Άνοιξε ο δρόμος για τη λειτουργία του υδροηλεκτρικού σταθμού της ΔΕΗ στη Μεσοχώρα Τρικάλων, στον άνω ρου του Αχελώου.

Με μια απόφαση «σταθμό» το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) έκρινε ως νόμιμους τους περιβαλλοντικούς όρους για το έργο «φάντασμα» το οποίο ξεκίνησε να κατασκευάζεται το 1986, περατώθηκε τον Απρίλιο του 2001, αλλά δεν λειτούργησε ποτέ. Συνολικά έχει κοστίσει περίπου 500 εκατ. ευρώ σε σημερινή αξία ενώ η εταιρεία εκτιμά ότι χάνει 20 με 30 εκατ. ευρώ ετησίως από δυνητικά έσοδα που θα είχε εάν λειτουργούσε.

Δικαίωση

Σχεδόν τέσσερις δεκαετίες μετά την έναρξη της κατασκευής του φράγματος, συνδεδεμένο τότε με το φαραωνικό σχέδιο της εκτροπής των υδάτων του Αχελώου προς τη Θεσσαλία, και έπειτα από οκτώ προσφυγές των κατοίκων της περιοχής _ επτά στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο και μία στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης _ στις οποίες δικαιώθηκαν, το έργο κρίθηκε εκ νέου, αυτή τη φορά δικαιώνοντας τη ΔΕΗ.

Με την 144/2024 απόφαση τού Ε΄ Τμήματος του ΣτΕ απορρίφθηκε η αίτηση του σωματείου ιδιοκτητών ακινήτων που κατακλύζονται από το υδροηλεκτρικό έργο του ταμιευτήρα Μεσοχώρας Τρικάλων, με την οποία είχε ζητηθεί η ακύρωση των περιβαλλοντικών όρων του έργου. Σύμφωνα με τους ανώτατους δικαστές, η Διοίκηση ευθυγραμμίστηκε με τις προηγούμενες ακυρωτικές αποφάσεις του Δικαστήριου και το έργο αποσυνδέθηκε από το εγχείρημα της εκτροπής του Αχελώου και αδειοδοτήθηκε ως υδροηλεκτρικό έργο.

Το έργο

Έτσι η ΔΕΗ μπορεί πλέον να προχωρήσει τις διαδικασίες. Ήδη από τον Δεκέμβριο του 2022 είχε υπογράψει συμφωνία με τον κροατικό όμιλο Koncar, ο οποίος ήταν εκείνος που είχε αναλάβει και την παροχή του απαιτούμενου ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού για την κατασκευή του έργου. Η συμφωνία περιλαμβάνει δοκιμές και έλεγχο της αξιοπιστίας του εξοπλισμού της υδροηλεκτρικής μονάδας, καθώς και τις προπαρασκευαστικές εργασίες για τη θέση της σε λειτουργία.

Από τη ΔΕΗ η δυνατότητα έμφραξης και η έναρξη πλήρωσης του ταμιευτήρα, τοποθετούνται εντός του 2025, με εκτιμώμενη λειτουργία του έργου στο τελευταίο τρίμηνο 2026. Ωστόσο, όπως αναφέρεται στα εξαμηνιαία οικονομικά αποτελέσματα 2023, «συνεχίζεται η προσπάθεια, σε συνεργασία με την πολιτεία και τους αρμόδιους φορείς και αρχές, ώστε η έμφραξη να καταστεί εφικτή εντός του 2024, με λειτουργία του έργου (ισχύος 161,6 MW) στο τελευταίο τρίμηνο 2025».

Παράλληλα, η ΔΕΗ θα πρέπει να προχωρήσει και στο «μέτωπο» των αναγκαστικών απαλλοτριώσεων περιουσιών. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, θα απαιτηθούν περίπου 82 εκατ. ευρώ έως την ολοκλήρωσή του έργου, συμπεριλαμβανομένων και των ποσών που απαιτούνται για τις απαλλοτριώσεις.

Το σκεπτικό των δικαστών του ΣτΕ

Όπως αναφέρεται στην απόφαση του ΣτΕ η τελευταία αδειοδότηση του έργου έχει ως έρεισμα τον χωροταξικό σχεδιασμό (εθνικού και περιφερειακού επιπέδου) καθώς και τα σχέδια διαχείρισης υδάτων, που καταρτίζονται κατ’ εφαρμογή της εθνικής και ευρωπαϊκής νομοθεσίας σε επίπεδο λεκανών απορροής ποταμών, επιχειρήθηκε δε κατ’ επίκληση, μεταξύ άλλων, του φιλικού προς το περιβάλλον χαρακτήρα των έργων παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, όπως είναι τα ρέοντα ύδατα.

