Έλαβα πριν λίγο καιρό ένα πρωτότυπο και πολύ φροντισμένο βιβλίο, ένα βιβλίο που, λόγω της ιδιομορφίας του το λες καισυλλεκτικό, «φιλική προσφορά» από τον εκ Τρικάλων σπουδαίο ερευνητήκαι εκλεκτό και πολυγραφότατο φιλόλογο και καλόφίλο, Δρα Θεόδωρο Α.Νημά.
Παρουσίαση από τον Μάρκο Παππά
Πρόκειται για ένα βιβλίοπου έχει ως περιεχόμενατο υλικό των έξι χειρόγραφων τετραδίων της μάναςτου (1925-2013), η οποίαεπιστρατεύοντας τηνακμαία μνήμη της και τοπλούσιο περιεχόμενο τηςψυχής της, κάνει στα τετράδια αυτά μια λυρική καταγραφή των αναμνήσεώντης, μια πλήρη συναισθημάτων αποτίμηση των όσωνέζησε. (Εκδοτικός οίκοςΚ.& Μ. Σταμούλη, Θεσσαλονίκη, σχ. 17×24, σελ. 150,ISBN 978-618-5306-85-4).
Το αξιόλογο αυτό βιβλίοδομείται ως εξής:
Στη σελ. 5 υπάρχει μια ωραία φωτογραφία της συγγραφέως, της μάναςτου Θεοδώρου Α. Νημά.
Στις σελ. 7-8 υπάρχει οπρόλογος των παιδιών τηςσυγγραφέως.
Στις σελ. 9-16 έχουμε ταπρολεγόμενα, εκτενή και διαφωτιστικά, της Δρος Αικατερίνης Πολυμέρου – Καμηλάκη, τ. Διευθύντριας του Κέντρου Ελληνικής Λαογραφίας της ΑκαδημίαςΑθηνών.
Στις σελ. 17-32 έχουμε διάφορες καλοτυπωμένες φωτογραφίες (ανάμεσά τους και κάποιες πολύ παλιές και σπάνιες, οι οποίες κοσμούν το βιβλίο και πολλαπλασιάζουν την αξία και την καλαισθησία του) που απεικονίζουν τα μέλη τηςοικογένειας του Αθανασίου Νημά (συζύγου τηςσυγγραφέως) και κάποιωνσυγγενών τους, φωτογραφίες σπιτιών, του δικούτους και συγγενών τους καιμια ολοσέλιδη φωτογραφίατου χωριού τους, του Πλατάνου (Βάνιας) Τρικάλων.
Στη συνέχεια έχουμε το υλικό των τετραδίων, γραμμένο στη ντοπιολαλιά της περιοχής, στις σελ. 33-134. Αναλυτικά, τετράδιο 1,από σελ. 33-45, τετράδιο 2,από σελ. 46-58, τετράδιο 3,από σελ. 59-71, τετράδιο 4,από σελ. 72-92, τετράδιο 5,από σελ. 93-111 και τετράδιο 6 από σελ. 112-134).
Στις σελ. 135-148 έχουμε ένα πολύ χρηστικό και κατατοπιστικό Γλωσσάριο που συνέταξε ο Θεόδωρος Α. Νημάς , ο οποίος έχει ασχοληθεί πολύ με την ντοπιολαλιά και έχει γράψει ένα σχετικό και πολύ σπουδαίο βιβλίο (310 σελίδων, όπου καταχωρούνται και επεξηγούνται περίπου 6.500 λέξεις) αφιερωμένο στη μάνα του, με τίτλο: ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ Πλατάνου (Βάνιας) Τρικάλων. Και στη σελ. 149 έχουμε φωτογραφία του προαναφερθέντοςβιβλίου.
Στον πολύ κατατοπιστικό πρόλογο των τριών παιδιών της συγγραφέως διαβάζουμε: Η μάνα μας η Βασιλική… Αν και ήταν άριστη μαθήτρια στο δημοτικό σχολείο, δεν συνέχισε στο γυμνάσιο… Ως άνθρωπος ήταν γλυκιά και μειλίχια, διακριτική και γεμάτη καλοσύνη, γι’ αυτό και αξιαγάπητη… Διέθετε ένανγοητευτικό συνδυασμό ευφυΐας και αθωότητας πουμας αφόπλιζε. Δεν ήξερενα υψώνει φωνή και δενγνωρίσαμε την οργή καιτον θυμό της. Ανεξίκακηκαθώς ήταν, έλεγε: «Γιατίνα πεισμώσω; Να κάνω δυοκόπους, έναν να πεισμώσωκι έναν να ξεπεισμώσω;».
