Μεταμόρφωση και Βλοχός ένα χρόνο μετά τον «Ντάνιελ» μέσα από τον φακό του «Ν.Α» (φωτο)

7 Σεπτεμβρίου 2023… Η Μεταμόρφωση και ο Βλοχός έχουν χαθεί… Οι δυο οικισμοί έχουν
καλυφθεί από τα νερά που έφερε η κακοκαιρία “Ντανιελ” με μεγάλη ορμή… Τα σπίτια έχουν θαφτεί κάτω από τα λασπωμένα νερά.

Διακρίνονται μόνο οι κορυφές της στέγης κάποιων σπιτιών και είναι αυτό μόνο που θυμίζει
την ύπαρξη των δυο οικισμών.
Οι κάτοικοι έχουν απομακρυνθεί… Άλλοι με βάρκες, άλλοι με ελικόπτερα, άλλοι έφυγαν από νωρίς μόνοι τους. Άλλωστε οι περισσότεροι είχαν ξαναζήσει το… έργο.
7 Σεπτεμβρίου 2024… Ένας χρόνος μετά… Η Μεταμόρφωση και ο Βλοχός στην ουσία δεν υπάρχουν.

ΤΗΣ ΤΖΕΝΗΣ ΣΟΥΛΤΑΝΙΑ

Δυο χωριά-φαντάσματα που τώρα προσπαθούν να αναγεννηθούν… Κάτοικοι επιστρέφουν, κάνουν κάποιες πρόχειρες εργασίες στα πλημμυρισμένα σπίτια τους και προσπαθούν να στήσουν ξανά τη ζωή τους.

Ο φακός του “ΝΑ” βρέθηκε στη Μεταμόρφωση και τον Βλοχό λίγες μέρες πριν από την πρώτη θλιβερή επέτειο της φονικής πλημμύρας, αποτύπωσε την εικόνα των δυο χωριών και μίλησε με τους ανθρώπους τους…

ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ
Στη Μεταμόρφωση ο κ. Κων. Κωστής αυτές τις ημέρες προσπαθεί να αποκαταστήσει μερικώς το σπίτι του προκειμένου μαζί με τη γυναίκα του να επιστρέψουν σε αυτό. “Ενα χρόνο ζούμε
στην Καρδίτσα. Δεν μπορούμε άλλο…” λέει στον “ΝΑ” και συνεχίζει: “Τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα και τα έξοδα πολλά.

Ο κ. Κωνσταντίνος Κωστής

Προσπαθούμε όμως για τα απολύτως απαραίτητα. Μια κουζίνα και ένα δωμάτιο για να βάλουμε ένα στρώμα και να μείνουμε εδώ” λέει ο κ. Κωστής και θυμάται την κατάσταση που είχε αντικρίσει 15 μέρες μετά την πλημμύρα όταν κατάφερε να φτάσει στο σπίτι του.
“Βομβαρδισμένο τοπίο, όλα είχαν καταστραφεί” λέει και τα μάτια του βουρκώνουν. “Το νερό είχε φτάσει τα τέσσερα μέτρα. Κατέστρεψε τα πάντα. Μόνο τους τοίχους κρατήσαμε, όλα τα πετάξαμε” λέει και ελπίζει ο νέος οικισμός να γίνει το συντομότερο δυνατό.

“Ξέρω αυτό δεν γίνεται από τη μια μέρα στην άλλη αλλά άλλο δεν αντέχω. Αν ξανασυμβεί θα φύγω και πίσω δεν θα κοιτάξω…” λέει ο κ. Κωστής.

Στην απέναντι γωνία η κ. Βάνα Ντάντου κάνει τις δουλειές της. Μαζί με τον σύζυγό τους έκαναν κάποιες πρόχειρες εργασίες και διαμόρφωσαν ένα δωμάτιο στο πλημμυρισμένο σπίτι
τους για να μείνουν τους καλοκαιρινούς μήνες και να βρίσκονται κοντά στα χωράφια τους. Η εικόνα της αυλής μαρτυρά τη νοικοκυροσύνη της…Οταν τελειώσουν οι αγροτικές
εργασίες θα επιστρέψουν στον Παλαμά όπου ζουν τον τελευταίο χρόνο, φιλοξενούμενοι των παιδιών τους.

