Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου
Η ευτυχία στη ζωή μας εξαρτάται επί το πλείστον από την κοινωνικοποίηση και την διαρκή εξάσκηση των διαπροσωπικών μας σχέσεων. Η διατήρηση της κοινωνικής μας επαφής έχει καταστεί ακόμη πιο σημαντική από τη στιγμή που ο κορωνοϊός μας ανάγκασε να προβούμε σε περιοριστικά μέτρα διαρκείας με γνώμονα τη διασφάλιση της υγείας. Ωστόσο, η κοινωνικοποίηση έσβηνε αργά και σταθερά προτού έλθει ο ιός, ιδίως στα άτομα της τρίτης ηλικίας που συνεχίζουν να ζουν στα χωριά, στον τόπο καταγωγής τους.
Ορεινές περιοχές του Νομού Καρδίτσας έχουν έρθει αντιμέτωπες με τη σταδιακή μείωση του πληθυσμού. Το ζήτημα δεν απαντάται μόνο στον ορεινό όγκο του Νομού, αλλά και σε πεδινές περιοχές, όπου ηλικιωμένοι βλέπουν με την πάροδο του χρόνου να ερημώνουν και η διαμονή στις πόλεις να έχει εδραιωθεί ως το κυρίαρχο μοντέλο ζωής. Ωστόσο, με την ερήμωση σημαντικού αριθμού χωριών απειλούνται και οι συνήθειες των εναπομεινάντων κατοίκων. Οι κοινωνικές επαφές, αλλά και οι μακροχρόνιες φιλίες αργοσβήνουν από την καθημερινότητά τους, καθώς ούτε χώροι συνάθροισης λειτουργούν όπως τα παλαιότερα χρόνια, ούτε επαρκής πληθυσμός προκύπτει για την επιθυμητή ζωντάνια ενός τόπου.
Μέγιστο παράπονο των ατόμων τρίτης ηλικίας είναι ότι σε ορισμένες κοινότητες έχουν πάψει να λειτουργούν καφενεία, στα οποία συναντούσαν φίλους και αντάλλαζαν μεταξύ τους τα νέα της ημέρας. Με το χάσιμο αυτών των χώρων, αποκλείονται οι ίδιοι από την κοινωνική ζωή. Καλούνται να αφήσουν στην άκρη συνήθεις δραστηριότητες όπως το περπάτημα έως τον κοντινότερο τόπο συνάντησης ή τις προετοιμασίες προτού βγουν εκτός οικίας για την καθιερωμένη βόλτα.
Όπως τονίζουν χαρακτηριστικά άτομα της τρίτης ηλικίας, αναγκάζονται πλέον να περνούν περισσότερες ώρες στο σπίτι, διότι απουσιάζουν οι ευκαιρίες κοινωνικοποίησης. Εσωτερικεύονται στον εαυτό τους, επενδύοντας χρόνο πιο πολύ μπροστά από την τηλεόραση παρά απέναντι σε οικεία πρόσωπα. Από την άλλη, ο κορωνοϊός αλλοίωσε τη μορφή κοινωνικοποίησης, καθώς οι περιορισμοί για μεγάλο χρονικό διάστημα διέκοψαν ελεύθερες μετακινήσεις και συναθροίσεις με απώτερο σκοπό τη διασφάλιση της υγείας.
«Όσο γυμνάζεται το μυαλό, καταπολεμούνται αλτσχάιμερ και άνοια»
Για το επίμαχο θέμα της κοινωνικότητας των ατόμων της τρίτης ηλικίας, μίλησε στο «Νέο Αγώνα», η κ. Λία Ρογγανάκη, Αντιπεριφερειάρχης Υγείας και Κοινωνικής Μέριμνας. «Η διατήρηση των διαπροσωπικών σχέσεων για τους ηλικιωμένους κρίνεται ιδιαίτερα σημαντική. Όταν εξακολουθεί να γυμνάζεται το μυαλό, τότε καταπολεμάται ευκολότερα η ασθένεια αλτσχάιμερ. Ιδίως σε άτομα που είναι εκ φύσεως πιο εσωστρεφή, η έλλειψη κοινωνικοποίησης μπορεί να τους οδηγήσει σε απομόνωση, ενώ υπάρχουν πιθανότητες να εκδηλώσουν συμπτώματα άνοιας. Εκτός ότι μειώνονται οι χώροι συνάντησης και τα καφενεία σε χωριά, προβλήματα επικοινωνίας για τους ηλικιωμένους προκύπτουν και όταν ζουν με ενήλικες. Η αιτία είναι ότι οι ενήλικες εργάζονται αρκετές ώρες εκτός σπιτιού, οπότε απουσιάζει επαρκής χρόνος για ουσιαστική επικοινωνία μεταξύ αυτών και των ηλικιωμένων», σημείωσε χαρακτηριστικά.
«Κέντρα ως μέσα ψυχαγωγίας και επανάκτησης κοινωνικών σχέσεων»
Αναζητώντας τρόπους αντιμετώπισης, η κ. Ρογγανάκη αναφέρθηκε στα Κέντρα Ημερήσιας Φροντίδας Ηλικιωμένων (Κ.Η.Φ.Η), τα οποία φροντίζουν για την κοινωνικοποίηση των ατόμων τρίτης ηλικίας. «Τα συγκεκριμένα κέντρα αποτελούν μια ευκαιρία για τους ηλικιωμένους και την ψυχαγωγία τους. Διοργανώνονται ταξίδια, αλλά και εκδηλώσεις, ενώ τα συγκεκριμένα κέντρα συνδέονται και με το ρόλο των ΚΑΠΗ.
Επιπλέον, αρκετοί σύλλογοι ασχολούνται με τη ζωή των ηλικιωμένων, για την οποία όμως δεν έχουν ενημερωθεί καταλλήλως για τις σημερινές προκλήσεις που συναντά αυτή η ομάδα ατόμων. Απαραίτητο στοιχείο στην ενίσχυση των κοινωνικών σχέσεων των ηλικιωμένων, είναι και η ευαισθητοποίηση των τοπικών αρχών», συμπλήρωσε. Στο γεγονός ότι ολοένα και πιο πολύ μειώνονται τα καφενεία σε χωριά του Νομού, η κ. Ρογγανάκη πρόσθεσε ότι αποτελεί μια εικόνα που αντικρίζεται σε αρκετές πλέον κοινότητες. Ακόμη και σε εκείνες που διαθέτουν επαρκή έως τώρα πληθυσμό κατοίκων. Με την ύπαρξη των κέντρων (Κ.Η.Φ.Η, ΚΑΠΗ, Κέντρο Ημέρας Άνοιας κλπ.), οι ηλικιωμένοι μπορούν να ανακτήσουν τη χαμένη τους κοινωνική επαφή.
Εν κατακλείδι, το θέμα της κοινωνικοποίησης των ατόμων τρίτης ηλικίας μας απασχολεί ήδη, καθώς ανιχνεύαμε τα ανησυχητικά σημάδια προτού ξεσπάσει η πανδημία. Οι κοινωνικές δραστηριότητες μειώνονται στις κοινότητες, ενώ η διατήρηση των χώρων ψυχαγωγίας εξαρτώνται κυρίως από τις διακυμάνσεις της ζωής του καθενός. Οι σημερινές προκλήσεις ίσως οδηγήσουν τους ηλικιωμένους στην εύρεση λόγου ύπαρξης, μέσα πάντα από την καθοδήγηση οργανισμών, συλλογικοτήτων και φορέων.