Περίπου 80 εκατομμύρια ευρώ ετησίως θα χάνουν οι Θεσσαλοί αγρότες από το 2023 με την εφαρμογή της νέας ΚΑΠ, καθώς η αξία των δικαιωμάτων που σήμερα στην περιφέρειά μας είναι περί τα 55 με 58 ευρώ το στρέμμα, θα πέσει στα 35 με 38 ευρώ το στρέμμα.
Αυτή η διαφορά των 20 ευρώ το στρέμμα σε 4.000.000 στρέμματα που καλλιεργούνται σήμερα στη Θεσσαλία και δηλώνονται στο ΟΣΔΕ θα επιφέρει τη μείωση των 80 εκατομμυρίων ευρώ το χρόνο ή των περίπου 500 εκατομμυρίων ευρώ στο βάθος της 6ετίας που είναι ο ορίζοντας της νέας ΚΑΠ. Από αυτά περίπου 30 εκατομμύρια ευρώ ετησίως
θα χάνει ο νομός Καρδίτσας ή περί τα 200 εκατομμύρια ευρώ στην 6ετία,
καθώς στο Νομό καλλιεργούνται και δηλώνονται στον ΟΣΔΕ περί τα 1,5 εκατομμύρια στρέμματα.

Αλλά αυτό δεν είναι το χειρότερο σενάριο για τη νέα ΚΑΠ. Τα ακόμη χειρότερα έρχονται με την εφαρμογή της λεγόμενης «πράσινης συμφωνίας» (green deal) ή αλλιώς from farm
to fork (από το χωράφι στο πιάτο) σύμφωνα με την οποία θα πρέπει να αποσυρθούν σημαντικές δραστικές ουσίες, όπως εντομοκτόνα και ζιζανιοκτόνα, τα οποία με βάση μελέτη του ΕΣΥΦ θα σημάνουν μείωση της παραγωγής βάμβακος στη χώρα κατά 30%
(ή εκτόξευση του κόστους παραγωγής κατά 250%), μείωση παραγωγής κατά 40% στα αμπέλια, κατά 50% στην ελιά και κατά 60% σε ροδάκινα, μήλα και αχλάδια!
Η μελέτη δεν έχει συμπεριλάβει και άλλες σημαντικές καλλιέργειες για τη χώρα και τη Θεσσαλία που επίσης θα πληγούν όπως το αμύγδαλο, η βιομηχανική τομάτα και το φιστίκι.

Και αν για την ελιά και το αμπέλι υπάρχει η ελπίδα ότι θα ανασκευαστεί αυτή η συμφωνία προς το ηπιότερο, ενώ θα υπάρξει και σχετική έρευνα από τις εταιρείες φυτοφαρμάκων για εναλλακτικά βιολογικά σκευάσματα καθώς θίγονται τα συμφέροντα εκατοντάδων χιλιάδων αγροτών σημαντικών μεσογειακών χωρών με ισχυρό έρεισμα στην Ε.Ε. όπως η Γαλλία,
η Ισπανία και η Ιταλία, φαίνεται πως για το βαμβάκι και το ροδάκινο που καλλιεργούνται μόνο στην Ελλάδα η πορεία μας θα είναι απολύτως μοναχική.

Αξίζει να τονιστεί πως βαμβάκι και βιομηχανικό ροδάκινο είναι άκρως εξαγώγιμα προϊόντα για την Ελλάδα (εκκοκκισμένο και κομπόστα ροδάκινο είναι στην κορυφή των εξαγωγών της χώρας), αλλά οι εταιρείες βιοτεχνολογίας είναι προφανές ότι δεν θα διαθέσουν σημαντικούς πόρους για την έρευνα εναλλακτικών βιολογικών σκευασμάτων που θα υποκαταστήσουν τις δραστικές που πρόκειται να αποσυρθούν, διότι απλά το μερίδιο αγοράς στην παγκόσμια κατανομή της αγροτικής –εφοδιαστικής αλυσίδας της Ελλάδας είναι αμελητέο (μόλις το 2,5% της παγκόσμιας βαμβακοπαραγωγής κατέχει η Ελλάδα).

Το χειρότερο όλων όμως είναι ότι τις δραματικές αυτές επιπτώσεις δεν τις έχουν αντιληφθεί δυστυχώς ούτε οι Έλληνες ευρωβουλευτές, ίσως ούτε καν το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης που κατέθεσε μάλιστα πρόσφατα το εθνικό στρατηγικό σχέδιο για
τη νέα ΚΑΠ, χωρίς ούτε καν μία υποσημείωση για τις δραματικές συνέπειες που θα έχει
η «πράσινη συμφωνία» στον αγροτικό τομέα και την παραγωγική αλυσίδα της χώρας.

Ειδικά τέλος για το Νομό Καρδίτσας όπου το βαμβάκι είναι σχεδόν μονοκαλλιέργεια με περίπου 500.000 στρέμματα, το πλήγμα θα είναι τεράστιο για την αγροτική και κατ΄επέκταση την τοπική του οικονομία. Ο κίνδυνος είναι ορατός να καταρρεύσει η τοπική οικονομία και να αφανιστεί η ύπαιθρος της Καρδίτσας και μαζί της το συγκριτικό της πλεονέκτημα που είναι ο τεράστιος πρωτογενής τομέας της.

Είναι προφανές πως απαιτείται συστράτευση όλων των εμπλεκόμενων όπως
η διεπαγγελματική βάμβακος ή ο σύνδεσμος των βιομηχανιών παραγωγής κομπόστας
ή βρώσιμης ελιάς, προκειμένου να ασκηθούν πιέσεις προς την ΕΕ που διέπεται από μία μυωπική οικολογική θεώρηση των πραγμάτων, η οποία στερείται ρεαλισμού και κυρίως
δεν απαντά στα σύγχρονα αιτήματα, ενός κόσμου που μετά την πανδημία έχει αλλάξει άρδην και το κυρίαρχο δεν είναι μόνο ο κομφορμισμός ή η προτεσταντική ηθική που ευνοεί την παραγωγή των βιολογικών προϊόντων, αλλά κι η διατροφική αυτάρκεια της Ευρώπης.
«Ν.Α.»