«Η νομοθεσία μας είναι πλήρης. Προβλέπει με ακρίβεια σε κάθε περίπτωση τι πρέπει να κάνουμε και τι δεν πρέπει. Εδώ κάναμε ό,τι δεν έπρεπε να κάνουμε». Αυτό επισημαίνει ο Βασίλης Κοκοτσάκης, ο ειδικός πραγματογνώμονας σε θέματα πυρκαγιών, ο οποίος ορίστηκε ως Τεχνικός Σύμβουλος του Συλλόγου Οικογενειών Θυμάτων δυστυχήματος Τεμπών και είναι ο άνθρωπος, ο οποίος συνέταξε την έκθεση που ανέφερε την ύπαρξη εκρηκτικών ουσιών, που προέκυψε από την ανάλυση από το Γενικό Χημείο του Κράτους σε προσωπικά αντικείμενα ορισμένων θυμάτων.
Με την τελική τεχνική έκθεσή του, η οποία παραδόθηκε στις ανακριτικές αρχές της Λάρισας, προκειμένου να αξιοποιηθεί αλλά και να ενσωματωθεί στη σχετική δικογραφία, έρχεται να επιβεβαιώσει για ακόμα μία φορά ότι η αλλοίωση του χώρου με το «μπάζωμα» και την άτακτη μεταφορά υλικών από τον χώρο της τραγωδίας, ίσως και να έχει μη αναστρέψιμα αποτελέσματα για τη διακρίβωση της αλήθειας.
Από την έκθεση προκύπτει μεταξύ άλλων πως ό,τι απέμεινε από τα τρία βαγόνια-κοντέινερ της εμπορευματικής αμαξοστοιχίας, τα οποία βρέθηκαν στο μάτι του κυκλώνα της «πυρόσφαιρας», που αναλυτικά περιγράφει και θα μπορούσαν να δώσουν σημαντικά στοιχεία, δεν σημάνθηκαν ποτέ και δεν μπορούν να ταυτοποιηθούν. «Στο Κουλούρι βρίσκονται όσα απέμειναν ατάκτως ερριμμένα, εκτεθειμένα στις καιρικές συνθήκες, στις πλημμύρες του Ντάνιελ», λέει ο κ. Κοκοτσάκης προσθέτοντας ότι ουδείς φρόντισε να σημανθούν. Αποτέλεσμα ήταν οι λαμαρίνες που στοιβάχτηκαν η μία πάνω στην άλλη να μην μπορούν να αντιστοιχιστούν με βαγόνια.
Ο ίδιος προσπαθεί μέσω της τεχνικής του έκθεσης να ρίξει φως και στο τι δεν έγινε: «Βασικό στοιχείο της έρευνας είναι και η παρεμπόδισή της. Η μη τήρηση των απαραίτητων μέτρων για να διαφυλαχθεί η έρευνα, η οποία κανονικά ξεκινά από τη στιγμή του συμβάντος μέχρι την ώρα που ολοκληρώνεται. Αν βαθμομετρούσαμε σε κλίμακα από το 1 έως το 10, θα λέγαμε ότι βρισκόμαστε ήδη στο 11. Εχουμε πλέον ελάχιστη αν όχι μηδενική πιθανότητα να πάρουμε αξιόπιστα δείγματα από τους χώρους. Γι’ αυτό είναι κρίσιμο να αναλυθούν περαιτέρω τα προσωπικά αντικείμενα των θυμάτων, τα οποία διατηρήθηκαν όπως θα έπρεπε από την Τροχαία».
Ο κ. Κοκοτσάκης προσθέτει ότι στο εξωτερικό υπάρχουν εργαστήρια που μπορούν να προσομοιώσουν και να αναλύσουν τα δείγματα, δεδομένου πως εκεί θεωρούν αυτονόητο σε μία τραγωδία με 57 θύματα να τηρούν απαρέγκλιτα το πρωτόκολλο.
