Ενέργεια, απαιτήσεις ΚΑΠ και κλίμα θα καθορίσουν το μέλλον του ελληνικού βαμβακιού


του Δρος Μωχάμεντ Νταράουσε, προϊσταμένου Εθνικού Κέντρου
Ποιοτικού Ελέγχου Βάμβακος, ΕΛΓΟ-Δήμητρα Καρδίτσας

Τα τελευταία χρόνια, έχουν γίνει σημαντικά βήματα για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της βαμβακοκαλλιέργειας, όπως η βελτίωση της ποιότητας, η πιστοποίηση του προϊόντος με συστήματα AGRO του ΕΛΓΟ-Δήμητρα και η αναγνώρισή του από το BCI με πρωτοβουλία των ΔΟΒ και ΠΕΕΕΒ, η κατοχύρωση του ευρωπαϊκού σήματος στο βαμβάκι με πρωτοβουλία της ΠΕΕΕΒ σε συνεργασία με την Ισπανία και, τέλος, η καλύτερη οργάνωση της παραγωγής, με τη λειτουργία των ομάδων και οργανώσεων παραγωγών.
Στα βήματα αυτά έχουν συμβάλει το ΥΠΑΑΤ, με την Ομάδα Εργασίας Βάμβακος που λειτουργεί από το 2017, η ΔΟΒ και η ΠΕΕΕΒ και ο ΕΛΓΟ-Δήμητρα που έχει αναπτύξει συνεργασίες με τους παραπάνω φορείς. Τέλος, σημαντικό ρόλο έπαιξε το Εθνικό Κέντρο Βάμβακος με την εκτέλεση των τριών προγραμμάτων ποιότητας από το 2016 έως σήμερα, τα οποία και θα συνεχιστούν μέχρι το 2026.
Επίμονες αδυναμίες
Παρά όλα τα θετικά βήματα που έχουν γίνει, παραμένουν κάποιες αδυναμίες που αφορούν κυρίως την οργάνωση και τις συνεργασίες. Η μεγαλύτερη αδυναμία είναι το υψηλό κόστος παραγωγής σε σχέση με όλες τις υπόλοιπες ανταγωνιστικές χώρες που παράγουν βαμβάκι. Μια άλλη αδυναμία που αφορά την ποιότητα είναι η χαμηλή αναλογία λευκού κυτίου χρώματος, η οποία οφείλεται εν μέρει στις κλιματολογικές συνθήκες, αλλά συγχρόνως και στην κακή διαχείριση του προϊόντος από δυο ή τρεις πλευρές που διαχειρίζονται το προϊόν (παραγωγοί, εκκοκκιστικές επιχειρήσεις, ίσως και οι μεσίτες).
Ένα άλλο ζήτημα που αφορά την ποιότητα είναι η αυξημένη αναλογία των ξένων υλών που έχει προκύψει τα τελευταία χρόνια, η οποία και αυτή οφείλεται στην κακή διαχείριση του προϊόντος. Τα υπόλοιπα ποιοτικά χαρακτηριστικά του ελληνικού βαμβακιού είναι πολύ καλά (αντοχή και μήκος ινών, λεπτότητα, neps, ωριμότητα και ποσοστό κοντών ινών). Έτσι, για το έτος 2021, η ποιότητα του προϊόντος ήταν πολύ καλή, με εξαίρεση το κυτίο χρώματος που αναφέρθηκε παραπάνω.
Οι άστατες καιρικές συνθήκες το 2021, μια ιδιότητα του ελληνικού κλίματος, προκάλεσαν σημαντική διαφοροποίηση μεταξύ των περιοχών του ίδιου νομού ή περιφερειών στην ποιότητα και στη στρεμματική απόδοση. Παρά τα μικροπροβλήματα, το έτος 2021 ήταν μια πολύ θετική χρονιά για την καλλιέργεια και το άλμα στις χρηματιστηριακές τιμές έδωσε μια ανάσα στους παραγωγούς και στις επιχειρήσεις.
