Έγινε λοιπόν ΤΟ θέμα αν θα κάνουμε φέτος «Πάσχα στο χωριό»…. Οι τίτλοι εύγλωττοι:

«Δύσκολο το Πάσχα στο χωριό», «δεύτερες σκέψεις για το Πάσχα στο χωριό» ή «απομακρύνεται το ενδεχόμενο για Πάσχα στο χωριό». Όλα τα άλλα τα έχουμε λύσει, αλλά ο καημός είναι αν θα εκδράμουν, οι Αθηναίοι κυρίως στους τόπους καταγωγής, για να συναντήσουν συγγενείς και φίλους από τα παιδικά χρόνια και να ζωντανέψουν για λίγα 24ωρα την ελληνική ύπαιθρο. Αλλά για ποιο χωριό μιλάμε; Στην περίπτωση της Θεσσαλίας, μπορεί να είναι το χτυπημένο από την πλημμύρα του «Ιανού» χωριό ή το σεισμόπληκτο, το χωριό όπου καταστράφηκαν όλες οι καλλιέργειες από τον παγετό και οι αγρότες κάτοικοι του βρίσκονται σε απόγνωση.

Το χωριό όπου οι εκκλησιές έχουν αφεθεί να ρημάξουν από το φθοροποιό χρόνο και τα δημοτικά σχολειά, έγιναν χορταριαμένα ερείπια, μνήμες του πάλαι ποτέ ένδοξου παρελθόντος, όταν κάποτε έσφυζαν από ζωή. Το χωριό όπου έκλεισαν τα καφενεία εδώ και πολλά χρόνια και όπου οι περισσότεροι κάτοικοι είναι υπέργηροι, άρα έχουν κατά πάσα πιθανότητα κάνει το εμβόλιο, συνεπώς από την άποψη αυτή υπάρχει μια κάποια ασφάλεια ότι δεν θα υπάρξει η διάδοση του covid σε ευαίσθητες ηλικιακά ομάδες. Τα χωριό λοιπόν όπου σε αρκετές περιπτώσεις οι μοναδικοί νέοι ηλικιακά κάτοικοι είναι κάποιες οικογένειες μεταναστών από τα Βαλκάνια (από Αλβανία και Βουλγαρία κυρίως) που εργάζονται στα χωράφια…

Εξαίρεση ίσως τα κτηνοτροφικά χωριά. Πάσχα στο χωριό λοιπόν, ενώ η Καρδίτσα παραμένει στο «βαθύ κόκκινο» με τους εμπόρους και τους καταστηματάρχες εστίασης να διανύουν τον δικό τους παρατεταμένο «Γολγοθά» που ξεκίνησε από τις πλημμύρες του Σεπτέμβρη και συνεχίστηκε όλο αυτό το διάστημα των επόμενων 6 μηνών. Πάσχα στη λησμονημένη ελληνική ύπαιθρο, στο χωριό που ενώ θα έπρεπε να αποτελεί την ατμομηχανή της παραγωγής πραγματικού πλούτου για τη χώρα, αποτελεί απλά το ντεκόρ για το νέο κόσμο εικονικής πραγματικότητας που κυριάρχησε ακόμη περισσότερο στην εποχή της πανδημίας. Πάσχα στο χωριό αντί της πόλης για να εκπληρώσουμε το χρέος προς την ξεχασμένη Ελλάδα.

Από την Ελλάδα της μεταπρατικής οικονομίας και των ραντιέρηδων του χρήματος, των γραφειοκρατών του αθηναϊκού κράτους, στην ελληνική επαρχία για τη μυρωδιά του ντόπιου οβελία, του γιασεμιού και του ασβέστη, για ένα χαμόγελο από τα χαροκαμένα πρόσωπα των ηλικιωμένων και λησμονημένων χωρικών γνήσιο και όχι επιτηδευμένο. Για την Καρδίτσα πάντως θα είναι μία ηθική τόνωση η επιστροφή των ετεροδημοτών, έστω και για λίγες ημέρες, πάντα με την τήρηση των μέτρων ασφάλειας, στα χωριά. Το σμίξιμο παιδιών με τους παππούδες και τα εγγόνια. Έστω και αν το ελληνικό χωριό κάποιοι το θυμούνται μόνο το Πάσχα…

«Ν.Α.»