Τι απαντά ο Δρ. Μωχάμεντ Νταράουσε στην έκθεση των Ολλανδών για το βαμβάκι

Το πρόβλημα του νερού στη Θεσσαλία είναι γνωστό εδώ και πολλά χρόνια, δεν προέκυψε τώρα με τη μελέτη των Ολλανδών, τονίζει ο Δρ. Μωχάμεντ Νταράουσε.

Και προσθέτει: Ορισμένες επισημάνσεις είναι σωστές σχετικά με ορισμένα μέτρα για τον προσδιορισμό του προβλήματος, που αφορούν τη διαθεσιμότητα του νερού, τη σημαντική πτώση του υδροφόρου ορίζοντα και τους κινδύνους των πλημμυρών.

O Δρ. Νταράουσε

Σχετικά με την αναδιάρθρωση των καλλιεργειών και τον περιορισμό ή εγκατάλειψη ορισμένων καλλιεργειών, όπως το βαμβάκι και το καλαμπόκι και η αντικατάσταση τους με κηπευτικές καλλιέργειες ή άλλες που απαιτούν λιγότερο νερό που μπορεί να δώσουν καλύτερο εισόδημα στο παραγωγό είναι πολύ σχετικό.

Σχετικά με το βαμβάκι, οι Θεσσαλοί και οι βαμβακοπαραγωγοί έχουν θέσει εδώ και χρόνια το πρόβλημα με το νερό, χωρίς η πολιτεία να δώσει την ανάλογη σημασία για να δώσει λύσεις. Από το 2000 ως σήμερα η βαμβακοκαλλιέργεια έχει μειωθεί στη Θεσσαλία στο 47-48%, από 1.740.000 στρέμματα τότε, τα τελευταία χρόνια έχει σταθεροποιηθεί στα 800.000 στρέμματα περίπου. Συγκεκριμένα, στην Καρδίτσα μειώθηκε κατά 61%, στη Λάρισα 38%, στα Τρίκαλα 51% και στη Μαγνησία 28%.

Μειώθηκε για δύο λόγους ο ένας είναι το υψηλό κόστος παραγωγής και ο δεύτερος η διαθεσιμότητα του νερού που οδήγησε σε αύξηση του κόστους άρδευσης. Οι παραγωγοί έχουν στραφεί σε άλλες καλλιέργειες, όμως χωρίς καμία στρατηγική. Έτσι, ορισμένες από τις αυτές δεν έδωσαν το αναμενόμενο αποτέλεσμα στους παραγωγούς.

Η αντικατάσταση της βαμβακοκαλλιέργειας δεν είναι απλή υπόθεση. Πέρα από τις μεγάλες εκτάσεις που δεν μπορούν να καλυφθούν από κηπευτικά, ο παραγωγός έχει επενδύσει μεγάλα κεφάλαια σε γεωργικό εξοπλισμό και υποδομές, έχει ως τώρα μια διασφαλισμένη αγορά, ο παραγωγός γνωρίζει πολύ καλά την καλλιέργεια, είναι μια πλήρως μηχανοποιημένη καλλιέργεια και απαιτεί ελάχιστα εργατικά χέρια (εργάτες) που δεν υπάρχου, Πέρα από αυτά, στηρίζει πολλές εκκοκκιστικές επιχειρήσεις που έχουν επενδύσει στον τομέα αυτό, έχει μεγάλο κύκλο εργασιών και στηρίζει την εργασία, στον πρωτογενή, δευτερογενή και τριτογενή τομέα. Επίσης όλα αυτά τα χρόνια στηρίζει την τοπική και εθνική οικονομία με τις πολλές εισροές από εξαγωγές, ενισχύσεις και ευρωπαϊκά προγράμματα που αγγίζουν τα 1,2 δισεκατομμύρια ευρώ.

Συνεπώς, το θέμα έχει να κάνει και με την οικονομία και με την εργασία. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά καθιστούν πολύ δύσκολη την αντικατάστασή της. Κανείς δεν αμφιβάλλει ότι η διαθεσιμότητα του νερού και ο περιορισμός της χρήσης του είναι ένα πολύ σημαντικό θέμα για το παρόν και το μέλλον και θα πρέπει να συζητηθεί. Όμως όχι με τον τρόπο που τέθηκε για τις καλλιέργειες, χωρίς να τεθούν επί τάπητος και πιο σημαντικά θέματα.

