Αποτυπώνοντας, την ίδια ώρα, την πιθανότητα πρόκλησης πολιτικού αδιεξόδου μετά το εκλογικό αποτέλεσμα του πρώτου γύρου, «η κυβέρνηση δεν μπορεί να κερδίσει τις εκλογές υπό αυτές τις συνθήκες, αλλά η αντιπολίτευση μπορεί να χάσει» σχολίασε χαρακτηριστικά ο Δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου. Αιτία η ανυπέρβλητη προσώρας δυσκολία των δυνάμεων της αντιπολίτευσης να θέσουν οριστικά τέλος στην «ενός ανδρός αρχή» του Ερντογάν με την επιλογή ενός κοινού υποψηφίου ως μοναδικού αντιπάλου του, μολονότι εδώ και σχεδόν ένα χρόνο όλες οι εκφράσεις της έκατσαν στο ίδιο τραπέζι, το «Τραπέζι των 6», προκειμένου να συντονίσουν δυνάμεις και δράσεις για την πολιτική αλλαγή στη γειτονική χώρα.
Το «Τραπέζι των 6»
Με διακηρυγμένο στόχο την αποδρομή του «νέο-Οθωμανισμού» του Ερντογάν και την επιστροφή σε ένα ενισχυμένο, κοινοβουλευτικό σύστημα τα έξι ισχυρότερα κόμματα της αντιπολίτευσης (CHP, IYI Party, Future Party, DEVA Party, Felicity Party και Δημοκρατικού Κόμματος) επιχειρούν συστηματικά τους τελευταίους μήνες να σφυρηλατήσουν μια ενιαία πολιτική προεκλογική πλατφόρμα, τη «Λαϊκή Συμμαχία», αποδεχόμενα ένα μίνιμουμ κοινών τόπων, όπως: η ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας, η απαλλαγή της Δικαιοσύνης από την πολιτική επιρροή και η μείωση του εκλογικού ορίου από το 7% στο 3% για την είσοδο των μικρών κομμάτων στο κοινοβούλιο, μολονότι για τον Economist η τουρκική αντιπολίτευση εξακολουθεί να παραμένει «χωρίς πηδάλιο».
Εκτός από την έλλειψη ενός τεκμηριωμένου οικονομικού προγράμματος, αλλά και την υιοθέτηση μιας ρητορικής ανοιχτής προσέλκυσης του εκλογικού ακροατηρίου του AKP (χαμηλού μορφωτικού και οικονομικού επιπέδου, σουνιτικών πεποιθήσεων στην πλειοψηφία του), η δυστοκία εντοπίζεται στην ανάδειξη μιας δυναμικής προσωπικότητας, ικανής για να παλέψει στην προεκλογική αρένα με την «εκλογική μηχανή» που καλείται Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, τη στιγμή που «η επιλογή του υποψηφίου από τη συμμαχία της αντιπολίτευσης θα μπορούσε να είναι το κλειδί για τις πιθανότητες νίκης τους», όπως επισημαίνει το Reuters, με την ύστατη προσπάθεια για την ανάδειξη προσώπου κοινής αποδοχής να καταβάλλεται τώρα στις 26 Ιανουαρίου.
Τη στιγμή μάλιστα που «οι δυτικοί ηγέτες θα χαρούν να δουν την πλάτη του Ερντογάν», όπως παρατηρεί το Politico, αρκούμενοι μέχρι το πέρας των προεδρικών εκλογών σε ασκήσεις ισορροπίας με την Άγκυρα, αν και φανερά ενοχλημένοι από τη σύσφιξη των σχέσεων του Τούρκου Προέδρου με το Ρώσο ομόλογό του, Βλαντιμίρ Πούτιν. Δεν αποτελεί, άλλωστε, κοινό μυστικό ότι τα κέντρα λήψης αποφάσεων στο βόρειο ημισφαίριο θα επιθυμούσαν διακαώς τη στροφή της Τουρκίας σε ένα πιο μετριοπαθές, φιλελεύθερο καθεστώς από την 15η Μαϊου και εξής, δεδομένης της ισχυρής ανάμειξης της γειτονικής χώρας στις διεθνείς υποθέσεις, σε σημείο να μπλοκάρει τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ με τη Σουηδία και τη Φινλανδία, παζαρεύοντας μέχρι τέλους τη θετική της ψήφο, εντός και εκτός της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας.
