Μαρτυρίες ανθρώπων, που βρέθηκαν στην πύρινη λαίλαπα της Χαβάης, έρχονται στο φως και συγκλονίζουν την ώρα που το νησί μετρά νεκρούς,τραυματίες και υλικές ζημιές.

Η Τι Ντανγκ βρισκόταν σε ένα νοικιασμένο αυτοκίνητο με τα τρία της παιδιά και τον σύζυγό της στην Φροντ Στριτ της Λαχάινα, όταν είδε τις φλόγες να πλησιάζουν επικίνδυνα προς το μέρος τους.

Όταν είδαν τα οχήματα γύρω τους άρχισαν να παίρνουν φωτιά αποφάσισαν, όπως αναφέρει το BBC, να αρπάξουν τα τρόφιμα, το νερό και τα τηλέφωνά τους και να τρέξουν προς τη θάλασσα.

Είχαν ήδη δει άλλους που προσπαθούσαν να ξεφύγουν από τις ταχύτατα κινούμενες φλόγες να κάνουν το ίδιο, συμπεριλαμβανομένης μιας ηλικιωμένης γυναίκας που με τη βοήθεια άλλων περιοίκων μπήκε στον ωκεανό.

«Έπρεπε να φτάσουμε στον ωκεανό», δήλωσε την Πέμπτη (10/8) στο BBC News η μητέρα από το Κάνσας. «Δεν υπήρχε τίποτε άλλο γιατί ήμασταν περικυκλωμένοι από τις φλόγες».

Με τα παιδιά τους – ηλικίας πέντε, 13 και 20 ετών – έμειναν αρχικά κοντά στην ακτή. Αλλά καθώς πλησίαζε το βράδυ και η παλίρροια ανέβαινε, το νερό άρχισε να τους ρίχνει στον βραχώδη τοίχο του λιμανιού, με αποτέλεσμα να υποστεί ένα βαθύ κόψιμο στο πόδι της.

Όταν η σειρά των αυτοκινήτων στην Φροντ Στριτ – «τουλάχιστον 50» από αυτά – άρχισε να εκρήγνυται, αναγκάστηκαν να μετακινηθούν πιο βαθειά καθώς συντρίμμια άρχισαν να εκτοξεύονται προς το μέρος τους.

Βρέθηκαν στο νερό για σχεδόν τέσσερις ώρες, είπε η ίδια.

Ήταν απόγευμα Τρίτης, αλλά ο ουρανός πίσω τους ήταν κατάμαυρος από τον καπνό της πυρκαγιάς.

Ήταν μια οδυνηρή δοκιμασία για την οικογένεια, η οποία δεν ήξερε αν θα κατάφερναν να βγουν ζωντανοί. Κάποια στιγμή, ένα από τα παιδιά της από την καταπόνηση λιποθύμησε μέσα στο νερό.

Ο πυροσβέστης που τους έσωσε

Τελικά η σωτηρία ήρθε από έναν πυροσβέστη που τους κατεύθυνε μέσα από τους φλεγόμενους δρόμους.

Θυμάται τον πυροσβέστη να τους λέει: «Δεν ξέρω καν αν θα τα καταφέρουμε. Απλά κάντε ό,τι σας λέω. Αν σας πω να πηδήξετε, πηδήξτε. Αν σας πω να τρέξετε, τρέξτε».

Όλη η οικογένεια υπέστη εγκαύματα.

Αφού έφτασε σε καταφύγιο στο Maui Prep School, αναγκάστηκαν να μετακινηθεί άλλες δύο φορές, μεταξύ των οποίων μία φορά επειδή ένα καταφύγιο απειλήθηκε από τις φλόγες.

Κρανίου τόπος η πόλη Λαχάινα

Το μεγαλύτερο πλήγμα έχει δεχθεί η ιστορική πόλη Λαχάινα, όπου ζουν 12.000 κάτοικοι και η οποία αποτελεί δημοφιλή προορισμό για τους τουρίστες.

Σε συνέντευξη Τύπου την Πέμπτη (10/8), ο κυβερνήτης της Χαβάης Τζος Γκριν δήλωσε ότι πρόκειται για «τη μεγαλύτερη φυσική καταστροφή στην ιστορία της πολιτείας της Χαβάης».

«Θα συνεχίσουμε να έχουμε απώλειες ανθρώπινων ζωών», πρόσθεσε ο κυβερνήτης Γκριν. Οι αξιωματούχοι δήλωσαν ότι δεν γνωρίζουν πόσοι άνθρωποι αγνοούνται προς το παρόν, καθώς συνεχίζουν τις έρευνες.

Καμία από τις πυρκαγιές δεν έχει περιοριστεί 100%.