Διαβάζουμε ακόμα για τις πολλές δυσκολίες πουαντιμετώπιζαν τότε οι άνθρωποι και για τις πολλέςδουλειές που έκαναν οι γυναίκες, οι οποίες ήταν οικολόνες των σπιτιών, οι ηρωίδες της εποχής εκείνης, που ήταν αναγκασμένες να στριμώχνουνπολλές δουλειές μέσα σελίγο χρόνο. Συγκεκριμέναγια τις δουλειές της μάναςτους μεταξύ των άλλωνγράφουν: «Ακόμα έπλενεστη σκάφη, «πάστρευε» τοσπίτι και τις αυλές, θέριζεκαι αλώνιζε, κουβαλούσεάχυρο, φύτευε, σκάλιζε,μάζευε και αρμάθιαζεκαπνό, έσπερνε, μάζευε και“στουμπούσε” νύχτα καλαμπόκι, ύφαινε, μπάλωνε,έδινε τροφή στα ζώα κι είχε κι έναν σωρό άλλες φροντίδες έξω και μέσα στοσπίτι».
Αργότερα, όταν χρειάστηκενα σπουδάσει (μαζί με τονάντρα της) τα τρία παιδιάτης, «αναγκάστηκε να τρέχει στα χωριά της Κωπαΐδας αρχικά, της Καρδίτσαςκαι των Τρικάλων αργότεραγια να συλλέξει βαμπάκι,στην Κρήτη για να μαζέψειελιές εξοικονομώντας τολάδι της χρονιάς».
Η κυρα-Βασιλική, όπως μας λένε τα παιδιά της, δεν ήταν μόνο μια σπουδαία νοικοκυρά, ήταν και άνθρωπος με ευαισθησίες και μεπνευματικές ανησυχίες.Αγαπούσε την παράδοσητου χωριού της, τις ζεστέςανθρώπινες σχέσεις, ταήθη και τα έθιμά του, «τωνοποίων υπήρξε ενεργή καιπιστή φορέας… Πονούσεγι’ αυτά που χάνονταν καιμπερδευόταν με τα καινούργια. Και δεν τα πήρεόλα τα «παλιά» μαζί της.Μας τα άφησε γραμμένα,ως ευχάριστη έκπληξη, σεέξι τετράδια. Εκεί, σ’ αυτάτα τετράδια, καταχωρεί τιςαναμνήσεις, τα βιώματα καιτις εμπειρίες της παλιάςζωής του χωριού της. Δημοσιεύουμε αυτή τη γλυκιάκαι πολύτιμη παρακαταθήκητης για να τιμήσουμε τονκόπο και τη μνήμη της».
Τα έξι χειρόγραφα τετράδια της μάνας προέκυψαν, όπως διαβάζουμε – μεταξύ πολλών άλλων – στα προλεγόμενα της Δρος Αικατερίνης Πολυμέρου – Καμηλάκη,, ύστερα από παρότρυνση του πρωτογιού της Θεοδώρου, του Θόδωρη,όπως τον αποκαλούσε εκείνη, γι’αυτό και τα γραπτά της είναι κάτισαν… «Αναφοράστον Θόδωρη»(κάποιες φορέςαπευθύνεται ονομαστικά σ’ εκείνον), που είναι και οεπιμελητής της έκδοσης. Ο Θόδωρης λοιπόν κάθεφορά που την άκουγε ναδιηγείται ιστορίες παλιές,την παρότρυνε: «Κάτσε, ρεμάνα, να τα γράψεις όλααυτά, τώρα που τα θυμάσαι». Κι όπως ήταν φυσικόκαι επόμενο, εκείνη δεν τουχάλασε το χατίρι.
Το υλικό που προκύπτειμέσα από τα έξι χειρόγραφα τετράδια αφορά σεδιάφορα θέματα. Με ταγραπτά της η συγγραφέαςέδωσε στέγη και φωνή στηντοπιολαλιά της περιοχής,σε διάφορα γεγονότα καικαταστάσεις, σε προσωπικά βιώματα και εμπειρίες,αλλά και σε πρόσωπα πουυπήρξαν στη ζωή της καιπέρασαν στη μνήμη της μετον έναν ή τον άλλον τρόπο και γι’ αυτό άξια αναφοράς. Με γλώσσα απλή,λιτή, διαβαστερή, ολοζώντανη, με κάποιες παραξενιές, λόγω ντοπιολαλιάς,και με κάποιες λέξεις απαλές και βελούδινες που κάνουν την αφήγησηγοητευτική, προσελκύειαβίαστα την προσοχή καιγεννά στον αναγνώστη ένασυναίσθημα λεκτικής απόλαυσης.
