Παρακολουθήσαμε το ντοκιμαντέρ με τίτλο «Άγονη Γραμμή» που αφορά τον περιπετειώδη δρόμο κατά τη δεκαετία του 70′ από το Μουζάκι έως τα δυσπρόσιτα χωριά της Αργιθέας. Ένα κινηματογραφικό αρχείο που έφεραν στο φως το 2015 ο Α. Αλεξανδρής και ο Α. Κατσαρός με επιμέλεια του Πάνου Κατσαρού.
Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου
Το ντοκιμαντέρ «Άγονη Γραμμή» κέντρισε ξανά το ενδιαφέρον τελευταία, ιδίως των νεότερων ηλικίας μεταξύ 20 και 30 ετών. Σε μια απόπειρα ίσως να καταπιαστούν ξανά με τις ρίζες του τόπου, τώρα που η ζωή απέκτησε πολύπλοκη όψη σε οτιδήποτε επιθυμεί κανείς να φέρει εις πέρας. Αξίζει να προσεγγίσουμε τους λόγους που κάποιοι νέοι παρακολουθούν τα σπάνια αυτά πλάνα από το 1978, όπως γίνεται παραδόξως με την «Άγονη Γραμμή» τελευταία σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Είναι λες και αναζητούμε παλιές συνήθειες των γιαγιάδων και παππούδων μας ή δραστηριότητες που διαμόρφωσαν τη σημερινή τοπική κοινωνία. Πρόκειται για μια προσπάθεια εκ μέρους μας να εκτιμήσουμε τον μόχθο τους. Να κατανοήσουμε τις ιδιαιτερότητες μιας καθημερινότητας που αποτυπώνει πόσο σε δεύτερη μοίρα ήταν οι ορεινές περιοχές (και) τότε από την εκάστοτε Πολιτεία.
Η καθημερινότητα προς τον «έξω κόσμο» και η δοκιμασία της μετακίνησης
Μέσα από την προβολή της «Άγονης Γραμμής», εστιάζουμε στις τότε δυσκολίες, τις απρόσιτες περιοχές και τις συνθήκες που αντιμετώπιζαν στη μετακίνησή τους οι Αργιθεάτες. Σημερινοί μάρτυρες των μικρών πράξεων και ενεργειών τους, που ξεπηδούσαν από τη φύση, το περιβάλλον, ως μια ανταμοιβή του δεύτερου που ο άνθρωπος επέλεξε εκείνο για παντοτινό του τόπο.
Στο ντοκιμαντέρ «Άγονη Γραμμή» συναντάμε δύο εικόνες, δύο πλοκές ταυτόχρονα. Η πρώτη εικόνα με το εβδομαδιάτικο παζάρι στο Μουζάκι, το γαλάζιο λεωφορείο που οδηγούσε τους κατοίκους προς τον «έξω κόσμο», με το καθημερινό μακρύ περπάτημα ή δρομολόγιο. Με την πραμάτεια εξίσου στα χέρια και την πλάτη κατά την επιστροφή τους στο χωριό. Από την άλλη, η δεύτερη εικόνα με τη δοκιμασία της μετακίνησης. Η μεγάλη επιστροφή και περιπέτεια με αβέβαιες συνέπειες, ιδίως την περίοδο του χειμώνα. Ένα λεωφορείο μάρκας Mercendes με στοιβαγμένο τον κόσμο και τα αγαθά του. Κινούμενο σε χαλικόδρομους, μέσα από ρυάκια και λευκές κοτρόνες, «κρυμμένο» από τα πανύψηλα δέντρα.
Αναζητούμε αυτό που αφήσαμε πίσω
Άραγε γιατί γυρνάμε πίσω στα ξεχασμένα αυτά φιλμ. Τί μας κινεί την περιέργεια και ανατρέχουμε στο παρελθόν, ζωντανεύοντας εικόνες ή συνήθειες που προ πολλού έχουμε λησμονήσει; Αυτή η απορία κυριαρχεί ανάμεσά μας, καθώς ακόμη και οι άνθρωποι – δημιουργοί του σχετικού ντοκιμαντέρ, δεν θα πίστευαν πως τα νεότερα άτομα θα αναζητούσαν σήμερα τέτοια ντοκουμέντα, πως θα νοσταλγούσαν λίγο παραπάνω τον τόπο τους. Κι όμως, νέοι που φεύγουν προς άλλες πολιτείες, αρχίζουν να εκτιμούν την αρχή των πάντων. Τα πρώτα, δειλά βήματα εκείνων των ανθρώπων στα ορεινά που έπαιρναν «θάρρος τα πόδια τους» όταν κατέβαιναν προς το κέντρο και την αγορά. Παραμένει ζωντανός αυτός ο συναισθηματικός δεσμός ανάμεσα μας. Όσο καλά κι αν τον κρύβαμε πίσω από τις αρχικές μας φιλοδοξίες.
Ίσως κάπου μέσα μας, σε μια άκρη, επιθυμούμε την επανασύνδεση με το πράσινο, την αυλή ενός σπιτιού μακριά από την ατελείωτη ουρά αυτοκινήτων και τις ευθυγραμμισμένες γκρι πολυκατοικίες. Κατανοούμε ότι η απομόνωση στη φύση, καθισμένοι σε μια ήσυχη γειτονιά με θέα μετά το τέλος της ημέρας, είναι προτιμότερο από το να μας βρει κλεισμένους στο σκοτεινό διαμέρισμα μιας ανήσυχης πόλης.
Όσο μικρός κι αν φάνταζε ο κόσμος, ένιωθες χρήσιμος
Όντως παρηγορητική η ματιά των νέων προς το παρελθόν του τόπου. Μέσα από αυτήν βλέπουμε ό,τι παραμένει αναλλοίωτο μέχρι σήμερα, εκτιμώντας ακόμη και τις ανέσεις που κουβαλάμε μαζί μας. Έχουμε παρέα την τεχνολογία και συγκρατούμε με αυτήν τις διασωθείσες ιστορίες από τα ορεινά, τις ασχολίες των ηλικιωμένων τώρα ατόμων. Επιβραβεύουμε την απλότητα, καθώς μέσα μας γνωρίζουμε ότι είναι δύσκολο σήμερα να την έχουμε, να συμβιβαστούμε εμείς μόνο με αυτή. Βέβαια μόνο απλά δεν ζούσαν στα χωριά, αλλά υπήρχε μια σαφής κατεύθυνση για τον καθένα. Ένας προορισμός που όσο κοντός κι αν φάνταζε, σε καθιστούσε στο χωριό χρήσιμο, ενεργό μέλος.
Το οξύμωρο της υπόθεσης είναι ότι και στο μακρινό 1978 απασχολούσε τον κόσμο το Δημογραφικό. Από τότε είναι τα πλάνα της «Άγονης Γραμμής». Στο ντοκιμαντέρ η φυγή προς τα αστικά κέντρα αποτελούσε τον φόβο ερήμωσης των χωριών. Σήμερα η ανησυχία της αποδημίας δεν έχει εκλείψει, τουναντίον είναι πιο παρούσα από ποτέ. Τουλάχιστον βρίσκουμε το θάρρος, το χρόνο και ανηφορίζουμε σε αυτούς τους ορεινούς τόπους. Ας είναι μόνο για καλοκαίρι, για τις γιορτές. Και τότε τα χωριά γιόρταζαν, και σήμερα πάλι ξανανιώνουν τις ίδιες αυτές ημέρες του χρόνου.