Οσο για το μπάζωμα του χώρου, η τεχνική έκθεση είναι καταπέλτης: «Ο χώρος “μολύνθηκε” γιατί πέραν των απολύτως απαραίτητων εργασιών διευθέτησης για επιχειρησιακούς λόγους που αναγκαστικά έγιναν, αλλοιώθηκε κιόλας αφού ικανή έκταση περίπου 2 στρεμμάτων μπαζώθηκε με φερτά υλικά όπως χαλίκια και μπετόν.
Κυρίως όμως το σημείο στο οποίο είχαν καταπέσει τμήματα (συντρίμμια) της επιβατικής αμαξοστοιχίας, αλλά και απόβλητα ή κατάλοιπα καύσης παρασυρμένα από τα νερά πυρόσβεσης, ίσως όμως και βιολογικό υλικό ανθρώπων, μπαζώθηκε με επιμελή και μόνιμο τρόπο, δηλαδή αφαίρεση του χώματος σε ικανό βάθος, πάχτωσή του με χοντρά εμποτισμένα χαλίκια λατομείου και κάλυψη με σκυρόδεμα επίσης ικανού πάχους.
Η ενέργεια αυτή δυσχεραίνει, αν δεν αποκλείει κιόλας, την έρευνα στο σημείο εκείνο και κυρίως τη λήψη δειγμάτων που ίσως βοηθούσαν στη διαφώτιση αρκετών από τα ερωτήματα της έρευνας», αναφέρει η έκθεση.
Οι δυσχέρειες στην έρευνα
Μεγάλο μέρος της τεχνικής έκθεσης καλύπτουν οι δυσχέρειες που αντιμετωπίστηκαν κυρίως από το μπάζωμα του χώρου. Αναφέρεται συγκεκριμένα πως είναι κρίσιμη η διατήρηση του χώρου αναλλοίωτου όπως ακριβώς διαμορφώθηκε από το συμβάν, αφού όλα τα ευρισκόμενα στον χώρο αυτόν υλικά (οργανικά και ανόργανα) θεωρούνται πειστήρια.
Ακόμα και οι παρεμβάσεις λόγω ανωτέρας βίας πρέπει να ακολουθούν συγκεκριμένο πρωτόκολλο. Δηλαδή να χαρτογραφείται ο χώρος, τα μετακινούμενα υλικά να σημαίνονται, να φωτογραφίζονται και να καταγράφονται και οι ενέργειες αυτές να βιντεοσκοπούνται.
Ωστόσο στην περίπτωση των Τεμπών, πέραν της «μόλυνσης του χώρου», διαπιστώθηκε ότι:
-Τα αντικείμενα – πειστήρια (συντρίμμια, χώματα) που μετακινήθηκαν από τον τόπο του συμβάντος έπρεπε να διαφυλαχτούν και προστατευτούν τόσο από τις καιρικές συνθήκες όσο και από τυχόν απόπειρά αλλοίωσης ή αφαίρεσης, μέτρα που δεν λήφθηκαν στον βαθμό που θα εξασφάλιζε την έγκαιρη – ασφαλή και αδιαμφισβήτητη έρευνα επ’ αυτών και τη διατήρηση τυχόν υπολειμμάτων – στοιχείων που θα βοηθούσαν προς τούτο.
-Ο τρόπος και η επιλογή των χώρων από τους οποίους ελήφθησαν τα δείγματα για χημική ανάλυση είναι μεθοδολογικά μη ορθός, γιατί τα περισσότερα δείγματα έχουν ληφθεί από το βόρειο τοιχίο αντιστήριξης και όχι από τον χώρο που έγινε η καύση – έκρηξη. (Πιθανότατα δεν ελήφθησαν, γιατί ο χώρος είχε διαμορφωθεί και αλλοιωθεί και υπήρχε και χρονική καθυστέρηση λήψης δειγμάτων, γεγονός που καθιστούσε πλέον τα δείγματα επισφαλή και όχι αντιπροσωπευτικά.
-Δεν ελήφθησαν έγκαιρα δείγματα λαμαρινών με αιθάλες από τα κοντέινερ εμπορικής, κυλικείο επιβατικής, που αποδεδειγμένα συμμετείχαν στο φαινόμενο της πυρόσφαιρας, για ανάλυση και διαπίστωση υλικών καύσης.