Σε εξελιξη είναι οι συνδυασμένες έρευνες Αστυνομίας και Εφορείας Αρχαιοτήτων Λάρισας μετά τον εντοπισμό κρανίου και οστών σε αγροτική περιοχή του Τυρνάβου στο δρόμο προς Δελέρεια. Όπως ανέφερε ο δήμαρχος Τυρνάβου Γιαννης Κόκουρας η πρώτη εκτίμηση των ειδικών είναι πως πρόκειται για νεκροταφείο από την εποχή της πανώλης που έπληξε τον Τύρναβο στις αρχές του 1800 (το 1812) και στοίχισε τότε τη ζωή σχεδόν 9.000 κατοίκων, όμως όλα τα ενδεχόμενα διερευνώνται.
Έχει ζητηθεί και η εξέταση με άνθρακα -14 για να προσδιοριστεί η ηλικία των οστών και η χρονολογία ταφής τους, ενώ τα ευρήματα πιθανό να μας οδηγήσουν σε πολύτιμα συμπεράσματα για την ιστορική έρευα της πανώλης που χτύπησε την ευρύτερη περιοχη της Λάρισας το 1812-1813
1812 : Η πανώλη χτυπά Λάρισα, Τύρναβο, Ραψάνη
Η ανθρωπότητα, γνώρισε στον διάβα της αρκετές επιδημίες, θανατηφόρες, όπως και σήμερα τον κορονοϊό. Τρομακτική αρρώστια ήταν η πανώλη, ή γνωστή ως πανούκλα.
Ήταν ζωονόσος των τρωκτικών και των ψύλλων τους, που προκαλείται από τον gram- αρνητικό βάκιλο Yersinia pestis. Η πανδημία πανώλης που ξεκίνησε το 1894 στην Καντόνα της Κίνας (το ίδιο συνέβη και με τον κορονοϊό), γρήγορα εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο με τα τρωκτικά των ατμόπλοιων, τα οποία αντικατέστησαν τον αργοκίνητο εμπορικό ιστιοπλοϊκό στόλο. Σε χρονικό διάστημα 10 ετών (1894 – 1903), η πανώλη εισήχθηκε σε 77 λιμάνια των πέντε ηπείρων: Η πρώτη φορά που καταγράφηκε κρούσμα πανώλους (πανούκλας) στην Ελλάδα ήταν τον 9ο αιώνα π.Χ. Επιδημίες πανώλης γνώρισε πολλές και όχι μία φορά η χώρα, τόσο στη διάρκεια του 19ου όσο και κατά τον 20ό αιώνα. Από το 1822 έως και το 1837, η πανούκλα «χτύπησε» πολλές φορές, τόσο στην ηπειρωτική Ελλάδα, όσο και στα νησιά, ενώ επιδημία πανώλους εμφανίστηκε και στα μικρασιατικά παράλια.
Τον 19ο αιώνα και κυρίως από το 1812, η εμφάνιση της πανώλης είναι δριμύτερη. Ο αιώνας αυτός ονομάζεται για πρώτη φορά «Μαύρος Θάνατος». Οι άνθρωποι, λόγω της επιδημίας, αμπαρώθηκαν στα σπίτια τους, ενώ τα τρόφιμα, τα βύθιζαν, εκτός από το ψωμί, μέσα σε μια στέρνα με νερό. Το θανατικό αυτό με τις συνέπειες, περιγράφει ο Ιάκωβος Ρίζος Νερουλός. «Η πανούκλα απλώθηκε παντού και αποδεκάτιζε τους ανθρώπους και μεταδόθηκε με απίστευτη ταχύτητα». Η επιδημία του 1812-13 ήταν από τις πιο φονικές. Τα περισσότερα νησιά του Αιγαίου ερημώθηκαν.
Ο πανικός που οι επιδημίες της προκαλούσαν αυτήν την περίοδο ήταν μεγάλος. Οι κάτοικοι εγκατέλειπαν τις πόλεις, κατέφευγαν στα βουνά και στους λόγγους και ζούσαν σαν αγρίμια, ολόκληρους μήνες. Ο λαογράφος, Γ.Α. Μέγας, αναφέρει χαρακτηριστικά τον πανικό της επιδημίας: «Γύριζε η πανούκλα μέσα στα χωριά, φώναζε τη νύχτα στα σοκάκια φανερά και πέθαινε ο κόσμος. Έβγαινε ο κόσμος στα βουνά έξω, έκαναν καλύβια και κάθονταν για να μη τους βρει η πανούκλα».