Ο κυβερνήτης Γκριν πρόσθεσε ότι η πολιτεία αγωνίζεται να στεγάσει χιλιάδες εκτοπισμένους ανθρώπους. Απηύθυνε κάλεσμα τους Χαβανέζους σε άλλα σημεία της πολιτείας να προσφέρουν δωμάτια και καταφύγιο σε όσους το έχουν ανάγκη.

Έχασαν τα πάντα

Πολλοί είναι εκείνοι που έχουν χάσει τα σπίτια τους, όπως ο Μπράις Μπαρόινταν, ο οποίος αναγκάστηκε να το εγκαταλείψει με την οικογένειά του.

Άφησαν σχεδόν όλα τα υπάρχοντά τους πίσω, πιστεύοντας ότι το σπίτι τους θα ήταν ακόμα όρθιο όταν επέστρεφαν, αλλά τελικά καταστράφηκε.

«Όταν το μάθαμε… η μητέρα μου ξέσπασε σε κλάματα», δήλωσε. «Όχι μόνο ολόκληρος ο δρόμος, αλλά ολόκληρη η γειτονιά χάθηκε».

«Αυτό που με λυπεί περισσότερο που άφησα πίσω μου ήταν οι πέντε χαμαιλέοντες που είχα ως κατοικίδιο», πρόσθεσε ο 26χρονος. «Ήμουν πολύ δεμένος μαζί τους και λυπάμαι που δεν τους πήραμε μαζί μας όταν φύγαμε».

Ο Στιβ Κέμπερ, φωτογράφος, έχασε μια γκαλερί που διαχειριζόταν στην Φροντ Στριτ στη Λαχάινα, δήλωσε η αδελφή του, Σούζαν Κέμπερ.

Όπως εξήγησε επειδή μόνο ένας δρόμος οδηγεί μέσα και έξω από την πόλη, χρειάστηκε τρεις ώρες για να διαφύγει και να οδηγήσει ανατολικά στην πόλη Χάικου του Μάουι, όπου ζει ο γιος του.

«Ήταν μια δύσκολη απόφαση», είπε η ίδια. «Ήταν εντελώς εξαντλημένος όταν έφτασε στο σπίτι του ανιψιού μου. Ήταν συντετριμμένος».

Η Κέμπερ η οποία έχει ζήσει για καιρό στο Μάουι και σε άλλα νησιά της Χαβάης, εξήγησε ότι πολλά από τα κτίρια στην παλιά πόλη της Λαχάινα είναι κατασκευασμένα από ξύλο, κληρονομιά από την εποχή που η πόλη ήταν σημαντικό λιμάνι φαλαινοθηρίας. Αυτό πιθανότατα διευκόλυνε την εξάπλωση της πυρκαγιάς στην πόλη, είπε.

«Απλώς ανέβηκε σαν πυρσός», είπε. «Ήταν σαν σπίρτα στο έδαφος».

Η ίδια και άλλοι χρειάστηκαν να προσπαθήσουν πολύ για να έρθουν σε επαφή με φίλους και συγγενείς που ζουν στην περιοχή, καθώς λόγω της φωτιάς χιλιάδες νοικοκυριά στο νησί είναι χωρίς ρεύμα.

Μια γυναίκα είπε ότι δεν μπορούσε να έρθει σε επαφή με τους γονείς της που έμεναν σε ξενοδοχείο στη Λαχάινα για το μήνα του μέλιτος. Κατέγραψε τα ονόματά τους στον Ερυθρό Σταυρό, αλλά δεν είχε νέα τους εδώ και 24 ώρες.

Χιλιάδες οι επισκέπτες που εγκαταλείπουν το νησί

Αφού διέφυγαν από την πύρινη λαίλαπα και μετακινήθηκαν από καταφύγιο σε καταφύγιο, η Ντανγκ και η οικογένειά της κατάφεραν να φτάσουν στο αεροδρόμιο του Μάουι, όπου σχεδίαζαν να επιβιβαστούν σε πτήση επιστροφής στο Κάνσας.

Περίπου 14.000 τουρίστες απομακρύνθηκαν από το Μάουι την Τετάρτη (9/8), σύμφωνα με αξιωματούχους και έπεται συνέχεια.

Όσον αφορά τον 26χρονο Μπραόινταν αυτός και οι γονείς του έχουν μείνει με συγγενείς στην άλλη πλευρά του Μάουι.

«Είμαστε όλοι σε κατάσταση σοκ», δήλωσε. Αλλά, πρόσθεσε: «Ο μπαμπάς μου μου είπε ότι όλα στο σπίτι μπορούν να αντικατασταθούν και ότι είμαστε τυχεροί που έχουμε ο ένας τον άλλον».

Πηγή:cnn.gr