Στην πρώτη δήλωση του ως υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, ο Λευτέρη Αυγενάκη, έθεσε τους στόχους του που αφορούν σε:

-Αύξηση του αριθμού των κατ’ επάγγελμα νέων αγροτών κατά 60.000 μέχρι το 2027, -Οριστική κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος για τους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες.

-Εμπορία αγροτικών προϊόντων (τυποποιημένων) δια μέσω αγροτικών συλλογικών σχημάτων από το 18% στο 27% το 2027.

-Αύξηση των γεωργικών εκτάσεων, για παραγωγή βιολογικών προϊόντων, από το 9,1% στο 16,4% το 2027.

-Δικαιότερες και ταχύτερες αποζημιώσεις για όλους τους δικαιούχους με την επικαιροποίηση του κανονισμού του ΕΛΓΑ.

-Επιστροφή ΕΦΚ στο Diesel στους αγρότες και για το 2023.

-Νέα αρδευτικά έργα σε όλη την επικράτεια και εκσυγχρονισμό των ΤΟΕΒ και ΓΟΕΒ, που θα αρδεύουν περισσότερα από 1,3 εκ. στρέμματα και θα ωφελήσουν πάνω από 100.000 αγρότες.

-Έντιμο και ειλικρινή διάλογο με τους αγρότες, τους κτηνοτρόφους, τους αλιείς, τους παραγωγούς και τη μεταποίηση, συνολικά τον πρωτογενή τομέα, με αγαστή συνεργασία με τους εποπτευόμενους φορείς μας :

  • Ελληνικό Γεωργικό Οργανισμό – ΔΗΜΗΤΡΑ
  • Οργανισμό Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΕΛ.Γ.Α.)
  • Οργανισμό Πληρωμών και Ελέγχου Κοινοτικών Ενισχύσεων Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε.)
  • Κονιάρειο Ινστιτούτο Εσπεριδοειδών Κορινθίας
  • Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο
  • Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας
  • Ινστιτούτο Γεωπονικών Επιστημών
  • Ταμείο Γεωργίας και Κτηνοτροφίας και
  • Ενιαίο Φορέα Ελέγχου Τροφίμων

Παλιότερα ο αείμνηστος αρχισυντάκτης και διευθυντής στα “ΝΕΑ” και υφυπουργός Εξωτερικών του Αντρέα Παπανδρέου Γιάννης Καψής είχε γράψει σε ένα βιβλίο του:

“Στην πολιτική βάζουμε πολλές φορές τον πήχη χαμηλά και πάλι δεν τον περνάμε από πάνω”.

Οι στόχοι του νέου υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης είναι ρεαλιστικοί μεν δεν απέχουν δε από τους στόχους του κυρίως πυρήνα της “πράσινης συμφωνίας” της νέας ΚΑΠ. Καμία αναφορά δεν υπάρχει σε ένα εθνικό στόχο για την πολύπαθη ελληνική γεωργία. Στόχος εθνικός θα ήταν για παράδειγμα η υποβοήθηση της αναδιάρθρωσης των καλλιεργειών, ώστε από τα 200 ευρώ κατά μέσον όρο ετήσιο τζίρο ανά στρέμμα να φτάσουμε όχι στα 1.800 του Ισραήλ ή τα 2.000 ευρώ της Ολλανδίας, αλλά έστω στα 500 ευρώ το στρέμμα. Αυτό βέβαια απαιτεί έρευνα εφαρμοσμένη, γενναία επιδοτούμενα προγράμματα, συλλογικά αρδευτικά δίκτυα γιατί οι αρδευόμενες είναι εκείνες οι δυναμικές καλλιέργειες που δίνουν προστιθέμενη αξία στην αγροτική παραγωγή. Κυρίως απαιτεί σχέδιο με επιδοτήσεις που να το υπηρετούν και όχι πανσπερμία ειδικών ενισχύσεων σε 20 και πλέον προϊόντα μόνο και μόνο για ψηφοθηρικού λόγους. Απιατεί λοιπόν τεχνοκρατική προσέγγιση που δεν θα υπολογίζει το πρόσκαιρο πολιτικό κόστος

Στόχος επίσης εθνικός για τον οποίο δεν γίνεται καμία αναφορά όχι από τη νέα αλλά από καμιά από τις ηγεσίες του ΥΠΑΑΤ των τελευταίων πολλών ετών θα έπρεπε να είναι η καταπολέμηση της διάβρωσης των εδαφών και της ερημοποίησης, για τα οποία υπάρχουν κοινοτικά προγράμματα και κονδύλια που παραμένουν αναξιοποίητα. Ο θεσσαλικός κάμπος χάνει κάθε χρόνο δεκάδες χιλιάδες στρέμματα καλλιεργήσιμων εκτάσεων ιδιαίτερα σε επικλινή εδάφη τα οποία υπογονιμοποιούνται λόγω της διάβρωσης και τίθενται εκτός παραγωγικής διαδικασίας. Το φαινόμενο αυτό επιτάθηκε μετά τον Ιανό στη νοτιοδυτική Θεσσαλία (Φάρσαλα, Καρδίτσα).

Τα εδάφη στη χειρότερη των περιπτώσεων παραμένουν χέρσα στην καλύτερη θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για την κατασκευή φωτοβολταϊκών πάρκων και όχι να δεσμεύονται ανεξέλεγκτα χιλιάδες στρέμματα γόνιμης γης από μεγάλους ενεργειακούς παίχτες