Σε αυτήν την προοπτική, ως ο νεότερος και πιο αποδεκτός από το διεθνές σύστημα, από ευρύτερα στρώματα της τουρκικής κοινωνίας, αλλά και από τις μειονοτικές, εθνοτικές ομάδες αναδεικνύεται ο Δήμαρχος Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, ο οποίος συσπείρωσε όλους τους «απέναντι» στον Τούρκο Πρόεδρο στις δημοτικές εκλογές του Μαρτίου του 2019. Η νίκη του έναντι του Γιντιρίμ Μπιλαλί, του εκλεκτού του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Κωνσταντινούπολη, προκάλεσε την οργή του «Σουλτάνου» και μαζί την ακύρωση και την επανάληψη των δημοτικών εκλογών σε 16 αστικά κέντρα της χώρας (μεταξύ των οποίων η Άγκυρα και η Σμύρνη), δίνοντας στο τέλος της ημέρας αέρα στα πανιά της κοσμικής αντιπολίτευσης, μετά την επεισοδιακή επικράτησή της. «Υπάρχει τώρα μια ισχυρή αφήγηση γύρω από τον Ιμάμογλου», τόνισε σχετικά η Αϊσέ Ζάρακολ, καθηγήτρια διεθνών σχέσεων στο Πανεπιστήμιο του Cambridge, στο πρακτορείο Reuters, καταγράφοντας την νέα πολιτική φάση στην Τουρκία.
Πολύ περισσότερο, όταν ο Εκρέμ Ιμάμογλου πατά στα χνάρια του ίδιου του Τούρκου Προέδρου, ο οποίος διετέλεσε Δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης από το 1994, έχοντας μάλιστα φυλακιστεί για ένα χρόνο το 1998 για την ανάγνωση ενός ισλαμιστικού ποιήματος, για να επιστρέψει κατόπιν νικητής στο Δήμο και τελικά τροπαιούχος στην εγχώρια κεντρική πολιτική σκηνή, καθώς εξελέγη πανηγυρικά Πρωθυπουργός της Τουρκίας το 2002 και ακολούθως Πρόεδρος το 2014. Μολαταύτα, η προσωπική εμπειρία του Ερντογαν από τη φυλάκισή του κατά τη διάρκεια της δημοτικής του θητείας, η οποία μετατράπηκε σε βατήρα για την κατάκτηση της κορυφής, δεν απέτρεψε τον Τούρκο Πρόεδρο από το να παρεμποδίσει εμμέσως τον φέρελπι Ιμάμογλου από την είσοδό του στην προεδρική κούρσα. Αντίθετα, χαρακτηριστικά πολιτικής δίωξης αναγνωρίζουν ολοένα και περισσότεροι αναλυτές πίσω από την σχεδόν τριετή ποινή φυλάκισης που επέβαλε στο σημερινό Δήμαρχο Κωνσταντινούπολης η τουρκική Δικαιοσύνη.
Η εμπρηστική, για σύσσωμη την τουρκική αντιπολίτευση, απόφαση, η οποία ελήφθη μόλις στις 14 του περασμένου Δεκεμβρίου «ανατίναξε» την προεκλογική κούρσα, καθώς ο Δήμαρχος Κωνσταντινούπολης φάνταζε ως ο ιδανικός υποψήφιος για την ενωμένη αντιπολίτευση, προορισμένος να συγκινεί ετερόκλητες εκλογικές μάζες. Σε περίπτωση, όμως, εκλογής του Εκρεμ Ιμάμογλου στην τουρκική Προεδρία, η τελεσίδικη απόφαση της Δικαιοσύνης θα επικρέμεται πάντα ως απειλή, καθώς θα έπεται της εκλογικής αναμέτρησης του Μάϊου.
Επικαλούμενη προσβολή των δικαστών στο Ανώτατο Εκλογικό Συμβούλιο (YSK), τους οποίους ο Ιμάμογλου φέρεται να αποκάλεσε «ηλίθιους» για την ακύρωση των δημοτικών εκλογών του 2019, η δικαστική απόφαση συσπείρωσε την ίδια ώρα τις όλες αντιπολιτευόμενες δυνάμεις γύρω από τον Δήμαρχο Κωνσταντινούπολης, σε σημείο που το Ινστιτούτο Brookings να διαβάζει τη δίωξή του ως μπούμερανγκ για τον Τούρκο Πρόεδρο, υπογραμμίζοντας πως «η απόφαση μοιάζει με το «faux pas» του Ερντογάν από το 2019, όταν το Ανώτατο Εκλογικό Συμβούλιο (YSK) ακύρωσε τις αρχικές τοπικές εκλογές και στη συνέχεια ο Ιμάμογλου κέρδισε τις επαναληπτικές εκλογές με ακόμη μεγαλύτερη διαφορά».
