Η Τουρκία συνεχίζει να έχει έναν υψηλό πληθωρισμό χωρίς σημάδια αλλαγής της οικονομικής πολιτικής της χώρας

Όπως και να το δει κανείς ακόμη και σε μια περίοδο που ο πληθωρισμός επιστρέφει παγκοσμίως, το 61,1% σε ετήσια βάση που «έγραψε» η Τουρκία τον περασμένο Μάρτιο αποτελεί ένα καθόλου αξιοζήλευτο ρεκόρ.

Για την ίδια την Τουρκία είναι το υψηλότερο ποσοστό εδώ και πάνω από είκοσι χρόνια, ενώ αποτελεί και τον μεγαλύτερο πληθωρισμό σε κάποια από τις μεγάλες αναδυόμενες οικονομίες. Η μόνη άλλη αναδυόμενη οικονομία που έχει ιδιαίτερα υψηλό πληθωρισμό είναι η Αργεντινή, όπου το ποσοστό είναι στο 52,3% και που βέβαια αντιμετωπίζει μια βαθιά οικονομική κρίση που την οδήγησε στο να συμφωνήσει με το ΔΝΤ σε ένα «πακέτο διάσωσης» ύψους 44 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Όμως, η διαφορά της Τουρκίας είναι ότι σε όλα αυτά ρόλο παίζει και η ιδιαίτερα «ιδιοσυγκρασιακή» οικονομική πολιτική και ειδικότερα πολιτική επιτοκίων που έχει προκρίνει ο ίδιος ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, μια πολιτική συνίστατο σε διαδοχικές μειώσεις των επιτοκίων αναφοράς παρά τη μεγάλη άνοδο του πληθωρισμού, με την Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας να μειώνει το επιτόκιο αναφοράς από 19% σε 14% ανάμεσα στον Σεπτέμβριο και τον Δεκέμβριο, πράγμα που σημαίνει ότι αυτή τη στιγμή τα επιτόκια υπολείπονται του πληθωρισμού περίπου 40%. Συγκριτικά, στην Αργεντινή τα επιτόκια είναι στο 44,5%.

Γιατί εκτινάσσεται ο πληθωρισμός στην Τουρκία;

Τα στοιχεία για τον πληθωρισμό στην Τουρκία δείχνουν ένα σύνολο από πληθωριστικές πιέσεις. Καταρχάς ο «πυρήνας» του πληθωρισμού, δηλαδή η μέτρησή του χωρίς τα αγαθά που είναι επιρρεπή σε συχνές μεταβολές τιμών όπως είναι η ενέργεια, η διατροφή, τα αλκοολούχα ποτά και ο χρυσός, αυξήθηκε στο 48,4% τον Μάρτιο.

Αυτό σημαίνει ότι στην Τουρκία ο πληθωρισμός αυτή τη στιγμή δεν πυροδοτείται κυρίως από εξωγενείς παράγοντες όπως είναι ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι μεγάλες αυξήσεις στις τιμές των καυσίμων, αλλά έχει αποκτήσει μια σαφώς ενδογενή δυναμική που περιλαμβάνει και τροφοδοτείται και από την πολιτική επιτοκίων της Κεντρικής Τράπεζας.

Αυτό αποτυπώνεται και στην αύξηση του πληθωρισμού στις τιμές παραγωγών που ανέβηκε σχεδόν στο 115% από το 105%.

Το αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης αύξησης του πληθωρισμού ήταν ότι η Τουρκία είχε άλλη μια υποβάθμιση της πιστοληπτικής της ικανότητας με την Standard & Poor’s να την κατεβάζει στο Β+ δηλαδή τέσσερις θέσεις κάτω από την επενδυτική βαθμίδα.

Μάλιστα, στην Τουρκία αμφισβητείται και το «επίσημο» ποσοστό πληθωρισμού ως υπερβολικά χαμηλό. Μια ανεξάρτητη ομάδα ερευνητών η ENAG υποστηρίζει ότι ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή στην πραγματικότητα βρισκόταν στο 142,6% τον Μάρτιο, με την αύξηση τον Μάρτιο να είναι 11,9% και όχι 5,46% όπως είναι οι επίσημες ανακοινώσεις.

