Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι που έχουν παγιδευτεί κοντά στο πεδίο των μαχών, στα δυτικά της Μιανμάρ, ίσως να μην γνωρίζουν τίποτα για τον κορονοϊό, εξαιτίας του απενεργοποιημένου εδώ και ένα χρόνο διαδικτύου, σύμφωνα με ομάδες υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Τον περασμένο Ιούνιο, η κυβέρνηση της Μιανμάρ, με επικεφαλής τον κρατικό σύμβουλο Αούνγκ Σαν Σου Κι, έκοψε την πρόσβαση στο διαδίκτυο σε εννέα δήμους της περιοχής λόγω ανησυχιών ότι χρησιμοποιείται για να πυροδοτήσει συγκρούσεις μεταξύ του στρατού της χώρας και των ανταρτών.
Σε έναν από τους δήμους η λειτουργία του αποκαταστάθηκε τον Μάιο, αλλά οι άλλοι οκτώ, με συνολικό πληθυσμό περίπου 800.000 άτομα, παραμένουν σε πληροφοριακό αποκλεισμό.
Το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και η Διεθνής Αμνηστία αναφέρουν ότι η εκτεταμένη διακοπή θέτει σε κίνδυνο τις ζωές των ανθρώπων, όχι μόνο επειδή δεν τους επιτρέπει να αναφέρουν πιθανές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων – αλλά επειδή τους έχει αποκόψει από τις καμπάνιες δημόσιας υγείας σχετικά με την πανδημία.
Μέχρι τη Δευτέρα (24/6), η Μιανμάρ είχε καταγράψει έξι θανάτους και 292 θετικά κρούσματα, σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας της χώρας.
Κάποια από αυτά τα κρούσματα έχουν καταγραφεί στις κωμοπόλεις δήμους Μαουνγκντάο και Μπούτινταουνγκ στη βόρεια πολιτεία Ρακίν, όπου περισσότεροι από 100.000 μουσουλμάνοι Ροχίνγκια στοιβάζονται σε πολυσύχναστους καταυλισμούς. Βουδιστές, που έμειναν άστεγοι από τις πιο πρόσφατες μάχες, ζουν επίσης σε καταυλισμούς στην περιοχή.
Καθώς η πανδημία του κορονοϊού εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο νωρίτερα αυτό το έτος, η κυβέρνηση ξεκίνησε μια εκστρατεία πληροφόρησης με μέτρα για την πρόληψη ασθενειών, όπως οι κοινωνικές αποστάσεις.
Ωστόσο, πολλοί άνθρωποι που ζουν σε αυτή την περιοχή και στο γειτονική επαρχία Τσιν δεν λαμβάνουν τις σχετικές ειδοποιήσεις για την δημόσια υγεία που κοινοποιούνται μέσω Facebook, εφαρμογών ανταλλαγής μηνυμάτων και κυβερνητικών ισοτόπων.
Μαίνεται ο πόλεμος
«Οταν ρωτώ τους πολίτες της εκλογικής μου περιφέρειας εάν γνωρίζουν την νόσο Covid-19, πρέπει να τους εξηγήσω την παγκόσμια πανδημία από την αρχή», δήλωσε ο βουλευτής Χτούτ Μέι. «Πρέπει να τους εξηγήσω τι είναι η κοινωνική απόσταση και πώς να εφαρμόζουν τη σωστή υγιεινή των χεριών. Δεν φοβούνται τον ιό επειδή δεν τον γνωρίζουν. Σε αυτό το σημείο ανησυχούν πολύ περισσότερο για τις μάχες που μαίνονται».
Στα τέλη του 2018 ξέσπασαν μάχες μεταξύ του στρατού της Μιανμάρ και του καλά εξοπλισμένου στρατού Αρακάν, που θέλει μεγαλύτερη αυτονομία για τους βουδιστές της Ρακίν, που αποτελούν την πλειοψηφία του πληθυσμού της πολιτείας.
Οι συγκρούσεις έχουν αυξηθεί εσχάτως. Πάνω από 150 πολίτες σκοτώθηκαν και 344 τραυματίστηκαν μεταξύ Ιανουαρίου και Μαΐου.
Χρονιά εκλογών
Όπως πολλά άλλα έθνη, έτσι και η Μιανμάρ επέβαλε απαγόρευση κυκλοφορίας, απαγορεύσεις μεγάλων συγκεντρώσεων και καραντίνα για τους αφιχθέντες από το εξωτερικό, σε μια προσπάθεια να ελέγξει την εξάπλωση του ιού.
Η κυβέρνηση εισήγαγε επίσης ποινικές κυρώσεις για άτομα που δεν συμμορφώνονται με τους κανόνες, συμπεριλαμβανομένων ποινών φυλάκισης για όσους παραβιάζουν τις εντολές της καραντίνας. Τουλάχιστον 500 άτομα, μεταξύ των οποίων και παιδιά, έχουν καταδικαστεί σε ποινή φυλάκισης ενός έτους.
Ωστόσο, αυτά τα μέτρα συνέβαλαν στην περαιτέρω εξάπλωση της νόσου, εξαιτίας του συνωστισμού ανθρώπων στις φυλακές κάτω από άθλιες συνθήκες.
Η προσέγγιση της κυβέρνησης στην πανδημία θα μπορούσε να λειτουργήσει εναντίον της, καθώς η χώρα ετοιμάζεται για εκλογές αργότερα φέτος.
Από την άλλη πλευρά, οι επιδόσεις της στον κορονοϊό δεν θα μπορούσαν να επηρεάσουν καθοριστικά το εκλογικό της αποτέλεσμα, καθώς λόγω του κλεισίματος του διαδικτύου, μεγάλος αριθμός ανθρώπων στα δυτικά της χώρας μπορεί να μην μάθει ποτέ τι συνέβη.
Πηγή: CNN