάνει τις αυξημένες απολαβές της εργασίας του.
Μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ στην περιοχή επικρατούσε ειρήνη, ωστόσο το τοπίο άλλαξε κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων εκεί τα τελευταία οκτώ χρόνια.
Χιλιάδες άμαχοι σκοτώθηκαν, έπειτα από βομβαρδισμούς και ένοπλες επιθέσεις, ενώ δεκάδες χιλιάδες πήραν τον δρόμο της προσφυγιάς.
Μετά το 2014 γεννήθηκαν παιδιά στο Ντονμπάς που δεν έχουν ζήσει σε συνθήκες ειρηνικής ζωής, αυτό που όλοι εμείς έχουμε ως δεδομένο στα σύγχρονα κράτη.
Τις πολεμικές ιστορίες της περιοχής ξετυλίγει η Έλενα Καλίνινα, επιχειρηματίας που ζει στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στον Βόλο, αλλά έχει καταγωγή από την Περιφέρεια του Λουγκάνσκ.
Ειδικότερα γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Αλτσέβσκ που, αν και ήταν ένα από τα μεγαλύτερα βιομηχανικά κέντρα στο Ντονμπάς, τα τελευταία χρόνια έχει χτυπηθεί από τη μανία των Ουκρανών νεοναζί.
Σε διαρκή επαφή με την οικογένεια της, τους φίλους της, όσο αυτό είναι δυνατό από τις κατεστραμμένες επικοινωνίες, εισπράττει μόνο μια απάντηση: «Δεν θα εγκαταλείψουμε τα σπίτια μας».
«Οι βομβαρδισμοί δεν έχουν σταματήσει ούτε μια στιγμή από το 2014, αλλά επιδεινώθηκαν το τελευταίο διάστημα. Οι Ουκρανοί έχουν εξοπλιστεί με πιο ισχυρά όπλα με την πάροδο των ετών ενώ χρησιμοποιούν και οπλικά συστήματα που είχαν απαγορευτεί. Καταπατούν διαρκώς τη συμφωνία του Μινσκ. Στα σύνορα χρησιμοποιούν σοβιετικούς πυραύλους, ικανούς να αφανίσουν μια ολόκληρη πόλη» εξηγεί.
Αυτό που είναι λιγότερο γνωστό, όπως υπενθυμίζει, είναι ότι πριν από οκτώ χρόνια περίπου με ποσοστό της τάξεως του 96% οι κάτοικοι είχαν ψηφίσει υπέρ της ανεξαρτησίας τους από την Ουκρανία, κάτι που η Ρωσία αναγνώρισε πριν από μερικές ημέρες.
«Η κίνηση για την ανεξαρτησία δεν έγινε τυχαία ούτε χωρίς λόγο. Μέχρι πριν από μερικά χρόνια ήταν αδιανόητο η χώρα σου, η Ουκρανία να σε πολεμάει, να σου στέλνει στρατό και βαρέα όπλα, όπως πυραύλους, με σκοπό τον αφανισμό σου. Ήταν αδιανόητο να σου κόψει το νερό, το ρεύμα και τη σύνταξη. Όλα αυτά όμως έγιναν τελικά και τα έκαναν οι Ουκρανοί».
Χωρίς συντάξεις
Στην αρχή το ουκρανικό κράτος πλήρωνε τις συντάξεις των περιοχών που αυτονομήθηκαν.
«Η μητέρα μου πέρασε από χωράφι ναρκοπέδιο για να πάρει τη σύνταξή της. Στη συνέχεια πέρασε με βάρκα από τον ποταμό Σεβέρσκι Ντονέτς, αφού δεν υπήρχε δρόμος χωρίς νάρκη. Σε κάποιες περιπτώσεις οι Ουκρανοί βομβάρδισαν τις βάρκες. Προέβησαν σε απίστευτες βιαιοπραγίες σε βάρος των ανθρώπων που σήμερα υποστηρίζουν ότι είναι ο λαός τους».