Αυτή η φοβερή επιδημία κράτησε στη Θεσσαλία από το 1812 έως το 1816. Ο Pouqueville, θεώρησε αυτήν την επιδημία ως τη δεύτερη σοβαρή αιτία, που οδήγησε σε παρακμή τις θεσσαλικές εμποροβιομηχανικές εστίες: «Οι τεχνίτες θερίζονται από το θανατικό, οι εύποροι εκπατρίζονται. Έτσι, αναδιοργανώθηκαν οι κιρχανέδες». Ο ίδιος γράφει: «Ο Τύρναβος ήταν ένα απέραντο νεκροταφείο. Την ίδια περίοδο, τα Αμπελάκια, ένα άλλο κέντρο με ανεπτυγμένη βιομηχανία, γνώρισαν σημαντικό πλήγμα στην οικονομία, όπως και ο Τύρναβος, αφού ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού τους εγκατέλειψε την πόλη, ενώ οι τεχνίτες και πολλοί άλλοι πέθαναν. Στη Λάρισα θέριζε άγρια το θανατικό. Ο Βελή Πασάς, είχε καταφύγει με το χαρέμι του στα βουνά της Μαγνησίας.
Εκεί περιχαρακώθηκε και δεν άφηνε κανέναν να ζυγώσει. Μονάχα μερικοί Τούρκοι μοιρολάτρες είχαν παραμείνει στη Λάρισα μαζί με τους Εβραίους, που εμπορεύονταν τα πράγματα, μεταδίδοντας την πανούκλα έως τη Θεσσαλονίκη, όπου πέθαναν 15.000 άτομα. Το θανατικό αυτό η λαϊκή Μούσα το απαθανάτισε: «Όλες οι χώρες μόλεψαν και όλες παρηγοριούνται, η Ράψανη και ο Τύρναβος παρηγοριά δεν έχουν. Καημένη Ράψανη, τρεις χιλιάδες νεκροί στον Τύρναβο. Μερικοί ασθενείς, που τους κατάτρωγε η δίψα, που έκαιγε τα σωθικά τους, έσβησαν πριν από το βουβωνικό εξάνθημα. Ιδιαίτερα ο Τύρναβος υπέστη βαρύτατη συμφορά από την πανώλη.
Η μετάδοση της νόσου στην περιοχή, έγινε από έναν άρρωστο, Τάταρο που ταξίδεψε από την Κωνσταντινούπολη και πέθανε στον Τύρναβο, όπου έγινε το μεγαλύτερο κακό. Ειδικότερα ο αριθμός των νεκρών στην πόλη έφτασε τις 8.600.. Αρκετοί κάτοικοι ζήτησαν καταφύγιο σε άλλες περιοχές κι έτσι ο πληθυσμός του Τυρνάβου μειώθηκε στις 4-5 χιλιάδες. Ο Γάλλος περιηγητής Pouqueville που βρέθηκε τον καιρό εκείνο στον Τύρναβο, δίνει την παρακάτω περιγραφή: “Ο Τύρναβος ήταν ένα απέραντο νεκροταφείο… τα περισσότερα χωριά του κάμπου, φαίνονταν ερημωμένα ή θρηνούσαν τους νεκρούς τους, και κατέφυγαν στα χωριά του Ολύμπου, Πουλιάνα, Σκαμνιά και Καρυά για να προφυλαχτούν.
Συγγραφείς της εποχής εκείνης επιρρίπτουν ευθύνες στις τουρκικές αρχές για την ίσως σκόπιμη αδιαφορία τους και την ανυπαρξία των ενδεδειγμένων προφυλακτικών ή απολυμαντικών μέσων. Πρόκειται για μία από τις φονικές επιδημίες που έπληξαν τον νομό μας και ο 20ός αιώνας γνώρισε το πρόσωπο της πανούκλας, πολλές φορές. Τις ευθύνες για την εξάπλωση της ασθένειας, σε όλες τις περιπτώσεις επιδημιών, τις απέδωσαν σε μολυσμένα ποντίκια, που έφθαναν στα λιμάνια του Πειραιά, της Πάτρας, της Καλαμάτας, της Χαλκίδας, με ξένα πλοία. Στην Ελλάδα τα τελευταία κρούσματα πανώλης σημειώθηκαν το 1912 – 1915, στον Πειραιά και σε διάφορα άλλα λιμάνια της χώρας. Το βότανο Αγγελική λέγεται ότι ονομάστηκε έτσι επειδή ένας άγγελος παρουσιάστηκε κάποτε σε έναν μοναχό και του αποκάλυψε τις φαρμακευτικές του ιδιότητες για τη θεραπεία της ασθένειας. Ας κάνει και σήμερα ο άγγελος το θαύμα για τον κορονοϊό.