Τη λήψη ουσιαστικών μέτρων οικονομικής στήριξης του κλάδου που έχει υποστεί τεράστιες ζημιές και αντιμετωπίζει ανυπέρβλητα προβλήματα, ζητούν οι Καρδιτσιώτες ιδιοκτήτες τουριστικών γραφείων και λεωφορείων, των οποίων κινητοποίηση βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε εξέλιξη.
Συγκεκριμένα, οι επαγγελματίες του κλάδου συγκεντρώθηκαν έξω από τον Ι. Ναό Κοίμησης της Θεοτόκου και στη συνέχεια με τα λεωφορεία τους σε πομπή πραγματοποίησαν κινητοποίηση σε κεντρικούς δρόμους της πόλης.
«Χειρόφρενο» στους πιο παραγωγικούς μήνες
Όπως σημειώνουν οι επαγγελματίες, πέρα από τα ξενοδοχεία και τα αεροπορικές μεταφορές, δεν έχει ακουστεί κανένα μέτρο από την κυβέρνηση για τις οδικές μεταφορές επιβατών- τουριστών με τα τουριστικά λεωφορεία δημοσίας χρήσεως.
Επί δυόμισι μήνες, ο κλάδος βιώνει την απόλυτη αδράνεια και ήταν από τους πρώτους που επλήγησαν από την εξάπλωση της πανδημίας. Το σύνολο σχεδόν των ιδιοκτητών τουριστικών γραφείων, έχει ακινητοποιήσει τα οχήματα τους, σε μια περίοδο (Μάρτιος- Μάιος) που θεωρούνται από τους πιο παραγωγικούς.
«Χαμένη χρονιά»
«Θα πρέπει να θεωρούμε δεδομένο πως η κανονικότητα στον κλάδο μας, θα αργήσει να επιστρέψει. Ήδη το 2020 θα πρέπει να θεωρείται για τις επιβατικές οδικές μεταφορές μια “χαμένη χρονιά” αφού θα είναι πολύ δύσκολο να γίνει ξανά ένα ταξίδι, με ένα τουριστικό λεωφορείο, με τα σφιχτά υγειονομικά πρωτόκολλα που ισχύουν και φυσικά και οι πελάτες θα είναι δύσπιστοι στην μαζική μεταφορά (εκδρομή με τουριστικό λεωφορείο)» τονίζουν.
Σε ότι αφορά τα μέτρα, υπογραμμίζουν ότι πρέπει να ληφθούν τα εξής:
1. Η επιδότηση/αποζημίωση των ιδιοκτητών τουριστικών λεωφορείων (τουριστικά γραφεία και Τ.Ε.Ο.Μ.) με ένα σημαντικό ποσό, από την πολιτεία , μη επιστρεπτέο, όπως συνέβη σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες (π.χ. Γερμανία €14.000 σε κάθε επιχείρηση). Δεν χρειαζόμαστε δάνεια, που δεν θα είμαστε σε θέση να αποπληρώσουμε.
2. Η μόνιμη μείωση του Φ.Π.Α. στις οδικές μεταφορές στο 13% (από το 24% που το αύξησε η προηγούμενη κυβέρνηση το 2015 μέσα σε μια νύχτα).
3. Το πάγωμα πληρωμής τρεχουσών οφειλών και ρυθμίσεων σε εφορία και ασφαλιστικά ταμεία έως την επιστροφή των επιχειρήσεων στην ομαλότητα (τουλάχιστον ως το καλοκαίρι του 2021).
4. Η μείωση των τελών κυκλοφορίας ή τουλάχιστον η εξίσωση με τα ΚΤΕΛ. (Αυτή την στιγμή τα τέλη κυκλοφορίας των τουριστικών λεωφορείων είναι 595€ των δε ΚΤΕΛ 300€) .
5. Η ασφάλιση των λεωφορείων μας καθίσταται δύσκολη αν όχι αδύνατη, λόγω της μη κίνησης αυτών. Θα πρέπει οι ασφαλιστικές εταιρίες να δούνε το πρόβλημα και οι τιμές των ασφαλίστρων να εξισωθούν με τα ΚΤΕΛ (να παρέμβει το κράτος).
6. Τα διόδια να πηγαίνουν ανάλογα με τις θέσεις και όχι με το ύψος(άνω των 2 μέτρων) του οχήματος. Για παράδειγμα minibus 17 επιβατών πληρώνει ίδια διόδια με λεωφορείο 50 επιβατών.
7. Η παράταση του ορίου ηλικίας διαγραφής των τουριστικών λεωφορείων. Αυτή την στιγμή είναι στα 27 χρόνια, όμως δεδομένων των συνθηκών, είναι σήμερα απαγορευτικό για αρκετούς συναδέλφους να αντικαταστήσουν τα λεωφορεία τους. Η παράταση 3 ετών που ζητάμε θεωρούμε ότι είναι επιβεβλημένη. Όπως συμβαίνει άλλωστε και στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής ένωσης.
8. Να εξισωθεί ο μισθός των υπαλλήλων τουριστικών γραφείων όπως των υπολοίπων επιχειρήσεων. Ένας υπάλληλος τουριστικού γραφείου αμείβεται περισσότερο σε σχέση με έναν υπάλληλο σε λογιστικό γραφείο.
9. Η υποκλοπή έργου από τα υπεραστικά λεωφορεία. Η επόμενη μέρα θα μας βρει όλους σοβαρά πληγωμένους. Ζητούμε να υπάρξει παρέμβαση και στα Υπουργεία Μεταφορών και Παιδείας για το θέμα ιδιαίτερα των σχολικών εκδρομών και μισθώσεων λεωφορείων. Ενώ το έργο των υπεραστικών λεωφορείων είναι αποκλειστικά η δημόσια συγκοινωνία, πάντα υπάρχει από τον νομοθέτη ένα “παράθυρο” σε κάθε νόμο, είτε ένα “και” ή “κατ’ εξαίρεση” ή “χερσαία μέσα” που αφήνει αοριστία στην ερμηνεία του νόμου. Αποτέλεσμα είναι τα υπεραστικά λεωφορεία να υποκλέπτουν έργο από τα τουριστικά. Πρέπει λοιπόν και αυτό να ξεκαθαριστεί.
Περιμένουμε σαν κλάδος, ιδιαίτερα πληττόμενος, τις αποφάσεις της πολιτείας, ώστε οι επιχειρήσεις – ιδιοκτήτες τουριστικών λεωφορείων (τουριστικά γραφεία και Τ.Ε.Ο.Μ.), να επιβιώσουν από τις συνέπειες της πανδημίας, αλλά και οι υπάλληλοι των επιχειρήσεων αυτών να μπορέσουν να παραμείνουν και να συνεχίσουν την εργασία τους».