Η επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου

Την ίδια στιγμή ο πόλεμος στην Ουκρανία και η συνακόλουθη αύξηση των τιμών του πετρελαίου είχαν ως επίπτωση και την παραπέρα επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου της Τουρκίας.

Τον Μάρτιο το εμπορικό έλλειμμα της Τουρκίας αυξήθηκε κατά 77% και από 4,67 δισεκατομμύρια δολάρια εκτινάχθηκε στα 8,34 δισεκατομμύρια δολάρια τον Μάρτιο.

Οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 31% ετησίως στα 30,9 δισεκατομμύρια υπερκεράζοντας την αύξηση κατά 19,9% ετησίως των εξαγωγών στα 22,7 δισεκατομμύρια δολάρια.

Το στοιχείο αυτό καθιστά πιο δύσκολο τον σχεδιασμό της τουρκικής κυβέρνησης που σε μεγάλο βαθμό στηρίζεται στην επιδίωξη εμπορικών πλεονασμάτων και πλεονασμάτων στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.

Συνολικά, στο πρώτο τρίμηνο της χρονιάς το εμπορικό έλλειμμα της Τουρκίας υπερδιπλασιάστηκε στα 26,4 δισεκατομμύρια δολάρια από 11 δισεκατομμύρια. Οι εισαγωγές κινήθηκαν με αύξηση ετησίως 42,1% στα 86,7 δισεκατομμύρια δολάρια, με έναν ρυθμό αύξησης διπλάσιο των εξαγωγών που αυξήθηκαν ετησίως 20,8% στα 60,3 δισεκατομμύρια δολάρια.

 

Η λίρα αντέχει

Το μόνο σχετικά αισιόδοξο σημάδι για τα οικονομικά της Τουρκίας δείχνει να έρχεται από την ισοτιμία της τουρκικής λίρας.

Το εθνικό νόμισμα της Τουρκίας είχε μια μεγάλη υποχώρηση την περασμένη χρονιά καθώς έχασε το 44% της αξίας, φτάνοντας τον Δεκέμβριο στο ιστορικό χαμηλό των 18,41 λιρών / δολάριο.

Έκτοτε έχει ανακάμψει ένα μέρος της αξίας της, κυρίως γιατί η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας ξοδεύει σημαντικό μέρος των συναλλαγματικών διαθέσιμων που έχει για την στήριξή του εθνικού νομίσματος.

Οι εκλογές και το στοίχημα του Ερντογάν

Το παράδοξο των οικονομικών επιλογών του Ερντογάν και του οικονομικού επιτελείου του (που εκκαθαρίστηκε τα προηγούμενα χρόνια από όσους υποστήριζαν πιο «ορθόδοξες» επιλογές για την οικονομία) είναι ότι γίνονται σε μια προσπάθεια να ξανακάνει την οικονομία το ισχυρό του χαρτί ενόψει και των εκλογών του 2023.

Δηλαδή, η προσπάθεια να διατηρηθούν χαμηλά τα επιτόκια, άρα και να παραμείνει φτηνός ο δανεισμός, αποσκοπούν στο να τροφοδοτήσουν την οικονομική δραστηριότητα και να διατηρήσουν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, που με τη σειρά τους θα οδηγούσαν και σε υποχώρηση του πληθωρισμού αλλά και στήριξη μέσω εξαγωγών του εθνικού νομίσματος.

Όμως, φαίνεται ότι προς το παρόν το αποτέλεσμα είναι αντιφατικό: ο υψηλός ρυθμός ανάπτυξης – 11% – το 2021 δεν μπορεί από μόνος του να αντισταθμίσει την αυξημένη δυσαρέσκεια αλλά και ανησυχία που δημιουργεί διαρκώς η αύξηση του πληθωρισμού και ο τρόπος που περιορίζει ριζικά το πραγματικό εισόδημα των κοινωνικών στρωμάτων στα οποία επενδύει ο Ερντογάν για την επανεκλογή του.

Πηγή : in.gr