Ο αγροτικός τομέας της Ελλάδας με όλα τασυγκριτικά του πλεονεκτήματα δυστυχώς εξακολουθεί να αντιμετ ωπίζεται ως «βαρίδι» από την πολιτικήελίτ της Αθήνας και όχι ως βάση της παραγωγικήςπυραμίδας πάνω στην οποία θα πρέπει να εξελιχθεί το αναπτυξιακό της μοντέλο. Και φυσικά οι αγρότεςκαι οι κτηνοτρόφοι ως πολίτες β΄ κατηγορίας καιεξηγούμαστε:
Πληθαίνουν οι αντιδράσεις για τον τρόπο με τονοποίο η ελίτ της Αθήνας αντιμετωπίζουν τονκατεξοχήν παραγωγικό τομέα της χώρας τη γεωργία.Αρχικά το πρώτο χτύπημα έγινε με την αναφορά σεκεντρικά μέσα ενημέρωσης ότι ο Μάκης Βορίδηςαναβαθμίστηκε (!) σε θεσμικό υπουργείο με τονπρόσφατο ανασχηματισμό, μετακινούμενος στο Εσωτερικών.
Στη συνέχεια στο «ΒΗΜΑ της Κυριακής» γίνεται αναφορά για τόπο πολιτικής εξορίας σε ότι αφορά το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης. Με τέτοια προσέγγιση, γιατί προφανώς οι δημοσιογράφοιμεταφέρουν ότι τους λένε οι πολιτικοί, δεν πρόκειταινα δούμε προκοπή σε αυτή τη χώρα.
Θα παραμείνουμε μεταπρατική οικονομία και παράτις καλές προθέσεις στην έκθεση ιδεών της μελέτηςΠισαρίδη, μην περιμένετε παραγωγική ανασυγκρότηση σε αυτή τη χώρα…
Ενδεικτική της προχειρότητας και της έλλειψηςσχεδιασμού στον πρωτογενή τομέα, είναι και ηπαντελής έλλειψη διαβούλευσης για τη νέα ΚΑΠ. Είμαστε πλέον από τις τελευταίες χώρες στην Ε.Ε.που δεν έχουμε ακόμη ξεκινήσει διάλογο με τους παραγωγικούς φορείς και τις συλλογικές εκφράσειςτων αγροτών για την παραγωγική στόχευση που θαπρέπει να έχει η χώρα στο νέο ανταγωνιστικό περιβάλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κατάσυνέπεια δεν έχουμε αποστείλει τις προτάσεις μαςστην Κομισιόν.
Η έλλειψη εθνικού στρατηγικού σχεδίου εδράζεται βέβαια και στο γεγονός ότι ο διάλογος διεκόπητον περασμένο Μάρτιο βίαια λόγω του lockdown. Αυτό όμως μας φέρνει σε δυσχερή θέση σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες, που έχουν προετοιμαστεί, γιατη μετάβαση στην «πράσινη και την ψηφιακή γεωργία» και στην αγροδιατροφική φιλοσοφία που θα διέπει τη νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική υπό το γενικότίτλο «από το αγρόκτημα στο πιάτο». Την ώρα λοιπόν που οι υπόλοιπες χώρες θα χαράσσουν εθνικές στρατηγικές εμείς θα κληθούμε να επιλύσουμε εκκρεμότητες του παρελθόντος, όπως αυτή με τα βοσκοτόπια.
Για τη Θεσσαλία που έχει να επιλύσει και το μείζον θέμα του υδατικού της προβλήματος –ακόμηπροσπαθεί να δώσει λύσεις στην αντιπλημμυρικήπροστασία μετά την καταστροφική θεομηνία «Ιανός»-δεν μπορεί να υπάρξει επί της ουσίας στόχευση χωρίςεθνικό ή περιφερειακό στρατηγικό σχέδιο.
Και είναι κρίμα επειδή η στόχευση και η πολιτική διαχείριση διέπεται από τις λογικές ενός συγκεντρωτικού αθηνοκεντρικού μοντέλου, να απολέσει η χώρατα όποια στρατηγικά πλεονεκτήματά της, επειδή τοΥΠΑΑΤ αποτελεί «τόπο πολιτικής εξορίας»!
Στο τέλος θα πορευτούμε –όπως και στοπαρελθόν- με ότι προτάξουν ως αγροτική πολιτικήχώρες όπως η Γαλλία, η Ισπανία και η Ιταλία, οι οποίεςφυσικά ασχολούνται με το δικό τους παραγωγικό μοντέλο και όχι αυτό της Ελλάδας, που ακόμη αδυνατούμε να το προσδιορίσουμε…
«Ν.Α.»













