Το «θολό» εργασιακό τοπίο στο Νομό Καρδίτσας

Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου

Τί συμβαίνει με το εργασιακό τοπίο στην Καρδίτσα; Η αγορά στο Νομό μοιάζει ήδη από την αρχή προβλέψιμη για όποιον προσδοκά σταθερά βήματα επαγγελματικής και προσωπικής προόδου.

Τα μικρά περιθώρια εξέλιξης, οι μετρημένες ευκαιρίες εκεί έξω στην κοινωνία μας, όπως και αντιλήψεις χρόνων που «φωλιάζουν» σε χώρους εργασίας, διαμορφώνουν ένα σκηνικό με συμβιβασμούς, αναμονή (ατελείωτη) για κάτι καλύτερο, και εν τέλει φυγή από τον τόπο στον οποίο θα επιθυμούσαμε να είναι πιο αποδεκτικός ως προς τις σημερινές ανησυχίες.

Η χιλιοειπωμένη λέξη της… ανάπτυξης

«Ανάπτυξη δεν έχουμε, πώς θα βρεθούν νέες θέσεις;», αναρωτιούνται Καρδιτσιώτες φέρνοντας παράδειγμα διάφορες αγγελίες που αναζητούν άτομα έως… 29 ετών, όπως και προγράμματα σύντομης ημερομηνίας λήξης, των οποίων οι συμβάσεις δεν διασφαλίζουν μια μακροπρόθεσμη συνεργασία.

Ακόμη και να αναφερόμασταν με προτάσεις σε αυτή την πολυπόθητη ανάπτυξη του τόπου, λύσεις όπως αυτές της βιομηχανίας ή των εργοστασίων αναπαράγονται με τη μορφή φαντασιώσεων για την περιοχή, θαρρώντας πως ένα κουμπί αυτόματα θα μεταμορφώσει την εικόνα μας. Ο ρεαλισμός σε αυτές τις προτάσεις μάς εγκαταλείπει ήδη από νωρίς, δίχως να εγγυόμαστε ότι αυτές οι βλέψεις, εφόσον υλοποιούνταν, θα έφερναν και την ανάλογη ανατροπή.

Τούτη τη στιγμή στο Νομό συναντάμε συχνότερα αγγελίες για δουλειές με περιορισμό ηλικίας, με απώτερο σκοπό να συνδυάζονται με προγράμματα βραχύχρονης απασχόλησης και τα κριτήριά τους. Θέσεις με προοπτικές για περαιτέρω εξειδίκευση των εργαζομένων που θα οδηγεί στην ατομική βελτίωση, σπανίως συναντάμε.

Από την άλλη, η απόφαση να χαράξουμε μόνοι μας το δρόμο εντός της αγοράς ως ελεύθεροι επαγγελματίες, θεωρείται μεν τολμηρή, αλλά τουλάχιστον οι στόχοι, η πρόοδος σε οτιδήποτε απασχολούμαστε εξαρτώνται από τα δικά μας (και μόνο) χέρια και το μυαλό. Πρόκειται για ένα μονοπάτι που στην επαρχία προτιμάται από νέους επαγγελματίες, αποφεύγοντας τις επιλογές καριέρας σε μεγαλουπόλεις και διεθνείς εταιρείες με έδρα την Ελλάδα, ή επίσης την εργασιακή στασιμότητα της μικρής πόλης.

Βέβαια, η εργασία και οι συνθήκες σ’ αυτήν αποτελούν για όλους μας ένα ξεχωριστό, προσωπικό κεφάλαιο. Διότι πέρα από την αναζήτηση φιλοδοξίας, τη διαφορά κάνουν η σταθερότητα, το δημιουργικό περιβάλλον, όπως και η αξιοπρεπής ζωή μέσα από αυτήν. Κοινώς, σε μια εργασία δεν αναζητούμε πάντα τις υψηλές μισθολογικές απολαβές ή την αναγνώριση μέσα από την ανάληψη νέων ρόλων. Αντιθέτως, αναζητούμε πόστα που θα εξασφαλίζουν περισσότερο χρόνο για τους δικούς μας ανθρώπους, όπως και για τις δραστηριότητές μας.

Αντί να κάνουμε αγώνα δρόμου για τους νέους, τους δαιμονοποιούμε

Ας προχωρήσουμε στον ισχυρισμό ότι «οι νέοι δεν εργάζονται», προερχόμενος συχνά από μεγαλύτερους του Νομού. Αυτή η πεποίθηση που πλανάται πάνω από τα κεφάλια τον νεοεισαχθέντων στην αγορά, αντικρούεται με την προσπάθεια ατόμων σήμερα που υπερβάλλουν εαυτούς κάνοντας έως και δεύτερη δουλειά για να «στρογγυλέψουν» το εισόδημα.