Στη συνέχεια το Κίεβο ξεκίνησε να κόβει τις συντάξεις σε κατοίκους των περιοχών που αυτονομήθηκαν. Το ίδιο συνέβη και στη μητέρα της.
«Οι Ουκρανοί ζητούσαν από τους κατοίκους να μένουν στα ελεγχόμενα από αυτούς εδάφη αν ήθελαν να πληρωθούν οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων και οι συντάξεις τους. “Εφόσον μένετε στα εδάφη των αυτονομιστών είστε και εσείς τρομοκράτες άρα δεν πληρώνεστε”, ήταν το μήνυμά τους».
Πλέον οι συντάξεις αποτελούν εγγύηση των λαϊκών δημοκρατιών. «Εκτιμούμε ότι η Ρωσία έχει δώσει κάποια χρήματα για μισθούς και συντάξεις καθώς το ρούβλι έχει υιοθετηθεί τα τελευταία χρόνια στις συναλλαγές, διότι δεν ήταν δυνατό να χρησιμοποιηθεί το τοπικό νόμισμα».
Χωρίς νερό, ρεύμα και τηλέφωνο
Όπως εξηγεί, στο Αλτσέβσκ της περιφέρειας του Λουγκάνσκ έχουν υδροδότηση ανά δύο μέρες.
«Τα τελευταία πέντε χρόνια έχουν νερό μέρα παρά μέρα, που δεν είναι πόσιμο και κάθε σπίτι προμηθεύεται εμφιαλωμένο. Τα μπουκάλια στοιβάζονται, ενώ γεμίζουν κατσαρόλες. Το ρεύμα κόβεται συνεχώς ενώ η Ουκρανία τους έκοψε το τηλεφωνικό δίκτυο. Οι κάτοικοι εξυπηρετούνται από μια ”λαθραία” τηλεφωνική γραμμή και η επικοινωνία γίνεται με μεγάλη δυσκολία, ενώ το ίντερνετ είναι πολύ κακής ποιότητας».
Σύμφωνα με τα όσα μας εξηγεί, οι 4 στους 10 κατοίκους έχουν ελληνικές ρίζες. Όσοι αισθάνονται Έλληνες κατοικούν σε δικές τους συνοικίες και χωριά.
«Υποφέρουν ακόμα περισσότερο επειδή βρίσκονται στη γραμμή των εχθροπραξιών. Οικογένειες χωρίστηκαν ειδικά μετά το ξέσπασμα του πολέμου και κατά περιπτώσεις έχουν κάποια χρόνια να βρεθούν. Στα χωριά της Μαριούπολης που ελέγχονται από τους Ουκρανούς ο κόσμος δεν χαμογελάει. Δεν μιλάει επειδή φοβάται για τη ζωή του. Μετά τον θάνατο και τον τραυματισμό ομογενών κάποιος υποστήριξε τη Ρωσία και του έκαναν προσαγωγή. Μοιάζει με μια χούντα».
«Αφού επιζήσαμε από τα γεγονότα του 2014, όταν κανείς δεν μιλούσε για εμάς, θα τα καταφέρουμε και σήμερα» της λέει μια φίλη της. Οι κάτοικοι στον περίγυρό της έχουν εναποθέσει τις ελπίδες τους στη Ρωσία ειδικά μετά την πρόσφατη αναγνώριση της ανεξαρτησίας τους.
«Υπάρχει μεγάλος φόβος για μεγαλύτερη βαναυσότητα των Ουκρανών ενώ αναμένονται τα ρωσικά στρατεύματα στην περιοχή. Όμως η αίσθηση που επικρατεί είναι ότι οι Ρώσοι δεν θα αφήσουν τους Ουκρανούς να πειράξουν πλέον αυτούς τους πληθυσμούς».
Πηγή: sputniknews