Στο πλαίσιο του «Προγράμματος Περισυλλογής Νεκρών Ζώων», όπως ανακοίνωσε η Περιφέρεια Θεσσαλίας, έχει ξεκινήσει η διαδικασία αποκομιδής νεκρών ζώων από περιοχές όπου τα πλημμυρικά φαινόμενα έχουν υποχωρήσει και είναι δυνατή η πρόσβαση των οχημάτων περισυλλογής, παρά τις δυσκολίες λόγω της λάσπης και των απόνερων.
Σύμφωνα με τη Διεύθυνση Κτηνιατρικής της Περιφέρειας Θεσσαλίας στην Π.Ε. Καρδίτσας επιχειρούν 13 οχήματα για την περισυλλογή 1.500 χοίρων και 1.150 προβάτων. Στην Π.Ε. Μαγνησίας επιχειρείται η περισυλλογή 1.000 προβάτων σε Ριζόμυλο και Στεφανοβίκειο καθώς και βοοειδών, όπου καταστεί εφικτό. Οι εγκαταστάσεις της Μονάδας Διαχείρισης Νεκρών Ζώων βρίσκονται στη ΒΙ.ΠΕ. Λάρισας, όπου δεν είναι δυνατή η πρόσβαση λόγω των πλημμυρικών φαινομένων. Για το λόγο αυτό, τα νεκρά ζώα μεταφέρονται προς αποτέφρωση σε μονάδες της Ημαθίας, Κοζάνης και Αρκαδίας. Το Συντονιστικό Όργανο που έχει συσταθεί στην Περιφέρεια Θεσσαλίας, υπό τον Αντιπεριφερειάρχη Πρωτογενούς Τομέα Απόστολο Μπίλλη και υπηρεσιακά στελέχη της Κτηνιατρικής θα ενημερώνει διαρκώς για την εξέλιξη της διαδικασίας και για τις ενέργειες στις οποίες καλούνται να προβούν οι κτηνοτρόφοι, σύμφωνα με τις επικαιροποιημένες οδηγίες ΥΠΑΑΤ και ΕΛΓΑ.
Η διασφάλιση της Δημόσιας Υγείας και η αποφυγή εστιών μόλυνσης στις πληγείσες περιοχές της Θεσσαλίας αποτελεί επείγουσα προτεραιότητα όπως ανακοίνωσε το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Το Σάββατο 9 Σεπτεμβρίου, πραγματοποιήθηκε σύσκεψη από τον αρμόδιο Υφυπουργό Σταύρο Κελέτση, με την συμμετοχή της Υπουργού αναπληρωτή Υγείας Ειρήνης Αγαπηδάκη, του Γ.Γ Γιώργου Στρατάκου, του προέδρου του ΕΛΓΑ Ανδρέα Λυκουρέντζου, του Αντιπεριφερειάρχη Αγροτικών Θεμάτων της Περιφέρειας Θεσσαλίας Απόστολου Μπίλλη, υπηρεσιακών παραγόντων και εκπροσώπου της εταιρείας που έχει την ευθύνη της περισυλλογής των ζώων, προκειμένου να υπάρξει συντονισμός και αποτελεσματική οργάνωση της σχετικής επιχείρησης.
Για λόγους επιτάχυνσης των διαδικασιών αποφασίστηκε να μη γίνει καταγραφή των νεκρών ζώων από τον ΕΛΓΑ με επιτόπιο έλεγχο, αλλά αυτή να στηριχθεί στα επίσημα στοιχεία της Κτηνιατρικής Υπηρεσίας, τα οποία θα διασταυρωθούν αργότερα με τα στοιχεία του ΕΛΓΑ και τις δηλώσεις των κτηνοτρόφων.