Τελικά η «πράσινη συμφωνία» το λεγόμενο και “green deal” της νέας ΚΑΠ από το 2023, έρχεται για να οδηγήσει σε μία “κλιματικά ουδέτερη Ευρώπη” μέχρι το 2050, ή απλά για να «ανοίξει» τις αγορές αγροτικών προϊόντων από χώρες του τρίτου κόσμου προς την ευρωπαϊκή ήπειρο, ώστε να μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει εμπόριο βιομηχανικών προϊόντων της Ευρώπης προς αυτές;
Το ερώτημα αυτό απασχολεί το τελευταίο διάστημα ολοένα και περισσότερους αγρότες, και κτηνοτρόφους στην Ελλάδα αλλά και οργανώσεις Ευρωπαίων αγροτών.
Παρά το γεγονός ότι χώρες του μεσογειακού νότου αντιδρούν και μαζί τους και οι Γάλλοι αγρότες στην αυστηρή εφαρμογή της συμφωνίας που προβλέπει σημαντική μείωση δραστικών ουσιών και λιπασμάτων (κατά 50%) που θα πλήξουν σημαντικές καλλιέργειες και στην Ελλάδα, όπως το βαμβάκι, το καλαμπόκι, το αμπέλι , την ελιά και τα μηλοειδή, εντούτοις η αντίδραση της Κομισιόν δεν κάμπτεται.
Ακόμη και σήμερα που πλανάται η επισιτιστική ανασφάλεια πάνω από την Ευρώπη, λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, με το Γάλλο πρόεδρο Εμάνουελ Μακρόν μάλιστα να προτείνει στη σύνοδο των G-7, σχέδιο έκτακτης ανάγκης για την αντιμετώπιση της επισιτιστική κρίσης.
Εκείνο όμως που είναι ακόμη πιο οδυνηρό για τους Έλληνες και Ευρωπαίους αγρότες, είναι αυτό που αποκάλυψε ο Γενικός Γραμματέας του ΥΠΑΑΤ Κώστας Μπαγινέτας, στην ημερίδα για το βαμβάκι στην Καρδίτσα, την περασμένη Τετάρτη, ότι δηλαδή η Κομισιόν μελετά για την ΚΑΠ που θα εφαρμοστεί από το 2028 μέχρι το 2033, να σταματήσουν οι άμεσες ενισχύσεις στους παραγωγούς και να χορηγούνται απλά χαμηλότοκα δάνεια με μακροχρόνια αποπληρωμή, αντί των επιδοτήσεων!
Μάλιστα στην ίδια ημερίδα παραγωγός αναρωτήθηκε αν οι Έλληνες και Ευρωπαίοι παραγωγοί εφαρμόσουν την «πράσινη συμφωνία» και επεκτείνουν μάλιστα και τη βιολογική γεωργία όπως προβλέπεται κατά 25 με 30% στο σύνολο των καλλιεργούμενων εκτάσεων, αυτό δεν θα έχει ως συνέπεια την παραγωγή λιγότερων αγροτικών προϊόντων στην Ευρώπη και άρα κατ΄ανάγκη την εισαγωγή από άλλες χώρες που δεν εφαρμόζουν πρακτικές ολοκληρωμένης διαχείρισης όπου ανιχνεύονται υπολείμματα φυτοφαρμάκων;
Είναι προφανές ότι αυτές οι πρακτικές οδηγούν στο να «πέσει το κάστρο» της Ευρώπης που είναι ζώνη απαγόρευσης των γενετικά τροποποιημένων και να έρθουν κάποια ημέρα οι πολυεθνικές της βιοτεχνολογίας, προσφέροντας «πακέτο» τα μεταλλαγμένα ως τη λύση για το διατροφικό πρόβλημα της Ευρώπης. Και μη λησμονούμε ότι το ευρωπαϊκό (επί της ουσίας το ελληνικό) βαμβάκι είναι το μοναδικό παγκοσμίως μη γενετικά τροποιημένο.
