Η ανησυχία του κυβερνητικού επιτελείου για το κύμα ανατιμήσεων σε τρόφιμα και ενέργεια, έρχεται κάπως όψιμα, με δεδομένο ότι έγκαιρα είχαμε επισημάνει την ανάγκη αναδιοργάνωσης της αγροτικής μας οικονομίας υπό το πρίσμα της κλιματικής κρίσης.
Ήδη εδώ και καιρό έχουμε αναφερθεί στο ράλι τιμών σε βασικά αγαθά, όπως σιτάρι, πετρέλαιο, φρούτα, πρόβειο γάλα, χαλκό, κοβάλτιο κλπ. Από τη μια η πανδημία, από την άλλη η κλιματική κρίση, έχουν δημιουργήσει ένα εκρηκτικό μείγμα, πληθωριστικών τάσεων στην παγκόσμια οικονομία, ενώ η Ελλάδα ήδη έχει αρχίσει να καταγράφει τις απώλειες στον εξαγωγικό τομέα από τις θεομηνίες που την έπληξαν τους τελευταίους μήνες, με αποκορύφωμα τον παγετό.
Ο τομέας της βιομηχανίας κομπόστας ροδάκινου αναζητεί εναγωνίως πρώτη ύλη, καθώς η μείωση της παραγωγής βιομηχανικού ροδάκινου, αλλά και βερίκοκου και αχλαδιού επλήγη από τους ανοιξιάτικους παγετούς κατά 60 με 70%. Εκείνο που παραμένει δυσεξήγητο είναι το πρωτοφανές ράλι στην τιμή του σκληρού σταριού, που ετοιμάζεται να σπάσει ακόμη και το φράγμα των 50 λεπτών το κιλό.
Η ιλιγγιώδης αύξηση στην τιμή των σιτηρών, ωστόσο φέρνει σοβαρές ανατιμήσεις σε ψωμί, μακαρόνια και αρτοσκευάσματα, της τάξης του 20 με 25%, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους καταναλωτές που βλέπουν να έρχεται ένα πρωτοφανές κύμα ακρίβειας. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι στο συνεταιρισμό της Χάλκης Λάρισας και σε μία ομάδα παραγωγών της Γλαύκης προσφέρονται τιμές από τους εμπόρους στα 47 λεπτά το κιλό, τις τελευταίες ημέρες, ενώ ο δείκτης Φότζια, οδεύει προς τα 500 ευρώ ο τόνος.
Όσο βλέπουν αυτό το ράλι τιμών, οι παραγωγοί που το έχουν αποθηκεύσει, δεν λένε να πουλήσουν και έτσι συνεχίζει η ζήτηση να υπερισχύει της προσφοράς και οι τιμές να εκτινάσσονται Γιατί αναβαίνει ξέφρενα το σκληρό σιτάρι Πολλές είναι οι αιτίες για την φρενήρη άνοδο των σιτηρών.
Η πρώτη είναι η χαμηλή παραγωγή τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Ευρώπη (Γαλλία και Ιταλία, όπου είχαμε ξηρασία). Η δεύτερη είναι η πολύ χαμηλή παραγωγή φέτος στον Καναδά. Από τα 6,6 εκατομμύρια τόνους πέρυσι έπεσε φέτος λόγω ξηρασίας και καύσωνα στα 3,8 εκατομμύρια τόνους.
Πάντως ο ίδιος ο Καναδάς καταναλώνει ετησίως περί τους 600.000 τόνους μόλις και οι υπόλοιπες ποσότητες πάνε για εξαγωγή. Ωστόσο φέτος έχουν εκτοξευθεί και τα μεταφορικά κόστη από τα ναύλα, γεγονός που καθιστά ασύμφορη τη μεταφορά σιτηρών από τον Καναδά στην Ευρώπη και την Αφρική. Έτσι η ζήτηση υπερισχύει κατά πολύ της προσφοράς, με αποτέλεσμα να καταγράφονται τιμές ρεκόρ, ενώ η εκτίμηση είναι πως οι ανοδικές τάσεις θα συνεχιστούν… Την ίδια ώρα έχουμε λίγο πριν τη συγκομιδή και εντυπωσιακές διεθνείς τιμές για το βαμβάκι. Για πρώτη φορά στα χρονικά καταγράφονται τιμές στο σύσπορο που ξεπερνούν τα 60 λεπτά το κιλό.
Γιάννης Κολλάτος