Η ανεργία στη χώρα μας ασφαλώς και δεν κυμαίνεται σε ποσοστά μνημονιακής κρίσης. Τότε που ξυπνούσαμε με το 25% στο εργασιακό τοπίο και σήμερα είναι λίγο πάνω από το 10%, όσο κι αν διαμορφώνεται με διάφορα «τεχνάσματα», όπως τα προγράμματα – ενέσεις και τις μηνιαίες συμβάσεις. Από την άλλη, κάθε νέος/α σήμερα επιδιώκει την περαιτέρω εξέλιξη με συνεχείς σπουδές, συλλογή διαφόρων skills για να ξεχωρίσουν στην αγορά εργασίας. Για να βρεθεί κάτι καλό, με προοπτικές, κίνητρα και παροχή σεβαστών – για την εποχή- απολαβών, χρειάζεται επιμονή, υπομονή, χρόνος. Για θέσεις μάλιστα μετρημένες στα δάχτυλα ενός χεριού. Σε πόστα εργασίας που δυστυχώς όχι μόνο δεν υπάρχουν στην επαρχία, αλλά εργασιακοί όροι και δικαιώματα δεν υφίστανται απέναντι στην εμπειρική γλώσσα της… πιάτσας.

Και αντί να προσελκύουμε τους νέους, να κάνουμε αγώνα δρόμου να δώσουμε… χώρο σε άτομα με δεξιότητες, τους δαιμονοποιούμε εδώ στην επαρχία. Τοποθετούμε ταμπέλες πως «δεν δουλεύουν» ή ότι είναι «αχάριστοι» που ζητούν αυτονόητα μάλιστα πράγματα μέσα έναν γενικά ανισόρροπο κόσμο που ζούμε. Την ίδια στιγμή που οι νέοι αποχωρούν από το Νομό δίχως σκέψη επιστροφής.

Συρρίκνωση των ζωτικών κλάδων του τόπου

Την σήμερον ημέρα αρχίζουμε να χάνουμε τα ατού που κατέστησαν την Καρδίτσα πρωταγωνίστρια. Συρρίκνωση του πρωτογενούς τομέα, αλλά και έλλειψη ενδιαφέροντος των νέων εξαιτίας της αδιεξόδου στη γεωργία. Παιδιά μάλιστα που αν εργάζονταν με ιδανικές συνθήκες θα πρόσθεταν γνώση στην καλλιέργεια των χωραφιών, με σύγχρονα μέσα με τα οποία φανταζόμαστε μια κοινωνία να προχωρά μπροστά.

Αντ’ αυτού, φεύγουν προς τα αστικά κέντρα, αλλάζουν επαγγελματικό προσανατολισμό για να ξεκινήσουν το «ταξίδι» τους μέσα σε πολυόροφες εταιρείες ανάμεσα σε εκατοντάδες ίδιου τύπου γραφεία. Κοντά φυσικά και η κτηνοτροφία στις απώλειες του τόπου, ενώ το επιχειρείν δε συγκρατεί μεγάλο αριθμό προσωπικού. Και ακόμη κι αν η εξέλιξη είναι «ποτάμι» που σε παρασέρνει, συχνά εδώ οι χαλαροί ρυθμοί της καθημερινότητας επαληθεύονται αντίστοιχα και στους επαγγελματικούς χώρους.

Σκηνοθετείται ένα δύσκολο εξ αρχής εργασιακό τοπίο. Εκτός από το σενάριο της στασιμότητας και την ελάχιστη καθοδήγηση από περίγυρους, καλείται κανείς να έρθει αντιμέτωπος με την απώλεια πολύχρονων κατακτήσεων, όπως να μη λαμβάνει το θεσπισμένο Δώρο τις περιόδους των γιορτών, να «εξαφανίζονται» άδειες, ή να σημειώνονται αυτές σε καλεντάρι ότι δήθεν τακτοποιήθηκαν πριν τη λήξη του χρόνου. Οι προκλήσεις λοιπόν, δεν είναι μόνο η αναζήτηση ευτυχίας μέσα από μια υγιή δουλειά από κάθε άποψη, αλλά πρέπει να φθαρεί κανείς για να αποκτήσει ό,τι εν τέλει δικαιούται. Και φυσικά αυτές οι
τακτικές επιβεβαιώνονται σε κάθε μέρος της χώρας, ανεξαρτήτως μικρής ή μεγάλης πόλης.

Ενδεχομένως όσα θέτουμε υπόψη για το εργασιακό τοπίο του Νομού, Καρδιτσιώτες θα νομίζουν πως μιλάμε ιδανικά, πως για όλα υπάρχουν τρόποι να γίνουν ρόδινα. Προφανώς και δεν θεωρούμε ότι αύριο η κατάσταση στους χώρους εργασίας θα διαφοροποιηθεί προς το καλύτερο. Ωστόσο, αποτελεί χρέος μας να καταγράψουμε όσα απασχολούν σήμερα έναν εργαζόμενο, ιδίως όταν πρόκειται για τους νέους που -να είστε σίγουροι- αναζητούν την εξέλιξη και τις ιδανικές εργασιακές συνθήκες μανιωδώς, ας είναι και μακριά από τον τόπο που μεγάλωσαν και αγάπησαν στα εφηβικά τους χρόνια.