Σε παρέμβαση στην εν εξελίξει συζήτηση για την τιμή του φυσικού αερίου, προτάσσοντας την ανάγκη της καθιέρωσης ενός πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου προχωρά ο Κυριάκος Μητσοτάκης, με άρθρο του στο Bloomberg, τη Δευτέρα.
Στο άρθρο του που τιτλοφορείται «Η Ευρώπη μπορεί να καταπολεμήσει τον Πούτιν με τον περιορισμό των τιμών του φυσικού αερίου», ο πρωθυπουργός επισημαίνει πως «η Ευρώπη πρέπει να ανακτήσει τον έλεγχο στην αγορά του φυσικού αερίου», τη στιγμή που «η Ρωσία έχει καταστήσει την ενέργεια όπλο, με προφανή στόχο την αποσταθεροποίηση των κοινωνιών μας».
Μάλιστα, χαρακτηριστική είναι η φράση του κ. Μητσοτάκη: «Όταν η προσφορά δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις τιμές, το να αφήνεις τις τιμές να αυξάνονται εσαεί είναι πράξη αμέλειας και όχι σύνεσης».
Αυτούσιο το άρθρο – παρέμβαση του Κυριάκου Μητσοτάκη στο Bloomberg
«Έπειτα από μήνες διαβουλεύσεων και εκτροπών, ήρθε η ώρα η Ευρώπη να θέσει ανώτατο όριο στις τιμές του φυσικού αερίου. Η Ρωσία έχει καταστήσει την ενέργεια όπλο, με προφανή στόχο την αποσταθεροποίηση των κοινωνιών μας. Δεκαπέντε κράτη – μέλη έχουν εκφράσει ξεκάθαρα την υποστήριξή τους για την επιβολή ανώτατου ορίου στις τιμές. Η Ευρώπη πρέπει να ανακτήσει τον έλεγχο της αγοράς φυσικού αερίου της.
Υπό κανονικές συνθήκες, οι κυβερνήσεις πρέπει να αφήνουν τις αγορές να λειτουργούν ελεύθερα. Αλλά αυτές δεν είναι φυσιολογικές εποχές. Η Ρωσία αθετεί τα συμβόλαια και περιορίζει σκόπιμα την προσφορά. Όταν ένας παίκτης μπορεί να κινεί τις τιμές, δεν έχει νόημα να «αφήνουμε τις αγορές να λειτουργούν».
Οι κυβερνήσεις υποτίθεται ότι πρέπει να δομούν και να ελέγχουν τις αγορές. Αντιμετωπίζοντας σαφή χειραγώγηση της αγοράς, η κυβερνητική παρέμβαση όχι μόνο δικαιολογείται αλλά και απαιτείται.
Καθώς οι τιμές αυξάνονται σε πρωτοφανή επίπεδα, η αγορά έχει πάψει να λειτουργεί. Η ρευστότητα έχει στερέψει και η μεταβλητότητα έχει εκτοξευθεί, δημιουργώντας τεράστιες ευκαιρίες για τους προμηθευτές και τους κερδοσκόπους να επωφεληθούν από τις απότομες μεταβολές των τιμών. Οι μεγάλες ενεργειακές εταιρείες τελούν υπό πίεση, ζητώντας κυβερνητική βοήθεια. Κανένα νοικοκυριό, εταιρεία ή κυβέρνηση δεν μπορεί να σχεδιάσει ή να διαχειριστεί μια αγορά όπου οι τιμές κινούνται τυχαία προς τα πάνω ή προς τα κάτω.
Το πρώτο τρίμηνο του 2022, σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις, η Ευρωπαϊκή Ένωση πλήρωσε 62 δισ. ευρώ επιπλέον για την εισαγωγή φυσικού αερίου σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Ο τελικός απολογισμός για το 2022 θα ανέλθει σε εκατοντάδες δισεκατομμύρια, τρισεκατομμύρια, αν συνυπολογίσει κανείς τις επιπτώσεις στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και στην οικονομία γενικότερα. Εν τω μεταξύ, το πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της Ρωσίας έχει τριπλασιαστεί σε πάνω από 180 δισ. δολάρια μέχρι τον Αύγουστο του 2022.
Αυτές οι τιμές βοήθησαν στην προσέλκυση προσφοράς στην Ευρώπη, αλλά με υπέρογκο κόστος – εξασφαλίσαμε την προσφορά, αλλά παραμελήσαμε το κόστος. Η Ευρώπη πληρώνει δύο έως τρεις φορές περισσότερο για το φυσικό αέριο σε σύγκριση με τις χώρες της Ασίας. Μια ορισμένη αύξηση των τιμών ήταν αναπόφευκτη, αλλά η επιτυχία της Ευρώπης στην απόκτηση φυσικού αερίου οφείλεται εν μέρει στην οικονομική επιβράδυνση που σημειώθηκε στην Κίνα. Σε ένα τυπικό έτος, οι εισαγωγές του κινεζικού υγροποιημένου φυσικού αερίου αυξάνονται κατά 25% – μέχρι στιγμής φέτος, έχουν μειωθεί κατά 20%. Αυτή η μεταβολή των τιμών, που κινήθηκε πολύ πιο πάνω από τις υψηλές τιμές, επέτρεψε στην Ευρώπη να εισάγει το φυσικό αέριο που χρειάζεται.