«Η δραστηριότητα αυτή είναι, κατά τη νομοθεσία, νοητή ως μέσο ανάσχεσης της κλιματικής αλλαγής και, υπό την έννοια αυτή, είναι, καταρχήν, επωφελής για το περιβάλλον», επισημαίνουν οι δικαστές. Στο πλαίσιο αυτό η απόφαση του Δικαστηρίου υπενθυμίζει σειρά νομοθετημάτων, τα οποία επιβάλλουν στην Ελλάδα συγκεκριμένους στόχους ως προς το ποσοστό διείσδυσης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής της χώρας.

Έτσι, όπως υπογραμμίζεται στην απόφαση 144/2024 οι δυσμενείς επιπτώσεις που ενδεχομένως επιφέρουν στο περιβάλλον οι μονάδες παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ πρέπει να σταθμίζονται προς τα περιβαλλοντικά τους οφέλη. Αυτό προβλέπεται ρητά σε πρόσφατο Κανονισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που εκδόθηκε ενόψει και των κινδύνων στον ευρωπαϊκό ενεργειακό εφοδιασμό που προκαλεί ο ρωσο-ουκρανικός πόλεμος, ο οποίος δεν εφαρμόζεται, μεν, στη συγκεκριμένη περίπτωση, η υποχρέωση της στάθμισης αυτής γίνεται, όμως, δεκτή από τη νομολογία κατ’ εφαρμογή και των πάγιων κανόνων της εθνικής και της ευρωπαϊκής νομοθεσίας.

Δεν επιδεινώνονται οι επιπτώσεις στο περιβάλλον

Από το σύνολο των στοιχείων της υπόθεσης και τη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων του έργου προκύπτει ότι έχουν επέλθει σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις στις εκβολές του Αχελώου στο Ιόνιο Πέλαγος, οι οποίες συνίστανται στην μετατροπή του οικοσυστήματος των εκβολών σε άλλου τύπου οικοσύστημα (αλοφυτικού βιοτόπου) λόγω κατακράτησης των φερτών υλικών του ποταμού που τροφοδοτούν το δέλτα, σε ποσοστό άνω του 98%. Ωστόσο, όπως συμπεραίνουν οι ανώτατοι δικαστές, αυτό οφείλεται στη λειτουργία τριών φραγμάτων κατά μήκος του Αχελώου (Κρεμαστών, Καστρακίου και Στράτου), και δεν αναμένεται να επιδεινωθεί από ένα ακόμη υδροηλεκτρικό έργο, που, μάλιστα είναι ήδη κατασκευασμένο.

Αντιθέτως, πολύ σοβαρές επιπτώσεις θα έχει η λειτουργία του συγκεκριμένου έργου στον οικισμό Μεσοχώρας, μέρος του οποίου θα κατακλυσθεί. Ως προς το ζήτημα αυτό, κρίθηκε ότι το Σύνταγμα δεν περιέχει απόλυτη απαγόρευση μετατόπισης οικισμών, η οποία έχει ήδη επιχειρηθεί στο παρελθόν (π.χ. σε οικισμούς της Κοζάνης και της Φλώρινας). Η μετατόπιση, όμως, πρέπει να επιχειρείται με μεγάλη φειδώ λόγω των σημαντικών επιπτώσεών της στους θιγόμενους κατοίκους.

Οι οικισμοί

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, όπως αποφάσισαν οι δικαστές του ΣτΕ, η κατάκλυση μέρους του οικισμού, λόγω της οποίας έχει κηρυχθεί μεγάλος αριθμός απαλλοτριώσεων ιδιοκτησιών και έχει μελετηθεί η μεταφορά του, δεν υπερβαίνει το συνταγματικό όριο της αναλογικότητας.

Στην κρίση αυτή του Δικαστηρίου βάρυνε το γεγονός ότι το έργο προβλέπεται ρητώς από τον χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό, καθώς και τα σχέδια διαχείρισης υδατικών πόρων, τα οποία έχουν ήδη εγκριθεί και δεν επιτρέπεται, καταρχήν, να παραβιάζονται.

Κρίθηκε, τέλος, ότι το έργο, που θα μετατρέψει το ποτάμιο οικοσύστημα της περιοχής Μεσοχώρας σε λιμναίο δεν παρουσιάζει, όπως έχει μελετηθεί, σοβαρούς κινδύνους για την ορνιθοπανίδα (ιδίως το όρνιο), την ιχθυοπανίδα (ιδίως την άγρια πέστροφα) και την καφέ αρκούδα.