Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου
Εάν γυρίσουμε πίσω στις δεκαετίες του περασμένου αιώνα, συνειδητοποιούμε ότι η ατζέντα των διεκδικήσεων από τα κινήματα δεν έχει διαφοροποιηθεί σημαντικά σε σχέση με τη σημερινή εποχή. Οι ίδιες ανησυχίες για την βελτίωση της ζωής, όπως και οι ανυποχώρητοι φραγμοί που έχουν «στρογγυλοκαθίσει» εντός των κοινωνιών, εξακολουθούν να μονοπωλούν το ενδιαφέρον μας έως και σήμερα.
Προχωράμε στη ζωή με κάποιες δειλές διαφοροποιήσεις, με νέες ορολογίες και λέξεις αλλά η «ραχοκοκκαλιά» των αιτημάτων είναι σταθερά ίδια. Ωστόσο, οι σφοδρές φυσικές καταστροφές αναρριχώνται ως πρωταρχικό ζήτημα που απειλεί την ανθρώπινη ζωή. Ας μη ξεχνάμε ακόμη ότι οι τεχνολογικές προκλήσεις πρόκειται να κλονίσουν ηθικές και κοινωνικές αξίες μας, εάν δεν το πράττουν ήδη.
Δίπλα στους αγώνες για την επίτευξη διαχρονικών διεκδικήσεων, προστίθεται η τεχνολογία που με έναν αλγόριθμο βρίσκει και ταιριάζει ανθρώπους παρόμοιων ενδιαφερόντων και προτιμήσεων, και φυσικά η κλιματική αλλαγή, η οποία στο Νομό μας και την Θεσσαλία έχει αλλάξει το πλαίσιο των διεκδικήσεων. Έχει μετατρέψει τα συνθήματα των κοινωνικών ομάδων οδηγώντας τα από τη «συρρίκνωση του εισοδήματος» στο «σενάριο της μετανάστευσης» λόγω των φυσικών καταστροφών.
Αδράνεια και δυσάρεστες εκπλήξεις
Τα καιρικά φαινόμενα που ξεπερνούν πλέον τις προβλέψεις των μετεωρολογικών μοντέλων, η καθυστέρηση ολοκλήρωσης έργων των οποίων η αξία τους για θωράκιση είχε επισημανθεί από ειδικούς, αλλά και η χρόνια αβλεψία των αρμόδιων αρχών, βύθισαν το Νομό σε μια μακρά αβεβαιότητα και ανασφάλεια. Όλοι οι παράγοντες αυτοί ανέδειξαν καλά κρυμμένες παθογένειες στην περιοχή μας, καθώς όσο φιλήσυχα κι αν ζούσαμε και αρκούμασταν στα… λίγα, ήρθαν και μας αιφνιδίασαν, ταρακουνώντας μας από την πάλαι κάποτε ησυχία μας.
Η ανάγκη κατασκευής αντιπλημμυρικών έργων, η συνεχής παρακολούθηση των υδάτων στη Θεσσαλία ώστε να μην ερχόμαστε προ εκπλήξεως με τη ξηρασία (όπως ήδη γίνεται), βρίσκονταν για χρόνια ψηλά στις προτεραιότητες του αγροτικού κινήματος, των συλλόγων και φορέων. Σε σημείο που η επανάληψη των αιτημάτων έτεινε να γίνει ένα… χιλιοειπωμένο κείμενο γραπτώς και προφορικώς δίχως όμως ακρόαση από τους υψηλά υφιστάμενους. Κι όμως, η σκληρή πραγματικότητα την τελευταία τριετία δικαίωσε τα αιτήματα που ήταν αναπάντητα εδώ και χρόνια.
Αυτή η τριετία των καταστροφών έφερε στην επιφάνεια τρωτές αδυναμίες που δεν αφορούν μόνο τις ημιτελείς υποδομές, αλλά εκθέτουν το… κοντό μας όραμα για τον τόπο. Επαναπαυτήκαμε, μη κοιτώντας τις χαμηλές στροφές της τοπικής μας κοινωνίας. Όμως, τα αιφνίδια πλημμυρικά φαινόμενα «τράβηξαν την κουρτίνα» και επιβεβαίωσαν τη «γύμνια» μας.