Η Ευρώπη αντιμετωπίζει μια ανισορροπία, την οποία οι τιμές από μόνες τους δεν μπορούν να διορθώσουν. Οι εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Ευρώπη είναι σταθερές από τις αρχές του 2022, παρά τη συνεχή άνοδο των τιμών. Η ικανότητα της Ευρώπης να αντικαταστήσει το ρωσικό φυσικό αέριο είναι εξίσου συνάρτηση της φυσικής όσο και της οικονομίας: Όσο ψηλά κι αν ανέβουν οι τιμές, η Ευρώπη στο σύνολό της δεν μπορεί, βραχυπρόθεσμα, να αντικαταστήσει πλήρως τις ποσότητες που έχει χάσει από τη Ρωσία. Όταν η προσφορά δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις τιμές, το να αφήνεις τις τιμές να εσαεί είναι πράξη αμέλειας κι όχι σύνεσης.
Όντας αντιμέτωποι με τεράστιο κόστος, οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά πρέπει να εξοικονομήσουν ενέργεια και να στραφούν σε εναλλακτικά καύσιμα. Όλα αυτά είναι απαραίτητα. Αλλά πρέπει να κάνουμε διάκριση ανάμεσα στην «εξοικονόμηση» και την καταστροφή, ανάμεσα στη λογική μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και στις ανεξέλεγκτες τιμές που κλείνουν τις βιομηχανίες μας και χρεοκοπούν τα νοικοκυριά και τις μικρές επιχειρήσεις.
Αργά ή γρήγορα, οι αγορές θα ισορροπήσουν – αλλά χωρίς ανώτατο όριο στις τιμές, το κόστος αυτής της εξισορρόπησης θα μετρηθεί σε ζωές που καταστράφηκαν και θέσεις εργασίας που χάθηκαν. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πρότεινα τον Ιούλιο ένα πανευρωπαϊκό σύστημα αποζημίωσης των μεγάλων χρηστών ενέργειας για τη μείωση της κατανάλωσής τους, φέρνοντας την αγορά σε ισορροπία, χωρίς να καταφεύγει σε ακραίες τιμές.
Η αναδυόμενη συναίνεση συγκλίνει προς ένα μικρό σύνολο επιλογών. Ο κοινός παρονομαστής είναι η επιθυμία να επιβληθεί ανώτατο όριο στο σύνολο του φυσικού αερίου, όχι μόνο στις μικρές ποσότητες που εξακολουθούν να προέρχονται από τη Ρωσία. Το ανώτατο όριο θα πρέπει να είναι αρκετά υψηλό, ώστε να λειτουργεί ως διακόπτης αλλά να επιτρέπει τη συνέχιση της δραστηριότητας της αγοράς σε λογικά επίπεδα. Έχω κατά νου ένα συγκεκριμένο ανώτατο όριο, αλλά το ποσό αυτό αποτελεί αντικείμενο εμπιστευτικών διαπραγματεύσεων μεταξύ των κρατών μελών, τις οποίες θέλω να σεβαστώ – γι’ αυτό και δεν θα το αποκαλύψω εδώ. Παρόλα αυτά, με αρκετά υψηλές τιμές, οι προμηθευτές θα εξακολουθούν να στέλνουν το φυσικό αέριο τους στην Ευρώπη και οι καταναλωτές θα εξακολουθούν να έχουν λόγους να μειώσουν τη ζήτησή τους.
Ένα ανώτατο όριο θα πρέπει να είναι ένα ανοδικό όριο για το πόσο ψηλά μπορούν να φτάσουν οι τιμές κι όχι ένας τεχνητά χαμηλός αριθμός που θα αποσταθεροποιήσει τις αγορές.
Η επιβολή πλαφόν στις τιμές ενέχει φυσικά κινδύνους. Αλλά καθώς μπαίνουμε στο χειμώνα, οι κίνδυνοι της αδράνειας επιτείνονται. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να καθόμαστε με σταυρωμένα τα χέρια και να παρακολουθούμε τη Ρωσία να χρησιμοποιεί τους θεσμούς της αγοράς μας εναντίον μας. Είναι πράξη κοινής λογικής και κυριαρχίας να παρέμβουμε και να σχεδιάσουμε κανόνες που να ανταποκρίνονται στην πρωτοφανή πρόκληση που αντιμετωπίζουμε. Η επιβολή ανώτατου ορίου στις τιμές του φυσικού αερίου είναι ένα αναπόφευκτο βήμα σε αυτή τη διαδικασία».
Πηγή: cnn.gr