Αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια των μνημονίων και πλέον κι στην υπόλοιπη υφήλιο είναι αυτό που οι οικονομολόγοι αποκαλούν «επιβράδυνση του χρήματος». Το φαινόμενο επιτείνεται στην παγκόσμια οικονομία με την πανδημία και έχει να κάνει κυρίως με την υπερσυγκέντρωση του χρήματος στα χέρια λίγων (το 1% σύμφωνα με το παγκόσμιο κίνημα που διεκδικεί δικαιώματα για το υπόλοιπο 99!) και τον αφανισμό σταδιακά της μεσαίας τάξης. Επιβράδυνση του χρήματος σημαίνει με ένα παράδειγμα, ότι ο μεσαίος πελάτης δεν θα δώσει πουρμπουάρ στο σερβιτόρο, γιατί δεν του περισσεύουν, αυτός θα χρησιμοποιήσει το αστικό για να επιστρέψει σπίτι του, αντί να πάρει ταξί, αν είχε βγάλει ένα καλό ποσό από τα φιλοδωρήματα. Ο ταξιτζής αφού θα κάνει λιγότερες κούρσες δεν θα βάλει βενζίνη στο πρατήριο καυσίμων και ο βενζινάς δεν θα καταναλώσει για ψώνια και πάει λέγοντας στον κύκλο κυκλοφορίας του χρήματος …
Η επιβράδυνση του χρήματος παρατηρείται στη χώρα μας από το 2010 και μετά, επιδεινώθηκε το 2011 κι το 2012 αλλά και το 2015 και πλέον επανέρχεται από το Μάρτιο του 2020 και ακόμη περισσότερο μετά το δίμηνο lock down…
Η κυβέρνηση και το οικονομικό της επιτελείο λειτουργώντας χωρίς συγκεκριμένο σχέδιο και ενδίδοντας στη λογική του πολιτικού κόστους και της επικοινωνίας έδωσε κατευθύνσεις τα πενιχρά της χρηματοδοτικά της εργαλεία να κατευθυνθούν σε μεγάλες επιχειρήσεις υπό τον φόβο ομαδικών απολύσεων, αποστερώντας όμως από τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας που είναι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, πολύτιμη ρευστότητα και οδηγώντας τις σε οικονομική ασφυξία. Δίνοντας μέσω της επιστρεπτέας προκαταβολής ή του ΤΕΠΙΧ οι τράπεζες για παράδειγμα χαμηλότοκα δάνεια ύψους 20 εκατομμυρίων ευρώ σε μία επιχείρηση με 500 εργαζόμενους, αποστέρησαν το ποσό αυτό από 1000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις των 5 εργαζομένων που θα λάμβαναν 20.000 ευρώ για να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν στις τρέχουσες οικονομικές υποχρεώσεις, άρα έφεραν σε δυσμενή θέση και 5000 εργαζόμενους σε αυτές , αποστερώντας τους πολύτιμη καταναλωτική δύναμη… Το σημαντικότερο όλων βέβαια, είναι το γεγονός ότι τα κριτήρια βιωσιμότητας που έθεσαν οι τράπεζες, ήταν τόσο υψηλό ώστε τελικά τα χαμηλότοκα δάνεια κατέληξαν και σε επιχειρήσεις που διέθεταν ρευστότητα και κατέφυγαν στα χρηματοδοτικά αυτά μέσα θεωρώντας απλά ότι έτσι ενισχύουν τη θέση τους στον ανταγωνισμό. Έτσι θα μου πείτε λειτουργεί ο καπιταλισμός… Και ερχόμαστε στο άλλο μεγάλο θέμα που ενέσκηψε στη διαχείριση της κρίσης στην πανδημία. Οι εύρωστες οικονομικά χώρες της Ευρώπης αλλά και οι ΗΠΑ με το ξεκίνημα του lock down έδωσαν εφάπαξ ρευστότητα είτε 10.000 ευρώ σε κάθε επιχείρηση η Γερμανία, είτε 3000 δολάρια σε κάθε οικογένεια οι ΗΠΑ. Η χώρα προερχομένη από 10ετή λιτότητα και μνημόνια δεν διέθετε αυτούς τους πόρους. Έτσι το οικονομικό επιτελείο αντί να φτιάξει έναν «κουμαπρά» και να ισομερασει τα βάρη μεταξύ εργαζόμενων στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, προτίμησε για λόγους πολιτικού κόστους, να διατηρήσει στο ακέραιο τους μισθούς στο δημόσιο, κόμη και σε όσους είχαν πάρει άδεια ειδικού σκοπού και δεν εργάζονταν, ενώ στον ιδιωτικό τομέα πήγε με επιδόματα στους εργαζόμενους και κάποιες πενιχρές παροχές στους εργοδότες να δημιουργήσει την αίσθηση του προστατευτισμού στην οικονομία, η οποία πόρρω απέχει από την οδυνηρή πραγματικότητα που βιώνει ο ιδιωτικός τομέας τα τελευταία 10 χρόνια… Ιδιαίτερα στο στόχαστρο βρίσκονται ελεύθεροι επαγγελματίες και οι επιστήμονες, χωρίς αφορολόγητο, με φόρο επιτηδεύματος 650 ευρώ ο οποίος ανεστάλη μόνο για τους αγρότες και με προκαταβολή φόρου 100%. Πρόκειται για τιμωρητική λογική του επιχειρείν αντί της ενθάρρυνσης του η οποία μάλιστα εξακολουθεί και με κεντροδεξιά υποτίθεται φιλελεύθερη κυβέρνηση. Προφανώς η τάση είναι όσο το δυνατόν περισσότερες συγχωνεύσεις σε εταιρείες και λιγότεροι ελεύθεροι επαγγελματίες, όπως στην Ευρώπη και αυτή ήταν από την αρχή και η λογική της τρόικας. Όμως η Ελλάδα έχει την ιδιαιτερότητα να έχει χτίσει ένα κομματικό κράτος και πελατειακές σχέσεις δεκαετιών, μη σεβόμενη την υγιή επιχειρηματικότητα, αλλά πριμοδοτώντας την κρατικοδίαιτη σε ευθεία συναλλαγή με το «μαύρο πολιτικό χρήμα»… Σε γενικές γραμμές θα λέγαμε ότι χώρα που διατηρεί προνόμια μόνο για τους δημοσίους υπαλλήλους αδιαφορώντας για τον ιδιωτικό τομέα, ή επικεντρώνοντας μόνο στους ισχυρούς επιχειρηματίες, όχι μόνο για λόγους ιδεολογικούς, αλλά καθαρά ψηφοθηρικούς ή για ίδιον (οικονομικό) όφελος του πολιτικού προσωπικού, χωρίς σοβαρό έλεγχο του πόθεν έσχες και χωρίς λογοδοσία των πολι- τικών δεν έχει μέλλον…
Γιάννης Κολλάτος