Η πρωτοφανής ανομβρία που βίωσε φέτος ο θεσσαλικός κάμπος μετά τις περσινές πλημμύρες, σε συνδυασμό με την απαξίωση των αγροτικών και κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων λόγω ξηρασίας, χαμηλών παραγωγών και τιμών και εσχάτως ζωονόσων που αφανίζουν κοπάδια, θέτουν μετ΄επιτάσεως το ερώτημα ποιο θα είναι το μέλλον αυτού του τόπου.
Ήδη αρχίζει να παρουσιάζεται μειωμένο ενδιαφέρον για τα προγράμματα νέων αγροτών και κτηνοτρόφων, σύμφωνα με τα όσα μας μεταφέρουν μελετητές – γεωπόνοι, καθώς οι νέοι άνθρωποι φεύγουν από τα χωριά, ιδιαίτερα μετά τη θεομηνία “Daniel” καθώς αντιλαμβάνονται ότι είναι έρμαιο της κλιματικής κατάρρευσης και της αδυναμίας της πολιτείας να χαράξει εθνικό στρατηγικό βιώσιμο σχέδιο για τον πρωτογενή τομέα στον πιο παραγωγικό κάμπο της χώρας.
Η γη εγκαταλείπεται σε πρώτη φάση για την κατασκευή μεγάλων φωτοβολταϊκών πάρκων και το επόμενο βήμα θα είναι να παραχωρηθεί σε διάφορα funds που θα εκμεταλλευτούν τα προγράμματα όπως αυτό για τα θερμοκήπια που δεσμεύει σημαντικούς πόρους από τα σχέδια βελτίωσης (πάνω από 200 εκατομμύρια ευρώ από τα συνολικά 300 του ΠΑΑ).
Στο θεσσαλικό κάμπο έχει μπει ένα μεγάλο «ΠΩΛΕΙΤΑΙ» και ελάχιστοι είναι εκείνοι που επιμένουν πεισματικά έχοντας συναισθηματική σχέση με τη γη να το παλεύουν κάτω από πραγματικά αντίξοες συνθήκες και δηλώνουν ότι θα παραμείνουν στη γη τους, αντιλαμβανόμενοι το αδιέξοδο της μετεγκατάστασής τους σε μεγάλα αστικά κέντρα.
Όσο δε η πολιτεία καθυστερεί να υλοποιήσει τα μεγάλα αρδευτικά – αντιπλημμυρικά έργα τόσο η τάση φυγής θα αυξάνεται μέχρις ότου η γη περάσει σε μεγάλες πολυεθνικές τροφίμων και ενέργειας που θα αξιώσουν και θα απαιτήσουν στη συνέχεια να προχωρήσουν με «ταχύτητα φωτός» έργα που καθυστερούν επί δεκαετίες για να αρχίσουν να αποδίδουν οι «επενδύσεις τους».
Αναλυτικότερα στην εφημερίδα Νέος Αγών