Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου

Το αίσθημα της αδικίας, η επιμονή μας για καθαρές, ειλικρινείς απαντήσεις, η εμφανής κούραση, και η απώλεια της κοινωνικής εμπιστοσύνης απέναντι στο κράτος.

Συνήθως η πίστη μας κλονίζεται σημαντικά από μια υπάρχουσα οικονομική αστάθεια στο εσωτερικό μιας χώρας. Αυτή τουλάχιστον εδραιώνεται ως κυρίαρχη αιτία οδηγώντας την πλειονότητα μιας κοινωνίας να γυρίσει την πλάτη της σε πολιτικά πρόσωπα, παρατάξεις, θεσμούς και στις λήψεις αποφάσεών τους. Βέβαια, η δυσπιστία των πολιτών ανά χώρα διαφέρει μεταξύ τους, καθώς εξαρτάται από διάφορους παράγοντες που σχετίζονται με τη μορφή πολιτεύματος, τα κοινωνικά ζητήματα που απασχολούν την εκάστοτε χώρα, και από γνωρίσματα, όπως η μάχη της ταυτότητας, οι αντιλήψεις μας, η διεκδίκηση δικαιωμάτων και σύμβολα που μας κρατούν σταθερά σε ανυποχώρητες αγκυλώσεις και κοινωνικούς φραγμούς.

Ακόμη κι αν οι δημοσκοπήσεις αποτελούν ένα ατελές μέτρο του δημόσιου αισθήματος, κόμματα και πολίτες, κυβερνήσεις και οι πρωταγωνιστές τους, μελετούν σοβαρά αυτά τα ποσοστά και σφυγμομετρούν εν μέρει τις κυρίαρχες τάσεις εντός των κοινωνικών ομάδων όλων των ηλικιών. Στη χώρα μας, ερωτηθήκαμε πάλι για τη λειτουργία και την τωρινή αξία του κράτους στη μαύρη επέτειο της τραγωδίας των Τεμπών. Ένα σοβαρό κοινωνικοπολιτικό θέμα που περιβάλλεται από ερωτήματα δίχως απαντήσεις και ξεκάθαρες ευθύνες, χωρίς ακόμη να βρούμε την αρχή του κακού και τις πτυχές του που είχαν πλέον συσσωρευτεί τόσα χρόνια και στέρησαν τελικά τη ζωή σε 57 ανθρώπους. Στην πλειονότητά τους μάλιστα, φοιτητές που μόλις είχαν εισέλθει στο κεφάλαιο των σπουδών τους, νέοι που μοχθούσαν μέσα σε ένα επισφαλές τοπίο καθιστώντας τούς εξ αρχής σε έναν αδιάκοπο αγώνα με εφήμερες χαρές, αναποδιές και αλλεπάλληλες κρίσεις.

Και όταν επανέρχεται αυτή η περιβόητη συζήτηση σχετικά με τις πολιτικές μας επιλογές και προσανατολισμούς, συνειδητοποιούμε ότι δεν απουσιάζει η άποψή μας στα κρίσιμα γεγονότα, ξεθωριάζει όμως όλο και περισσότερο η εμπιστοσύνη προς εκείνους που αναλαμβάνουν το καθήκον να αλλάξουν την χώρα, που όμως μέχρι σήμερα -μετά το πέρασμα μιας δύσκολης δεκαετίας- η εξασφάλιση αξιοπρεπούς ζωής μοιάζει να είναι η υπέρτατη, αλλά και μία μοναχική πίστα για τον καθέναν ξεχωριστά.

Παρότι ζούμε σε έναν αλληλοεξαρτώμενο κόσμο, όπου ιδεατά θα έπρεπε να βρίσκουμε δικαίωση εκεί που οφείλουμε να την αναζητούμε, όπως και να εξυπηρετούμαστε από υπηρεσίες με τις ευλογίες ενός αξιοκρατικού κράτους, τελικά η ιδέα αυτής της συνύπαρξης σβήνει στον ορίζοντα. Εάν τόσο καιρό διατηρούμε τις επιφυλάξεις για να ερμηνεύουμε ποσοστά σε δημοσκοπήσεις, το κυρίαρχο στοιχείο που παρουσιάζουν όλες είναι το εξής: η ολοένα και πιο υψηλή αποχή, η απομάκρυνση των πολιτών από τα κόμματα, η απώλεια της πίστης είτε πρόκειται για τα πρόσωπα – πρωταγωνιστές της σκηνής, είτε για αφηγήματα της εκάστοτε πολιτικής δύναμης.