Και φυσικά εύλογα αναρωτιούνται οι Ευρωπαίοι αγρότες, γιατί η «πράσινη συμφωνία» να εφαρμοστεί μόνο στη γεωργία και όχι και στη βιομηχανία, καθώς σημαντικές βιομηχανικές χώρες όπως η Γερμανία και η Πολωνία, έχουν πάρει εξαίρεση από την χρήση ορυκτών καυσίμων μέχρι το 2040 και μάλιστα επιδοτούνται και με 100 δις ευρώ για να αποπληρώνουν τις ρήτρες στο χρηματιστήριο των ρύπων. Πόσο πιο πολύ επιβαρύνει το κλίμα και επιτείνει το φαινόμενο του θερμοκηπίου η χρήση κάποιων δραστικών και λιπασμάτων, όταν μάλιστα με την καλλιέργεια εαρινών έχουμε και δέσμευση του διοξειδίου του άνθρακα μέσω της φωτοσύνθεσης, σε σχέση με το λιγνίτη και το λιθάνθρακα και το κοκ που θα καίνε τα εργοστάσια στην κεντρική Ευρώπη;
Με την εφαρμογή της λεγόμενης «πράσινης συμφωνίας» (green deal) ή αλλιώς from farm to fork (από το χωράφι στο πιάτο) θα πρέπει να αποσυρθούν σημαντικές δραστικές ουσίες, όπως εντομοκτόνα και ζιζανιοκτόνα, τα οποία με βάση μελέτη του ΕΣΥΦ θα σημάνουν μείωση της παραγωγής βάμβακος στη χώρα κατά 30% (ή εκτόξευση του κόστους παραγωγής κατά 250%), μείωση παραγωγής κατά 40% στα αμπέλια, κατά 50% στην ελιά και κατά 60% σε ροδάκινα, μήλα και αχλάδια! Η μελέτη δεν έχει συμπεριλάβει και άλλες σημαντικές καλλιέργειες για τη χώρα και τη Θεσσαλία που επίσης θα πληγούν όπως το αμύγδαλο, η βιομηχανική τομάτα και το φιστίκι.
Και αν για την ελιά και το αμπέλι υπάρχει η ελπίδα ότι θα ανασκευαστεί αυτή η συμφωνία προς το ηπιότερο, ενώ θα υπάρξει και σχετική έρευνα από τις εταιρείες φυτοφαρμάκων για εναλλακτικά βιολογικά σκευάσματα καθώς θίγονται τα συμφέροντα εκατοντάδων χιλιάδων αγροτών σημαντικών μεσογειακών χωρών με ισχυρό έρεισμα στην Ε.Ε. όπως η Γαλλία,η Ισπανία και η Ιταλία, φαίνεται πως για το βαμβάκι και το ροδάκινο που καλλιεργούνται μόνο στην Ελλάδα η πορεία μας θα είναι απολύτως μοναχική.
Αξίζει να τονιστεί πως βαμβάκι και βιομηχανικό ροδάκινο είναι άκρως εξαγώγιμα προϊόντα για την Ελλάδα (εκκοκκισμένο και κομπόστα ροδάκινο είναι στην κορυφή των εξαγωγών της χώρας), αλλά οι εταιρείες βιοτεχνολογίας είναι προφανές ότι δεν θα διαθέσουν σημαντικούς πόρους για την έρευνα εναλλακτικών βιολογικών σκευασμάτων που θα υποκαταστήσουν τις δραστικές που πρόκειται να αποσυρθούν, διότι απλά το μερίδιο αγοράς στην παγκόσμια κατανομή της αγροτικής –εφοδιαστικής αλυσίδας της Ελλάδας είναι αμελητέο (μόλις το 2,5% της παγκόσμιας βαμβακοπαραγωγής κατέχει η Ελλάδα).
Και φυσικά πάντα παραμένει το ερώτημα γιατί θα πρέπει να εφαρμοστούν πρακτικές απόσυρσης μόνο για τα εντομοκτόνα που αφορούν προσβολές σε καλλιέργειες στο μεσογειακό νότο και όχι και μυκητοκτόνα που αφορούν καλλιέργειες στον ευρωπαϊκό βορρά.
Τα ερωτήματα αυτά δημιουργούν ένα κλίμα αμφισβήτησης για τις πρακτικές του λόμπι των ισχυρών βιομηχανικών χωρών της Ευρώπης, εις βάρος της γεωργίας και της διατροφικής αυτάρκειας της ηπείρου μας που τίθεται εν αμφιβόλω με τις τελευταίες εξελίξεις στην Ουκρανία.
Και φυσικά αναπτύσσουν ακόμη περισσότερο τον ευρωσκεπτικισμό δίνοντας αφορμή για να κερδίζουν έδαφος στη μάχη των πολιτικών εντυπώσεων οι λαϊκιστές και εθνικιστές πολιτικοί, που απεργάζονται τη διάλυση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος…
Γιάννης Κολλάτος