Μας δίνει πληροφορίες για όλα τα θέματα του λαϊκού πολιτισμού, όπως ήθη, έθιμα, τραγούδια, γλέντια σε πανηγύρια, αρραβώνες και γάμους, επαγγέλματα, διατροφή, αλλά και για την κοινωνική θέση της γυναίκας και για τους ρόλους της ως κόρης, ως μητέρας και ως γιαγιάς, για τις αγροτοποιμενικές ασχολίες, αλλά και τις πολλές δουλειέςπου έπρεπε να κάνουν οιγυναίκες. Προσωπικά, μεεντυπωσίασαν ιδιαίτερα κάποια κεφάλαια όπως: Διάφορες περιπέτειες, ηλαθραία πώληση καπνού, πώς φτιάχναμε το διασίδιγια τον αργαλειό και το περιεχόμενο του πέμπτου τετραδίου που είναι έναγλωσσάρι, γραμμένο απότη συγγραφέα. (Δείγμα: Ταπετώργια=πχιο μπροστύτερα, προκόβα=βιλέντζα…).
Μας δίνει επίσης πληροφορίες για θανάτους συγγενών και συγχωριανών της, για πλημμύρες και φωτιές, για διάφορα τοπικά ιστορικά γεγονότα από τον πόλεμο της Αλβανίας, από την Ιταλογερμανική Κατοχή και από τον Εμφύλιο. Ως δείγματα γραφής παραθέτω τις παρακάτω κάποιες νενδεικτικέςφράσεις: «Προτού αρρωστήσει ο Θύμνιος, την Κυριακή είχε πεθάνει ηΖώιω…». (σελ. 33). «Το1965 έγινε πλημμύρα στοχωργιό. Ήταν τον Μάιο…»(σελ.40). «Εκείνη τη χρονιά, 1949, τις Απόκριες είχερίξει μισό μέτρο χιόνι…»(σελ. 69). «Εγώ είδα έφερναν έναν αντάρτη σκοτωμένον και φοβήθηκα. Τικακό ήταν κι αυτό, να πολεμούν αδέρφια, ένας αδερφός χωροφύλακας καιάλλος αντάρτης…». (σελ.70).
Καταλήγοντας μπορούμε να πούμε πως το βιβλίο Τα τετράδια της μάνας εμπεριέχει τις μνήμες της συγγραφέως, που φωτίζουν και αναδεικνύουν το παρελθόν του χωριού της, καταγεγραμμένες στη ντοπιολαλιά της περιοχής και της εποχής. Καταγράφονται και εξιστορούνται εδώ, κάποιες φορές με φωτογραφική λεπτομέρεια και αρκετή νοσταλγία, όσα αποθησαύρισε η μνήμη της στα 88 χρόνια της ζωής της. Όσα εμπότισαν την παιδική, εφηβική και ενήλικη ζωή της και της έγινανφορτίο πολύτιμο και πείρα ζωής.
Κοντολογίς, πρόκειται γιαένα βιβλίο, όπου η συγγραφέας «απίθωσε» τις μνήμες της, για να ελαφρύνειτην ψυχή της από το βάροςτους, κάτι που το είχεπολλή ανάγκη, γι’ αυτό και μιλούσε συνεχώς για τα περασμένα και ανάγκασε τονΘόδωρη κάποια στιγμή νατης πει: «Κάτσε, ρε μάνα,να τα γράψεις…». Ταέγραψε λοιπόν και διασώζειέτσι όλο το κοινωνικό, πολιτισμικό, ιστορικό καιαξιακό τοπίο της περιοχήςκαι την πολύ σκληρή καικουραστική καθημερινότητα, ενός κόσμου πουέφυγε ανεπιστρεπτί, προσφέροντας έτσι πολύτιμουλικό στη λαογραφία καιστην τοπική ιστορία.
Κλείνοντας, θέλω να αποδώσω τα εύσημα στον επιδέξιο και ακάματοερευνητή-συγγραφέα καιευρυμαθή φιλόλογο Θεόδωρο Α. Νημά και στα άλλαπαιδιά της συγγραφέως(την Ελένη και τον Βασίλη),που σκέφτηκαν πολύσωστά κι έκαναν βιβλίο τιςμνήμες της, προσφέρονταςέτσι πολύτιμες υπηρεσίεςστη λαϊκή μας παράδοσηκαι στην τοπική ιστορία.
Τους εύχομαι να είναιπάντα καλά και να θυμούνται με πολλή αγάπη τη«γλυκιά και μειλίχια, διακριτική και γεμάτη καλοσύνη,γι’ αυτό αξιαγάπητη» μάνατους.















