Η Ιωάννα Λαμπροπούλου φοιτήτρια Οικονομικών, πέρυσι τέτοια μέρα, στις 9.20 το βράδυ, μετά από ένα όμορφο τριήμερο Απόκρεων, στην πόλη της, την Καρδίτσα, επιβιβάστηκε στην αμαξοστοιχία intercity 62 της Hellenic Trains για να επιστρέψει στη Θεσσαλονίκη όπου σπουδάζει.
Τίποτα δεν προμήνυε ότι αυτό το ταξίδι η Ιωάννα δεν θα το ξεχνούσε ποτέ, τίποτα δεν προμήνυε ότι το ταξίδι αυτό θα άλλαζε τις ζωές δεκάδων ανθρώπων, τίποτα δεν προμήνυε το κακό που έρχονταν…
Σήμερα, ένα χρόνο μετά, η 19χρονη Ιωάννα μιλά στο “ΝΑ” για αυτό το μοιραίο ταξίδι…Το ταξίδι που στοίχισε τη ζωή 57 ανθρώπων, το ταξίδι από το οποίο βγήκαν σοβαρά τραυματισμένοι δεκάδες άλλοι, το ταξίδι που τραυμάτισε τις ψυχές όλων…
Η Ιωάννα συγκινημένη θυμάται τις πρώτες στιγμές μετά τη σύγκρουση των δυο τρένων, μας περιγράφει τις προσπάθειες που έκανε για να βγει από το βαγόνι 3 στο οποίο επέβαινε και το οποίο έβλεπε να καίγεται και όλα όσα ακολούθησαν μέχρι να φτάσει ασφαλής στο σπίτι της, στην Καρδίτσα.
“Θέλω να πιστεύω ότι θα δικαιωθούν οι ψυχές των θυμάτων. Θα αγωνιστώ για να δικαιωθούν” λέει με ηρεμία αλλά και δύναμη ψυχής η Ιωάννα.
Η Ιωάννα μιλά πρώτη φορά δημόσια για εκείνη την ημέρα. Ο λόγος της είναι πηγαίος, βγαίνει μέσα από την ψυχή της. Η περιγραφή της είναι συγκλονιστική και την παραθέτουμε αυτούσια για να αντιληφθεί ο αναγνώστης τον εφιάλτη που βίωσαν όσοι έτυχε να βρίσκονται στη συγκεκριμένη αμαξοστοιχία, τη συγκεκριμένη μέρα και ώρα…
«Ήταν απόκριες, ήμουν στην Καρδίτσα για το τριήμερο. Ήταν να φύγω τη Καθαρά Δευτέρα το πρωί, τελικά προέκυψε ένα πρόβλημα υγείας και αναγκάστηκα να φύγω την Τρίτη. Το τρένο δεν το χρησιμοποιώ, αλλά αναγκάστηκα να το πάρω γιατί ήταν το μόνο βραδινό.
Ήμασταν περίπου 8-10 παιδιά από εδώ, άτομα που γνώριζα. Φτάνουμε στα Παλαιοφάρσαλα, ανεβαίνουμε στο τρένο και μας λένε ότι θα έχει καθυστέρηση, ότι μπορούμε να βγούμε από το τρένο και να ξαναμπούμε σε λίγο. Ήμουν στο τρίτο επιβατικό βαγόνι καθόμουν από την αριστερή πλευρά όπως πας για Θεσσαλονίκη, ήμουν με μία κοπέλα. Λίγο πιο πίσω ήταν άτομα από την Καρδίτσα.
Φτάνουμε Λάρισα, σκέφτηκα να αλλάξω θέση γιατί με πήρανε τηλέφωνο τα παιδιά που κάθονταν πιο πίσω, αλλά δεν πρόλαβα.
Λίγα λεπτά αργότερα, ενώ ήμουν τελείως χαλαρή, ξαπλωμένη με το κινητό στο χέρι, απλά ακούω ένα τεράστιο μπαμ, το τρένο δεν πρόλαβε να φρενάρει. Βλέπω αυτή τη λάμψη και το επόμενο πράγμα που θυμάμαι όταν άνοιξα τα μάτια μου ήταν το βαγόνι που είχε γυρίσει ανάποδα, το βαγόνι να παίρνει φωτιά, ήταν όλα μαύρα, κόσμος ούρλιαζε, άτομα είχαν εγκλωβιστεί και προσπαθούσαν να βγουν. Άλλους τους είχαν πλακώσει οι θέσεις και ζητούσαν βοήθεια.