Η κ. Βάνα Ντάντου

“Εχω ένα χρόνο να κοιμηθώ… Ολο αυτό έχει αφήσει τραύματα στην ψυχή μας” λέει στο “ΝΑ” η κ. Νταντου η οποία ζει την πλημμύρα για δεύτερη φορά. “Το έχω ζήσει δεύτερη φορά. Την πρώτη φορά τα παιδιά μου ήταν όσο είναι τώρα τα εγγόνια μου. Αν το 1994
είχε γίνει κάτι, μας είχαν δώσει να αγοράσουμε οικόπεδα και να φτιάξουμε τα σπίτια μας, δεν θα ήμασταν τώρα ξανά στο μηδέν”.

Το βράδυ της πλημμύρας ο σύζυγος και ο γιος της βοηθούσαν στα αναχώματα και εκείνη προσπαθούσε να προστατεύσει τα εγγόνια και τα ηλικιωμένα πεθερικά της. Πήγαν στον  Παλαμά και μέρες αργότερα που επέστρεψε στο σπίτι της το πρώτο πράγμα που έψαξε να βρει ήταν τα στέφανα του γάμου της.

“Η ζωή μου όλη…” λέει και συνεχίζει “ήρθα στη Μεταμόρφωση 18 ετών και έζησα την πλημμύρα δυο φορές”. Η κ. Ντάντου παρόλα αυτά είναι αισιόδοξη και πιστεύει ότι ο νέος οικισμός θα γίνει και τα προβλήματα των κατοίκων της Μεταμόρφωσης θα λυθούν.

“Θελουμε τον καινούριο οικισμό. Οι Ολλανδοί μας έχουν ξεγράψει. Ξέρουμε ότι το χωριό αργά ή γρήγορα θα ξαναπλημμυρίσει” λέει χαρακτηριστικά.
Στην πλατεία της Μεταμόρφωσης, το καφενείο λειτουργεί και είναι εκεί για να θυμίζει την…κανονικότητα.

Λίγοι ηλικιωμένοι κάθονται στην αυλή του και πίνουν τον καφέ τους… Ο κ. Κώστας Τασιόπουλος ο άνθρωπος που με τη βάρκα του το βράδυ της πλημμύρας μετέφερε σε ασφαλες σημείο συγχωριανούς του, είναι εκεί.

Ο κ. Κώστας Τασιόπουλος ο «βαρκάρης της Μεταμόρφωσης

“Οταν ήρθε ο Προεδρος του χωριού να με πάρει του είπα να μην φοβάται για μένα γιατί έχω τη βάρκα μου” θυμάται ο κ. Τασιόπουλος και συνεχίζει: Το νερό άρχισε να έρχεται από τις 3 η ώρα. Οταν κατά τις 5.30 σταμάτησε η βροχή πήρα τη βάρκα μου και άρχισα να κινούμαι μέσα στο χωριό και όπου έβρισκα κόσμο τον έπαιρνα.

Συνολικά μετέφερα στο κοινοτικό γραφείο 18 άτομα. Εκεί μείναμε το βράδυ και το πρωί της επομένης με τη βάρκα μου μετέφερα λίγα λίγα περίπου 30 άτομα πάνω στο ανάχωμα. Από εκεί μας πήραν με τα ελικόπτερα και μας μετέφεραν στην Καρδίτσα”. “Δεν φοβηθήκατε;” ρωτήσαμε τον κ. Τασιόπουλο και η απάντησή του ήταν αφοπλιστική. “Γιατί να φοβηθώ; Εγώ έζησα τέσσερις πλημμύρες στο χωριό”.
Παραδέχεται ωστόσο ότι αυτή ήταν η πιο καταστροφική και θυμάται ότι τα σπίτια είχαν καλυφθεί πλήρως από το νερό και εκείνος με τη βάρκα του περνούσε από πάνω τους.

