Ώριμη εμφανίζεται η ελληνική κοινωνία για την αποδοχή της εφαρμογής του αντικαπνιστικού νόμου, σύμφωνα με τα επιδημιολογικά στοιχεία από πρόσφατες πανελλαδικές έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε ενήλικες και έφηβους. Κι αυτό επειδή, σύμφωνα με τα τα στατιστικά στοιχεία που παρουσιάστηκαν σήμερα σε σχετική συνέντευξη Τύπου, ο επιπολασμός του καπνίσματος στον πληθυσμό της Ελλάδας καταγράφει σταθερή μείωση, ενώ θετικά είναι τα μηνύματα από τη νέα γενιά, καθώς διαπιστώνεται αλλαγή συμπεριφοράς και τάσεων.
Την ίδια ώρα, όμως, υπάρχουν και οι αρνητικές διαπιστώσεις: Συνεχίζουμε να κατέχουμε το θλιβερό ρεκόρ με την έκθεση σε παθητικό κάπνισμα και είμαστε «η χώρα της ντροπής» και στο θέμα πώλησης προϊόντων καπνού σε παιδιά κάτω των 18 ετών.

Το θετικό, λοιπόν, είναι ότι το 87,5% θεωρεί σημαντικό τον εθνικό στόχο για τη μείωση του καπνίσματος, το 81,1% πιστεύει ότι η μη εφαρμογή του νόμου για το παθητικό κάπνισμα αποτελεί σημείο πολιτιστικής υποβάθμισης της χώρας, το 72% δηλώνει ότι νιώθει θυμό όταν επισκέπτεται κλειστούς δημόσιους χώρους που δεν απαγορεύεται το κάπνισμα και το 96% επικροτεί την ανάπτυξη στοχευμένων δραστηριοτήτων για τη μείωση του καπνίσματος στη σχολική ηλικία.

«Είναι η πρώτη φορά που το κράτος έχει τη βούληση να εφαρμόσει τον νόμο για την προστασία από το παθητικό κάπνισμα», ανέφερε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, που διοργάνωσε το Ινστιτούτο Δημόσιας Υγείας του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος και η Ελληνική Αντικαρκινική Εταιρεία, ο διευθυντής του Ινστιτούτου Δημόσιας Υγείας και επικεφαλής της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων για τον Έλεγχο του Καπνίσματος στην Ελλάδα, Παναγιώτης Μπεχράκης. Εξέφρασε, δε, την αισιοδοξία του για την εφαρμογή του νόμου που προστατεύει τη Δημόσια Υγεία όλου του πληθυσμού.

Ο πρόεδρος της Ελληνικής Αντικαρκινικής Εταιρείας, Ευάγγελος Φιλόπουλος, παρουσίασε τα επιδημιολογικά δεδομένα του καπνίσματος στους ενήλικες, τα κυριότερα από τα οποία είναι: Ο επιπολασμός του καπνίσματος στον ενήλικο πληθυσμό ανέρχεται στο 27,5%, σταθερά και σημαντικά μειούμενος, πλησιάζοντας τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 17,9% του πληθυσμού είναι συστηματικοί καπνιστές, ενώ το 9,6% είναι περιστασιακοί, δηλαδή, καπνίζουν λιγότερα από 7 τσιγάρα την εβδομάδα. Η αύξηση της ηλικίας έναρξης του καπνίσματος και τα υψηλά ποσοστά διακοπής, αποδεικνύονται και από το γεγονός ότι τα ποσοστά των συστηματικών καπνιστών είναι ακόμα πιο χαμηλά στις «ακραίες» ηλικίες. Μεταξύ 18-24 ετών, το 7,9% δήλωσαν συστηματικοί καπνιστές, στην ηλικιακή ομάδα 25-34 το 9,9% και σε ηλικίες άνω των 65 το 7,4%.