Ο δύσκολος δρόμος των πληγέντων προς την ανάκτηση της ψυχικής τους υγείας

Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου

«Με τί να προσπαθήσω πάλι;», είναι η εύλογη και απλή απορία των πληγέντων κατοίκων του Νομού Καρδίτσας, έπειτα από την εξιστόρηση δύσκολων γεγονότων προς το κλιμάκιο Ψυχοκοινωνικής Υποστήριξης που δραστηριοποιείται εννέα μήνες μετά τον «Ντάνιελ», στις πληγείσες περιοχές.

Απώλεια, αιφνίδια αλλαγή της ζωής όπως κάποτε την γνωρίζαμε, εγκατάλειψη ενός οικείου τόπου, αλλά και νοσταλγία για ζωντανούς άλλοτε οικισμούς, αποτελούν τη νέα δυσοίωνη πραγματικότητα των πληγέντων μετά την καταστροφή του «Ντάνιελ». Είναι οι πρώτες διαπιστώσεις, τα βασικά αυτά βιώματα, που εξομολογούνται οι ίδιοι στο κλιμάκιο που παραμένει έως και σήμερα δίπλα τους.

Όλο αυτό το κρίσιμο διάστημα αναρωτιόμασταν πως κυλάει η επόμενη ημέρα για τους πληγέντες, πού τους έχει οδηγήσει αυτή η καταστροφή, από τη στιγμή που ολόκληρα σπίτια δεν άντεξαν απέναντι στον όγκο του νερού. Το μυαλό μας ήταν αρχικά στα συναισθήματα αυτών των ανθρώπων. Σκεφτόμασταν αν υπήρχε μια κατάλληλη, καταρτισμένη ομάδα ειδικών που θα συμπαραστέκεται στον αγώνα που κάνουν οι πλημμυροπαθείς προς την ψυχική ανάταση, για να αποφύγουν το σενάριο της συνολικής παραίτησης.

Η εφημερίδα «Νέος Αγών» ήρθε σε επικοινωνία με το κλιμάκιο της Ψυχοκοινωνικής Υποστήριξης πλημμυροπαθών, το οποίο απαρτίζεται από την ψυχολόγο Αγγελική Πανάγου, την κοινωνική λειτουργό Ελένη Κουτσώνα, και την Ειρήνη Γιάννου, διοικητική υπάλληλο. Το τριμελές κλιμάκιο βρίσκεται από την αρχή της καταστροφής στις πληγείσες περιοχές. Έχει γίνει το αποκούμπι στα άτομα που έχουν ανάγκη από επικοινωνία και ψυχολογική κατεύθυνση εν μέσω ενός αβέβαιου έως σήμερα σκηνικού.

Όσο κυλάει ο καιρός, «ανοίγονται» περισσότερο οι πληγέντες

«Οι επισκέψεις στους πληγέντες που ένιωθαν την ανάγκη να ”ανοιχτούν” μετά την καταστροφή, ξεκίνησε από τα πληγέντα χωριά, όπως στον Κοσκινά, τα Καλογριανά, τη Μεταμόρφωση και τον Βλοχό κ.α. Κυρίως πηγαίνουμε σε περιοχές του πολύπαθου Δήμου Παλαμά, αρχικά από πόρτα σε πόρτα. Ερχόμαστε σε επικοινωνία με τους προέδρους των τοπικών κοινοτήτων για να μας δώσουν στοιχεία επικοινωνίας των ατόμων που ενδιαφέρονταν να μιλήσουν μαζί μας», σημείωσαν αρχικά τα μέλη του κλιμακίου. «Υπάρχουν οργανωμένες λίστες ατόμων, στοιχεία επικοινωνίας, ενώ οι επισκέψεις και συζητήσεις λαμβάνουν χώρα και στα κοινοτικά γραφεία των χωριών. Όπου δηλαδή είναι ενεργά τα γραφεία, διότι στον Κοσκινά το κοινοτικό γραφείο έχει υποστεί ζημιές από τις πλημμύρες. Η υποστήριξη από την πλευρά μας γίνεται και τηλεφωνικώς, όποτε νοιώθουν έτοιμοι οι πληγέντες να μιλήσουν για τα βιώματα της καταστροφής», συμπλήρωσαν.

Το πένθος για την απώλεια του σπιτιού

Όπως μας πληροφόρησε το τριμελές κλιμάκιο, οι συζητήσεις με τους πληγέντες αφορούν βασικά τις δύσκολες εικόνες που υιοθέτησαν από τις πλημμύρες, ενώ η απώλεια και το πένθος για το χάσιμο με ό,τι γνώριζαν ως σπίτι μέχρι πρότινος, παραμένουν σταθερά στο προσκήνιο. «Όσο περνούσε ο καιρός, οι άνθρωποι που βίωσαν την απώλεια ”ανοίχτηκαν” περισσότερο. Το ένα βίωμα έφερε το άλλο. Μίλησαν για προσωπικές στιγμές που δεν είχαν άμεση σχέση με τις πλημμύρες και προέρχονταν από το μακρινό παρελθόν. Σίγουρα προκύπτουν πληγές που δεν έχουν κλείσει ακόμη. Μάλιστα πληγέντες που συμμετέχουν σε συζητήσεις, προτείνουν κι άλλα άτομα που ενδιαφέρονται να μιλήσουν για όσα βίωσαν», πρόσθεσαν.