ΒΛΟΧΟΣ
Στον Βλοχό τώρα, προσπαθούν σιγά σιγά να επανέλθουν στους ρυθμούς τους.

Στον κεντρικό δρόμο το πέρασμα του “Ντάνιελ”, ένα χρόνο μετά είναι κάτι παραπάνω από εμφανές…
Στο κοινοτικό γραφείο, σε καφενεία και άλλα καταστήματα ο χρόνος μοιάζει να έχει σταματήσει…

Σε ένα σπίτι ο ιδιοκτήτης του φυτεύει λουλούδια και είναι σαν να… φυτεύει την ελπίδα πώς όλα θα γίνουν όπως παλιά. Ο ίδιος ζει στην Ιταλία, αυτό είναι το πατρικό του.
Πέρυσι είχε φύγει λίγες μόλις ημερες πριν ο “Ντάνιελ” χτυπήσει τη γενέτειρά του. “Παρακολουθούσα τα όσα συνέβαιναν στον τόπο μου από τη τηλεόραση και το κινητό” λέει ο στο “ΝΑ” ο κ. Θανάσης Αδάμος.

Ο κ. Θανάσης Αδάμος

“Η κατάσταση ήταν απελπιστική” συνεχίζει και θυμάται ότι μήνες μετά που επέστρεψε στο χωριό τίποτα δεν ήταν ίδιο.
“Η καταστροφή ήταν ολοκληρωτική, δεν περιγράφεται” λέει και σημειώνει ότι με τον αδελφό του προσπάθησαν να επισκευάσουν το πατρικό τους σπίτι και σιγά σιγά τα καταφέρνουν. “Δεν θέλουμε να φύγουμε από εδώ, δεν είναι εύκολο να μετακινηθεί ένας οικισμός. Αν γίνουν οι υποδομές όλα θα είναι εντάξει” λέει.

Η κ. Βασιλική Κολώνα και ο γιος της Μάνθος

Απέναντι, η κ. Βασιλική Κολώνα βγαίνει από το μαγαζί του γιου της…Τη ρωτάμε πώς είναι η κατάσταση στο χωριό ένα χρόνο μετά την πλημμύρα και αμέσως απαντά: “ Η κατάσταση είναι ίδια. Ασφάλεια δεν έχουμε, τα αναχώματα δεν έγιναν, τα σπίτια μας είναι κατεστραμμένα”. Η ίδια έχει περίπου ένα μήνα που επέστρεψε στο χωριό.
“Έφτιαξα ένα δωμάτιο και μένω” λέει και με δάκρυα στα μάτια θυμάται την επέλαση του “Ντάνιελ” και περιγράφει: “τρόμος και φόβος. Τη βοή του νερού την έχω ακόμα στα αυτιά μου. Τρεις μέρες έξω στη βροχή. Τα σπίτια μας καλύφθηκαν από το νερό. Φύγαμε με ελικόπτερο νηστικοί και διψασμένοι”.
Είναι όμως αποφασισμένη να μείνει στον τόπο της. “Εδώ θα μείνω και ό,τι γίνει. Να μας
φτιάξουν τα αναχώματα. Τί θα γίνει τον χειμώνα; Βρέχει και τρομαζουμε!” λέει ενώ στο ενδεχόμενο μετεγκατάστασης του οικισμού είναι αρνητική. “Πώς να φύγουμε από εδώ; Εδώ έχουμε τις περιουσίες μας, τα σπίτια μας, οι νέοι έχουν τις δουλειές τους. Πώς να τα αφή-
σουν και πού να πάνε;”.

Σε αυτό συμφωνεί και ο γιος της Μάνθος Κολώνας που ακούει τη συζήτηση. Το κατάστημά του καταστράφηκε από την πλημμύρα όμως το έστησε ξανά και ξαναβρίσκει τους ρυθμούς του.. “Θέλουμε να μείνουμε, εδώ είναι οι ζωές μας”…