Αναθεωρούμε για οτιδήποτε δεδομένο
Επαναπροσδιορισμός λοιπόν των αναγκών και αξιών μας. Αναθεωρώντας οτιδήποτε θεωρούσαμε δεδομένο και στέρεο, ή ανάγκες που υποτίθεται καλύπταμε, αλλά τελικά δεν ισχύει. Αγρότες σε ολόκληρο τον Νομό συζητούν πλέον για μετανάστευση, για το τέλος του πρωτογενούς τομέα όπως κάποτε τον γνωρίζαμε. Αν η ξηρασία και το υψηλό κόστος παραγωγής τους ωθούσε στους δρόμους κάθε λίγο και λιγάκι, τα νερά του «Ιανού» και του «Ντάνιελ» πρόσφατα τους έφερε στο χείλος του γκρεμού. Πλέον δεν συζητάμε μόνο για μείωση εισοδήματος και υψηλές τιμές. Το πρόβλημα διογκώθηκε. Άλλαξαν οι διεκδικήσεις, όπως και τα συνθήματα κρεμασμένα σε τρακτέρ στις πορείες των αγροτών. Πρόκειται για ζήτημα ύπαρξης της γεωργίας, της ζωής των ατόμων του κλάδου, που ούτε γεωργικό όχημα δεν πιάνουν στα χέρια τους μιας και το έχασαν στα νερά του Σεπτεμβρίου. Οι κουβέντες στα καφενεία περιέχουν πλέον τις λέξεις «εξωτερικό», χώρες όπως η Γερμανία. Οτιδήποτε δηλαδή θεωρείται εναλλακτική ή προοπτική σε ένα μυαλό δίχως διέξοδο.
Οι άνθρωποι εμείς, που θεωρούμε ότι επιλύουμε ζητήματα και ικανοποιούμε τις ανάγκες μας, λαμβάνουμε απαντήσεις από τη φύση ότι ουδέποτε γίνεται να επαναπαυτούμε. Μεταβάλλονται οι ανάγκες μας, αφού αποτελούμε κομμάτι ενός μεταβαλλόμενου περιβάλλοντος. Οι δυνάμεις της φύσης δεν μας λογαριάζουν. Προφανώς και δεν ρωτούν πώς ή τί θα επιθυμούσε ο άνθρωπος να απολαμβάνει ανενόχλητος επάνω στον πλανήτη. Ανάγκες λοιπόν που θαρρούσαμε ότι είχαμε τακτοποιήσει, τελικά συνειδητοποιούμε ότι πρέπει να τις επαναπροσδιορίζουμε, σε τέτοιο βαθμό που και πάλι βέβαιοι για την ύπαρξή μας δεν μπορεί να είμαστε ποτέ. Οι δυνάμεις της φύσης υπερβαίνουν ήδη τα προγνωστικά μοντέλα, ξεπερνούν τα χείριστα σενάρια που σκηνοθετούσαμε στη θεωρία. Αμφισβητούνται και οι προβλέψεις περί «φαινομένων χιλιετίας», μιας και τα βιώνουμε όλο και συχνότερα στην ίδια μας τη χώρα.
Συνεπώς, η ατζέντα των διεκδικήσεων κινείται με τις ίδιες ανησυχίες – στραμμένη στην ισότητα ή τα δικαιώματα. Μόνο όμως που το περιβάλλον και το κλίμα αποτελούν μια προτεραιότητα που ακόμη μελετάται παγκοσμίως για το μέγεθος πιθανών μελλοντικών κινδύνων. Οι αγρότες ήδη αντιμετωπίζουν τις συνέπειες στη γη τους, είναι οι πρώτοι παθόντες, αλλά και χωριά, πόλεις εντός του Νομού έχουν βιώσει την ανεξέλεγκτη ισχύ της φύσης.