«Πότε θα ανοίξεις πάλι σχολείο μου;»

Η φωτογραφία είναι από το κλειστό δημοτικό Σχολείο του Μεσενικόλα. Η χαρακτηριστική αυτή φράση γραμμένη με κιμωλία στον πίνακα μιας αίθουσας, διακρίνεται με μια πρόχειρη ματιά από τα τζάμια του σχολείου.

Για την ερώτηση «πότε θα ανοίξεις σχολείο μου;» η ανάλογη απάντηση έρχεται εύκολα στα χείλη μας, μιας και η συρρίκνωση του πληθυσμού είναι γεγονός και η εγκατάλειψη της υπαίθρου, της επαρχίας και των πόλεων εκτυλίσσεται κανονικά δίχως γυρισμό. Ακόμη μάς έρχονται στο νου τα λόγια των υποψήφιων πολιτικών του Νομού στις προηγούμενες εκλογές, που μιλούσαν για το δημογραφικό και τις προκλήσεις που συναντά η ελληνική κοινωνία.

Εκθέσεις ιδεών επί το πλείστον, λόγια δηλαδή που κάθε πολίτης αναλύει από τη δική του σκοπιά, ανεξαρτήτως ιδιότητας και θέσεως εντός κοινωνίας. Αναλύσεις επί αναλύσεων σε θεωρητικό επίπεδο για το ζήτημα του δημογραφικού δίχως αντίκρισμα, καθώς πολλές φορές ακόμη και τα πολιτικά πρόσωπα έχουν επίγνωση της δυσμενούς εικόνας όπως και των ελάχιστων διαθέσιμων απαντήσεων – λύσεων.

Τα σχολεία στα χωριά ερήμωσαν. Όχι πρόσφατα, αλλά εδώ και χρόνια. Διότι η ζωή από πλευράς επαγγελματικών ευκαιριών διαδραματίζεται στα μεγάλα αστικά κέντρα. Όλη αυτή η συσσώρευση κοινωνικών τάσεων, νέων και παλιών, γνώσης και εξειδίκευσης, θυσιάζοντας όμως την ποιότητα της ζωής, τις αναμνήσεις μας που θεωρούνταν άλλοτε βάση σε ό,τι μαθαίναμε ως σωστό τρόπο ζωής.

Έτσι λοιπόν, τα προαύλια των σχολείων στα χωριά χορταριάσανε επικίνδυνα, σε σημείο που οι αυλές δεν θυμίζουν τις εικόνες ενός οικείου κάποτε παρελθόντος. Φυτά αναρριχώνται ανενόχλητα στους πέτρινους τοίχους, ξύλινες κατασκευές κρέμονται από τα τελευταία μισο-σκουριασμένα καρφιά, ενώ μπασκέτες και τέρματα ξεφτισμένα στο χρώμα σίδερα, από το πέρασμα του χρόνου.
Δ.Γ.