Η Θεσσαλία παράγει και εξάγει, με κινητήριο «μοχλό» τα αγροτικά προϊόντα (γραφήματα)

ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΙ ΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ *Ζητούμενο η δημιουργία υπεραξίας μέσω της μεταποίησης προς όφελος των τοπικών κοινωνιών

Το μεγαλύτερο πλεόνασμα στο εμπορικό ισοζύγιο (εξαγωγές- εισαγωγές) παρουσιάζει η Θεσσαλία μεταξύ των περιφερειών της χώρας. Το «πρόσημο» στη Θεσσαλία είναι θετικό κατά 807 εκ ευρώ το 2024, κάτι που σημαίνει ότι η αξία των εξαγόμενων προϊόντων υπερβαίνει κατά 0,8 δις ευρώ περίπου εκείνη των εισαγωγών.

Τα τελευταία χρόνια οι εξαγωγές στη Θεσσαλία δείχνουν αξιοσημείωτη δυναμική, γεγονός το οποίο κατατάσσει τη Θεσσαλική περιφέρεια στην 5η θέση στο σύνολο της χώρας, με μερίδιο 4,1% και συνολική αξία που υπερβαίνει τα 2 δις ευρώ. Μπροστά από τη Θεσσαλία στο μερίδιο των εξαγωγών βρίσκονται η Αττική, η Κεντρική Μακεδονία, η Πελοπόννησος και η Στ. Ελλάδα.

Η αξία των εξαγωγων το 2024 στη Θεσσαλία σύμφωνα με τα στοιχεία του ΣΕΒΕ που επεξεργαστήκαμε, διαμορφώθηκε στα 2,038 δις ελαφρώς ενισχυμένη σε σύγκριση με το 2023 (2,034 δις ευρώ), ενώ των εισαγωγών ήταν στα 1,23 δις ευρώ αυξημένη συγκριτικά με το 2023 (1,081). Το εμπορικό ισοζύγιο ήταν θετικό κατά 807 εκατ. ευρώ πέρυσι, μειωμένο όμως σε σχέση με το 2023 που είχε διαμορφωθεί στα 952 εκ ευρώ.

Τα αγροτικά προϊόντα βρίσκονται ψηλά στη λίστα, αποτελώντας για ακόμη μια φορά τον «μοχλό» των εξαγωγών στη Θεσσαλία.Πιο συγκεκριμένα κομβικό ρόλο στις εξαγωγές κατέχουν τα αγροτικά προϊόντα με 63.6% του μεριδίου, ενώ τα μέταλλα έρχονται δεύτερα με 21%. Ακολουθούν η κλωστοϋφαντουργία και ένδυση με 6,1%. Κυριότερος προορισμός είναι η Γερμανία καταλαμβάνοντας το 20,2% των εξαγωγών και ακολούθως η Ιταλία με 12,6%.

Στη χώρα
Η συνολική αξία των εξαγωγών της χώρας διαμορφώθηκε το 2024 σε 49,32 δισ. ευρώ έναντι 50,45 δισ. ευρώ το 2023, ενώ η συνολική αξία των εισαγωγών αυξήθηκε το 2024 κατά 2,5%, φτάνοντας στα 82,9 δισ. ευρώ, γεγονός που διεύρυνε εκ νέου το εμπορικό έλλειμμα στα 33,5 δισ. ευρώ (10,3% υψηλότερο έναντι 2023).

Ραχοκοκαλιά και στήριξη
Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι ο πρωτογενής τομέας αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της εξαγωγικής δυναμικής της Θεσσαλίας. Ωστόσο, για να παραμείνει όρθιος και βιώσιμος σε βάθος χρόνου, απαιτείται ουσιαστική και στοχευμένη στήριξη. Ιδιαίτερα στα αγροτικά προϊόντα που σήμερα λειτουργούν ως βασικός «μοχλός» ανάπτυξης έχοντας εξαγωγικό προσανατολισμό, αλλά οι τιμές τους τα τελευταία χρόνια βρίσκονται σε επίπεδα πολύ χαμηλότερα από εκείνα του κόστους παραγωγής.

Ζητούμενο όμως δεν είναι μόνο η παραγωγή, αλλά η σύνδεσή της με τη μεταποίηση μέσα από ένα ολοκληρωμένο εθνικό σχέδιο, με ειδική μέριμνα για τη Θεσσαλία και την Καρδίτσα.
Στόχος πρέπει να γίνει τα αγροτικά προϊόντα να μην εξάγονται ως πρώτη ύλη και στη συνέχεια να επανεισάγονται στη χώρα μεταποιημένα. Το παράδειγμα του βαμβακιού, που παράγεται μαζικά στον τόπο με την Ελλάδα να είναι κορυφαία ευρωπαϊκή παραγωγός χώρα, είναι χαρακτηριστικό.

Η μεταποίηση της πρώτης ύλης στον τόπο παραγωγής και η εξαγωγή της ως ολοκληρωμένου προϊόντος με υψηλή προστιθέμενη αξία μπορεί να αποφέρει σημαντικά οφέλη.

Ένα τέτοιο μοντέλο θα ενίσχυε τα έσοδα της τοπικής οικονομίας, τόσο μέσω της αύξησης της αξίας των εξαγωγών όσο και μέσω της αποτροπής εισαγωγών, ενώ παράλληλα θα δημιουργούσε νέες και ποιοτικές θέσεις εργασίας. Η Θεσσαλία έχει αποδείξει ότι μπορεί να παράγει και να εξάγει. Το ζητούμενο πλέον είναι να στηριχθεί ο πρωτογενής τομέας και να δημιουργηθεί υπεραξία προς όφελος των τοπικών κοινωνιών.
Κώστας Παλαιός

Aναλυτικότερα στην εφημερίδα Νέος Αγών