Βγήκα από το βαγόνι, από την πλευρά του δρόμου. Είχε ανοίξει το βαγόνι, έτσι όπως εκτροχιάστηκε, το ένα παράθυρο κοιτούσε στον ουρανό. Βγήκαμε λίγα άτομα και επειδή είχε φωτιά δεν μπορούσαμε να περπατήσουμε και κάποιος φώναξε να γυρίσουμε πίσω. Ξαναμπήκα στο βαγόνι, εκείνη την ώρα δεν ήξερα τί να κάνω. Τα παιδιά από την Καρδίτσα με έπαιρναν τηλέφωνο ενώ ήμουν στο βαγόνι και μου έλεγαν έχουμε βγεί, που είσαι; Είχα πανικοβληθεί, πήρα τηλέφωνο τον πατέρα μου ενώ ήμουν ακόμη μέσα στο βαγόνι. Μου λέει προσπάθησε να βγεις και ευτυχώς ένας κύριος έσπασε το παράθυρο το πάνω, σκαρφάλωσα και πήδηξα από το παράθυρο.
Η αρχή του τρίτου βαγονιού έπαιρνε φωτιά, ήμουν κοντά στη φωτιά. Προχωρήσαμε γιατί φοβόμασταν αν θα εξαπλωθεί η φωτιά. Ήμασταν περίπου 10-15 άτομα, ήταν μαζί μας και μια μαμά με ένα μικρό παιδάκι. Μετά από λίγο ήρθε η Πυροσβεστική μας τράβηξε, μας έσυρε από τις ράγες με σχοινιά και μας ανέβασε πάνω στο δρόμο. Φωνές, κλάματα, αίματα. Κατάλαβα ότι κάπου χτύπησα και έβγαλα μια φωτογραφία τον εαυτό μου και τρόμαξα δεν τον είχα ξαναδεί έτσι. Είχα γυαλιά το πρόσωπο μου, δεν ήξερα τι είχα πάθει, δεν είχα καταλάβει καν τι είχε γίνει. Με έπαιρναν τηλέφωνο και έλεγα ότι εκτροχιάστηκε το τρένο, δεν κατάλαβα ότι είχε γίνει μετωπική σύγκρουση.
Έβλεπα κόσμο να φεύγει με λεωφορεία, έβλεπα κόσμο τραυματισμένο, κόσμο να κλαίει. Ήρθαν από το ΕΚΑΒ για να πάω στο νοσοκομείο και τους είπα ότι έρχονται συγγενείς μου. Ήρθαν και με πήραν κατευθείαν και με πήγαν στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο. Εκεί γίνονταν ένας χαμός, δεν ήξεραν που να μας βάλουν. Είδα άτομα που είχαν καεί. Για να μας κάνουν αξονική περιμέναμε τρεις ώρες.
Δεν κατάλαβα εκείνη την ημέρα το μέγεθος της τραγωδίας. Εκείνες τις 2-3 ημέρες ζούσα σαν να μην συμμετέχω σε αυτό που έγινε, λες και έπαιζα σε ταινία, σαν το παρακολουθώ. Στο νοσοκομείο έμεινα ένα βράδυ. Την επόμενη, 2 Μαρτίου είχα και γενέθλια, δεν ήθελα να τα περάσω στο Νοσοκομείο. Νομίζω ότι ακόμη και σήμερα κάποιες φορές δεν καταλαβαίνω τι έγινε.
Ένα χρόνο μετά το νιώθω πιο δύσκολο απ’ ότι στην αρχή γιατί τότε δεν το είχα συνειδητοποιήσει και ήταν μεγάλο το σοκ. Θέλω να πιστεύω ότι θα δικαιωθούν οι ψυχές των θυμάτων. Θα αγωνιστώ για να δικαιωθούν, συμμετέχω στις προσπάθειες. Ήμασταν όλα μικρά παιδιά που πηγαίναμε στις πόλεις που σπουδάζαμε μετά από ένα τριήμερο αποκριών.
Θυμάμαι ότι κάθισα στη θέση που έγραφε το εισιτήριο, ποτέ όσες φορές πήρα τρένο δεν καθόμουν στη θέση μου, πήγαινα στο κυλικείο. Και λίγα λεπτά πριν γίνει η σύγκρουση μου είχαν πει τα παιδιά να πάμε στο κυλικείο και τους είχα απαντήσει σε λίγο γιατί δεν πεινάω.
Είμαι πάρα πολύ τυχερή, το τραύμα είναι πιο πολύ ψυχικό. Είμαι συγχρόνως άτυχη που έζησα όλο αυτό. Ήταν δύσκολη η κατάσταση, λίγες ημέρες μετά ήταν και η κηδεία του Τάσου (Κουτσόπουλου) τον οποίο ήξερα. Ήταν ένας άγγελος ο Τάσος.
Όταν θα κληθώ να καταθέσω θα πω ό,τι ξέρω και ό,τι έζησα. Πιστεύω ότι δεν ήταν τυχαίο, ήταν να γίνει, το μέρος και η στιγμή. Θα ήθελα όλοι όσοι φταίνε να μπουν φυλακή γιατί χάθηκαν 57 ψυχές και υπάρχουν και άτομα που έχουν τραυματιστεί σοβαρά ή που βίωσαν τον τρόμο μέχρι να βγουν για να μην πεθάνουν. Τα ψυχικά τραύματα είναι πάρα πολύ σοβαρά…”.