Τα… μηνύματα που λαμβάνει το κλιμάκιο σχετικά με το πως νοιώθουν οι πληγέντες για την αντιμετώπιση των προκλήσεων από την Πολιτεία, είναι διφορούμενα. «Υπάρχουν κάτοικοι που έλαβαν κάποιες ενισχύσεις, είναι σχετικά ικανοποιημένοι. Είναι όμως, και αρκετά άτομα που δεν έχουν λάβει ποσά ενίσχυσης, ούτε το επίδομα ακόμη του ενοικίου. Μάλιστα ας προσθέσουμε ότι όλο αυτό το διάστημα έχουν λάβει μέχρι και λογαριασμούς για σπίτια που έχουν καταστραφεί και είναι εγκαταλελειμμένα», πρόσθεσαν τα μέλη του κλιμακίου.

«Στερούνται σημαντικών αγαθών που κάποτε απολάμβαναν»

Όσον αφορά την επόμενη -θολή- ημέρα, οι κάτοικοι στερούνται αγαθών που πριν εκδηλωθούν οι πλημμύρες, τις απολάμβαναν κανονικά. Συγκεκριμένα, τα μέλη του κλιμακίου επισημαίνουν ότι δεν έχει παραδοθεί ο προβλεπόμενος αριθμός κοντέινερ που έχει ζητηθεί από το Δήμο Παλαμά από την κεντρική διακυβέρνηση, με σκοπό την προσωρινή στέγαση κάποιων πληγέντων. «Μέχρι στιγμής έχουν έρθει ελάχιστα κοντέινερ, αναμένονται κι άλλα, έχει όμως καθυστερήσει η άφιξή τους. Ένα άλλο γεγονός που συνειδητοποιούμε με τον καιρό, είναι ότι μικρό ποσοστό ατόμων ηλικίας 80-90 ετών έχει εγκαταλείψει τις πληγείσες περιοχές. Ζουν πλέον μακριά από τη Θεσσαλία. Τους φιλοξενούν τα παιδιά τους, καθώς τους πρότειναν για ασφαλέστερη διαμονή τα δικά τους μέρη εν αντιθέσει με τα πληγωμένα χωριά», δήλωσαν.

«Σαν το σπίτι, δεν υπάρχει»

Αξιοσημείωτο είναι ότι, σύμφωνα με το κλιμάκιο Ψυχοκοινωνικής Υποστήριξης, οι πληγέντες δεν έχουν χάσει το ενδιαφέρον τους για το σπίτι, το οικείο κάποτε τοπίο, με το οποίο παραμένουν συναισθηματικά και ψυχικά δεμένοι. «Σαν το σπίτι, δεν υπάρχει. Αυτό τονίζουν επανειλημμένως οι πληγέντες στις συζητήσεις που διεξάγουμε. Μερικοί θα ήθελαν ακόμη και μια γωνιά να βρουν ξανά στο χωριό τους, ένα μόλις δωμάτιο για να βρίσκονται στο μέρος όπου μεγάλωσαν και εργάζονταν. Τους παιδεύει στο μυαλό η απόγνωση, με τί δηλαδή θα ξεκινήσουν πάλι τη ζωή τους, πώς θα κάνουν μια νέα αρχή…», σημείωσαν τα μέλη που βρίσκονται δίπλα τους.

Μάλιστα εδώ και καιρό έχουν δημοσιοποιηθεί κάποια χαρακτηριστικά στοιχεία από τη δράση του κλιμακίου Ψυχοκοινωνικής Υποστήριξης. Αρχικά, οι πρώτες βοήθειες ψυχικής υγείας παρασχέθηκαν σε 500 πληγέντες. Σε ορισμένα άτομα κρίθηκε η παροχή μεγαλύτερης στήριξης, συγκεκριμένα σε 245, εκ των οποίων οι 125 υποστηρίζονται ψυχολογικά, σε σταθερή βάση. Επίσης, πέρα από τη στήριξη που παρέχει το κλιμάκιο, προσφέρει συμβουλές και κατευθύνσεις στους πληγέντες σε διαδικασίες διεκπεραιωτικού χαρακτήρα, που αφορούν απο- ζημιώσεις, επιδόματα, συντάξεις κ.α.

Το τριμελές κλιμάκιο συνεχίζει σταθερά τις άμεσες επισκέψεις στις οικίες των πληγέντων, όσο και στα κοινοτικά γραφεία, παρέχοντας εφόσον χρειαστεί κανείς κατεύθυνση και μέσω τηλεφωνικής επικοινωνίας.