Πρωτίστως, όμως, εκτός από την σχεδόν τριετή ποινή φυλάκισης, ο Εκρέμ Ιμάμογλου αντιμετωπίζει ποινή της στέρησης των πολιτικών του δικαιωμάτων, η οποία θα κριθεί στο Εφετείο, ανοίγοντας με τα σημερινά δεδομένα καθαρό διάδρομο για έναν νέο εκλογικό θρίαμβο του «Σουλτάνου» Ερντογάν. Και αυτό, γιατί ο 72χρονος επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Κεμάλ Κιλιντζάρογλου, ο οποίος θεωρείται ως επικρατέστερος υποψήφιος του «Τραπεζιού των 6» σε περίπτωση απόρριψης του Ιμάμογλου, δεν διαθέτει στο ενεργητικό του εκλογικές νίκες, ενώ θεωρείται αμφίβολο αν θα αντέξει το «σκληρό ροκ» της προεκλογικής περιόδου, στοιχεία τα οποία τον καθιστούν τον πλέον αδύναμο αντίπαλο στα μάτια του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αλλά και του συνοδοιπόρου του στον κυβερνητικό συνασπισμό, Ντεβλέτ Μπαχτσελί, για αυτό και αμφότεροι δεν κρύβουν την προτίμηση τους σε μια ενδεχόμενη υποψηφιότητα Κιλιντζάρογλου από πλευράς της αντιπολίτευσης.
Σε περίπτωση, όμως, που δεν τελεσφορήσει η επιλογή του Κεμάλ Κιλιντζάρογλου ως υποψηφίου κοινής αποδοχής από μέρους της αντιπολίτευσης, ως έσχατη λύση προβάλλει η προεδρική υποψηφιότητα του Μητροπολιτικού Δημάρχου της Άγκυρας, Μανσούρ Γιαβάς, ο οποίος διαθέτει την έξωθεν καλή μαρτυρία ως προς τη διαφάνεια στη διαχείριση των οικονομικών του Δήμου, αλλά προκαλεί δεύτερες σκέψεις για το εθνικιστικό του παρελθόν, καθώς εξελέγη για πρώτη φορά στο δημαρχιακό θώκο το 1999 ως υποψήφιος με το Κόμμα Εθνικιστικού Κινήματος (MHP) του Μπαχτσελί, για να αποχωρήσει το 2013, βρίσκοντας στέγη στο Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP).
Χωρίς πλειοψηφία
Σημειωτέον ότι το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του Ερντογάν συγκυβερνά με το φθίνον στις τελευταίες δημοσκοπήσεις εθνικιστικό κόμμα του Μπαχτσελί (ΜΗΡ), γεγονός που εντείνει την αίσθηση ότι η πλειοψηφία των δύο κυβερνητικών εταίρων στο κοινοβούλιο θα δοκιμαστεί ισχυρά στις επικείμενες εκλογές του Μάϊου, χωρίς να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ο κυβερνητικός συνασπισμός να απωλέσει τελικά την πλειοψηφία του κοινοβουλευτικού σώματος, δηλαδή της Μεγάλης Εθνοσυνέλευσης.
Στην εύθραυστη κυβερνητική πλειοψηφία, η οποία βασίζεται στις 48 έδρες του κόμματος Μπαχτσελί, η απώλεια ακόμη και 1-2 κοινοβουλευτικών εδρών συνιστά πλέον κίνδυνο για τον Τούρκο Πρόεδρο. Άλλωστε, «στην Τουρκία αναμένουμε ότι ο πρόεδρος θα επανεκλεγεί, αλλά θα αντιμετωπίσει μια από τις πιο σκληρές δοκιμασίες της 20ετούς διακυβέρνησής του και είναι πιθανό να χάσει την πλειοψηφία του στο κοινοβούλιο», όπως προβλέπει ο Economist για το 2023, αντίθετα με την εκτίμηση του Γαλλικού Πρακτορείου Ειδήσεων που συστήνει να «μην ξεγράφεις ποτέ τον Ερντογάν», ακόμη και εντελώς αποδυναμωμένο σε προσωπικό και κοινοβουλευτικό επίπεδο.