Θα ήταν πιο γόνιμη η συζήτηση αν είχε στραφεί σε άλλα θέματα που έχουν σχέση με την εξοικονόμηση του νερού όπως: οι μεγάλες απώλειες από τα δίκτυα άρδευσης, το έλλειμα στα έργα υποδομών για αξιοποίηση του νερού από διάφορες πηγές ακόμη και των βροχών, τα συστήματα άρδευσης, όπως η κατάκλιση, που έχουν μεγάλες απώλειες, η σπατάλη στην άρδευση λόγω της έλλειψης στην ενημέρωση και στην εκπαίδευση των παραγωγών στη σωστή διαχείριση της άρδευσης, η μη υιοθέτηση περιβαλλοντικών συστημάτων στις καλλιέργειες, τα οποία μπορούν να συμβάλουν σημαντικά στη μείωση της κατανάλωσης του νερού, και τέλος η καθυστέρηση στη υιοθέτηση της νέας τεχνολογίας στη διαχείριση της άρδευσης για μείωση της σπατάλης.

Αν κάνουμε όλα αυτά πρώτα, που αφορούν τη σωστή διαχείριση του νερού και τη μείωση της χρήσης του, τα περισσότερα από τα οποία αφορούν τις αδυναμίες της πολιτείας, τότε θα είμαστε σε πιο πλεονεκτική θέση να αποφασίσουμε τί πρέπει να κάνουμε και πώς θα κάνουμε κατανομή των καλλιεργειών, σύμφωνα με τη διαθεσιμότητα του νερού. Έτσι, οι αποφάσεις μας θα είναι πιο ασφαλείς.

Το βαμβάκι είναι η πιο ανεκτική καλλιέργεια στην έλλειψη νερού. Κατά την περίοδο της λειψυδρίας στη Θεσσαλία, νομίζω 2007 και 2008, η μόνη καλλιέργεια στο Παλαμά – Καρδίτσας που άντεξε από 12 καλλιέργειες, ήταν το βαμβάκι. Έχει το πλεονέκτημα ότι μπορεί να παράγει μικρή παραγωγή με ελάχιστο νερό ή ξερική καλλιέργεια και συγχρόνως μπορεί να παράγει μεγάλη παραγωγή σε επάρκεια νερού. Η ανάγκη της καλλιέργειας σε νερό δεν είναι αυτή που περιγράφεται από κάποιους, που δεν γνωρίζουν την καλλιέργεια, ούτε έχουν ασχοληθεί ουσιαστικά.

Ορισμένοι μπερδεύουν τις ανάγκες σε άρδευση με τη συνολική κατανάλωση νερού και άλλοι μπερδεύουν την ανάγκη της καλλιέργειας με τη σπατάλη που γίνεται κατά κόρον στο βαμβάκι. Η σπατάλη είναι μια τακτική που ακολουθείται επιδιώκοντας κάποιος μια μεγάλη παραγωγή, χρησιμοποιώντας πρόσθετα χημικά για έλεγχο της καλλιέργειας, όπως οι ρυθμιστές ανάπτυξης, αυξάνοντας έτσι τις εισροές και το κόστος παραγωγής, χωρίς αποτέλεσμα. Η μείωση της κατανάλωσης νερού θα πρέπει να γίνεται με χρήση της στάγδην άρδευση (κίνητρα), με υιοθέτηση της νέας τεχνολογίας στην άρδευση, χρήση νέων περιβαλλοντικών συστημάτων, με χρήση στενότερων γραμμών σποράς και με στόχευση πάντα σε μια οικονομική και όχι μέγιστη παραγωγή, διότι στη μέγιστη παραγωγή, πέρα από τη σπατάλη του νερού, το κόστος παραγωγής αυξάνεται γεωμετρικά με αρνητικό οικονομικό αποτέλεσμα.

Η Ελλάδα, σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες που παράγουν βαμβάκι, καταλαμβάνει την 5η (πέμπτη) καλύτερη θέση στη συνολική κατανάλωση νερού (εξατμισοδιαπνοή), λόγω κλίματος. Η προστασία του περιβάλλοντας έχει ένα κόστος που δεν μπορεί να το επιβαρυνθεί ο παραγωγός με τη σημερινή κατάσταση της γεωργίας.

Δρ. Νταράουσε Μωχάμεντ
Τέως Προϊστάμενος του Εθνικού Κέντρου Ταξινόμησης Βάμβακος