Εληξε η σύμβαση για τη καθαριότητα του πρώην ΚΕΠΕΠ Καρδίτσας-Τρίωρη στάση εργασίας χθες από τους εργαζόμενους
“Ακέφαλο” παραμένει το Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας Θεσσαλίας από τον Σεπτέμβριο. Τον περασμένο Μάιο η τελευταία πρόεδρος του Κέντρου κ. Δήμητρα Παππά παραιτήθηκε και ανέλαβε καθήκοντα προσωρινό διοικητικό συμβούλιο για διάστημα τριών μηνών. Η θητεία της προσωρινής διοίκησης όμως έληξε τον Σεπτέμβριο και εκ τοτε δεν έχει οριστεί νέος Προεδρος με αποτέλεσμα το Κέντρο να μην έχει διοίκηση.
Αυτό δημιουργεί σωρεία προβλημάτων στη λειτουργία των παραρτημάτων του Κέντρου σε Καρδίτσα, Τρίκαλα και Λάρισα με αποτέλσμα οι δομές του να βρίσκονται κυριολεκτικά στον αέρα.
Χθες οι εργαζόμενοι των παραρτημάτων του κέντρου προχώρησαν σε τρίωρη στάση εργασίας και ένωσαν τις φωνές τους σε συγκεντρωση που πραγματοποίησαν έξω από το πρώην ΚΕΠΕΠ της Καρδίτσας, ζητώντας να οριστεί άμεσα νέα διοίκηση ώστε να προχωρήσουν γραφειοκρατικά ζητήματα και να λυθούν πορβλήματα που προέκυψαν όπως η λήξη της σύμβασης για την καθαριότητα.
Ειδικότερα όπως τόνισε στο “ΝΑ” η Πρόεδρος του Συλλόγου Εργαζομένων στο πρώην ΚΕΠΕΠ κ. Ευαγγελία Καλαπανίδα η απουσία νέας διοίκησης, καθυστερεί σημαντικά τη λήψη σημαντικών για τη λειτουργία των δομών αποφάσεων. “Ενδεικτικό παράδειγμα είναι η λήξη της σύμβασης με την εταιρεία καθαρισμού, η οποία δεν μπορεί να ανανεωθεί αφήνοντας τον χώρο χωρίς τις απαραίτητες υπηρεσίες υγιεινής” είπε χαρακτηριστικά η κ. Καλαπανίδα και τόνισε ότι αν δεν οριστεί αμεσα θδιοίκηση θα προκύψουν και άλλα ζητήματα ακθώς λίγουν συμβάσεις γαι φάρμακα, τρόφιμα και εργαζομε΄νους. “Η σοβαρή έλλειψη προσωπικού φροντίδας και εξειδικευμένων επαγγελματιών, όπως ψυχολόγων, φυσιοθεραπευτών, εργοθεραπευτών και λογοθεραπευτών, έχει φέρει το Παράρτημα σε εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση. Η επικείμενη λήξη των συμβάσεων του επικουρικού προσωπικού Covid στις 31 Δεκεμβρίου θα επιδεινώσει το πρόβλημα” πρόσθεσε η κ. Καλαπανίδα και κατέληξε «Τα προβλήματα που μας ταλανίζουν δεν επιδέχονται άλλη αναβολή και η αδράνεια που επιδεικνύεται μέχρι σήμερα θέτει σε κίνδυνο τη λειτουργία του χώρου και την παροχή ποιοτικών υπηρεσιών στα παιδιά που φροντίζουμε”.
Ανάλογη είναι η κατάσταση και στη δομή του Αμπελώνα σύμφωνα με τον Προεδρο του Σωματείοιυ Εργαζομένων κ. Κ. Γκιούρη ο οποίος βρέθηκε χθες στην Καρδίτσα. Τη στήριξή τηξς στον α γώνα των εργαζομένων εξέφρασε και η ΠΟΕΔΗΝ μέσω του μέλους της Εκτελεστικ΄ςη Γραμαμτεάις της ομοσπονδίας κ. Κ. Μπάζου ενώ τη συμπαράστασήτ ους σοτν αγώνας εξε΄φρασαν και ο Γραμαμτεάς του ΝΤ της ΑΔΕΔΥ κ. Γ. Αλεξόπουλος αλλά και ο πρόεδρος των Εργαζομένων του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Λάρισας κ. Κ. Λαρίσης.
Με την ευκαιρία οι εργαζόμενοι στις δομές πρόνοιας θέτουν και μια σειρά άλλων ζητημάτων που δυσχεραίνουν το έργο τους και επηρεάζουν τη ελιτορυγίας τους. Ειδικότερα όπως αναφέρουν:
“Την τελευταία δεκαετία πολλοί συνάδελφοι μας έχουν συνταξιοδοτηθεί χωρίς να υπάρξουν προσλήψεις για την αντικατάστασή τους, καθιστώντας τη λειτουργία του χώρου μη βιώσιμη. Επιπρόσθετα, α) η εισαγωγή παιδιών που απαιτούν εντατική φροντίδα και νοσοκομειακή νοσηλεία την οποία καλείται να αναλάβει το ελάχιστο προσωπικό μας, β) η συνοδεία των περιθαλπομένων στα νοσοκομεία, καθώς και, γ) η απουσία επαρκούς φύλαξης του χώρου, δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο την κατάσταση, δημιουργόντας ένα ιδιαίτερα δυσμενές εργασιακό περιβάλλον το οποίο θέτει σε κίνδυνο την ποιότητα των υπηρεσιών που προσφέρουμε. Σημαντικό ζήτημα αποτελεί η μη καταβολή των δεδουλευμένων υπερωριών και εξαιρεσίμων από την 1η Ιανουαρίου 2024 έως και σήμερα, γεγονός που επιβαρύνει περαιτέρω την καθημερινή μας ζωή και τον προϋπολογισμό των οικογενειών μας. Απαιτούμε την ένταξή μας στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, την πρόωρη συνταξιοδότηση με πλήρεις συντάξιμες αποδοχές πέντε χρόνια νωρίτερα, καθώς και την καταβολή του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας ύψους 200 ευρώ, όπως αυτό καταβάλεται στους εργαζόμενους στα νοσοκομεία και τις δομές του Υπουργείου Υγείας. Καλούμε όλους τους συναδέλφους να στηρίξουν με την παρουσία τους τη στάση εργασίας, ώστε να στείλουμε ένα ισχυρό μήνυμα στις αρμόδιες αρχές ότι δεν μπορούμε να παραμένουμε άλλο σε αυτήν την κατάσταση. Οι ζωές των παιδιών που φροντίζουμε, αλλά και η αξιοπρέπειά μας ως εργαζόμενοι, απαιτούν άμεσες και δραστικές λύσεις».