Προκλήσεις βιωσιμότητας
Το μέλλον του ελληνικού βαμβακιού, λόγω του υψηλού κόστους παραγωγής παραμένει σε εξάρτηση από το ύψος των ενισχύσεων και από τις χρηματιστηριακές τιμές. Πέρα από τις γνωστές αδυναμίες, η βαμβακοκαλλιέργεια έχει να αντιμετωπίσει τρεις προκλήσεις που έχουν προκύψει πρόσφατα, οι οποίες μπορεί να επηρεάσουν τη μελλοντική βιωσιμότητα του προϊόντος σε περίπτωση που δεν θα ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα.
✱ Η πρώτη αφορά τη μεγάλη αύξηση του κόστους ενέργειας, όπως του ηλεκτρικού ρεύματος και των υγρών καυσίμων, η οποία έχει ως συνέπεια την αύξηση του κόστους παραγωγής για την τρέχουσα καλλιεργητική περίοδο. Η αύξηση του κόστους ενέργειας έχει παρασύρει ανοδικά τις τιμές των αγροεφοδίων, κυρίως των λιπασμάτων, των φυτοπροστατευτικών προϊόντων και του σπόρου σποράς.
Επίσης, οι υψηλές τιμές της ενέργειας θα έχουν ως συνέπεια τη μεγάλη αύξηση του κόστους άρδευσης, το οποίο ήδη ήταν υψηλό σε ορισμένες περιοχές όπως π.χ. στη Λάρισα (50-70 ευρώ/στρέμμα). Το κόστος παραγωγής, που ήταν αρκετά υψηλό, πριν από τις νέες αυξήσεις στην ενέργεια, θα αποτελέσει ένα αγκάθι για τη μελλοντική βιωσιμότητα της καλλιέργειας σε ορισμένες περιοχές. Συνεπώς, το μέλλον της καλλιέργειας θα εξαρτηθεί από τις χρηματιστηριακές τιμές στα επόμενα χρόνια και το πρόβλημα θα ξεπεραστεί σε περίπτωση που οι τιμές χρηματιστηρίου θα παραμένουν στα ίδια ή κοντά στα υψηλά επίπεδα του 2021, διαφορετικά θα αποτελέσει έναν περιοριστικό παράγοντα, κυρίως στις περιοχές που έχουν πρόβλημα στη διαθεσιμότητα του νερού.
✱ Η δεύτερη πρόκληση είναι η πράσινη συμφωνία και οι περιβαλλοντικές απαιτήσεις της νέας ΚΑΠ. Ο περιορισμός στη χρήση φυτοπροστατευτικών προϊόντων και άλλων σκευασμάτων ίσως να επηρεάσει το κόστος παραγωγής, ενώ συγχρόνως μπορεί να δημιουργήσει αδυναμίες στην αντιμετώπιση ασθενειών, εντομολογικών προσβολών, ζιζανίων και στην απολύμανση του σπόρου σποράς.
Ο περιορισμός στη χρήση χημικών σκευασμάτων ενδεχομένως να αποτελέσει περιοριστικό παράγοντα στη διαχείριση της καλλιέργειας, όπως στην αποφύλλωση και στον έλεγχο της βλαστικής ανάπτυξης. Οι ρυθμιστές ανάπτυξης (pix) και τα αποφυλλωτικά, σε μια οριακή ζώνη, όπως είναι η Ελλάδα, αλλά και λόγω της κλιματικής αλλαγής, είναι απαραίτητα σκευάσματα για την κατάλληλη διαχείριση της καλλιέργειας και η χρήση τους σχετίζεται όχι μόνο με την παραγωγή, αλλά και με την ποιότητα του παραγόμενου προϊόντος. Η μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, όπως η μείωση των εκπομπών του CO2, ως απαιτήσεις της νέας ΚΑΠ και της πράσινης συμφωνίας, απαιτούν εισαγωγή νέων συστημάτων καλλιέργειας, η υιοθέτηση των οποίων από τους παραγωγούς απαιτεί χρόνο και εκπαίδευση.
✱ Η τρίτη πρόκληση είναι η κλιματική αλλαγή. Η κλιματική αλλαγή, όπως φάνηκε τα προηγούμενα έτη, θέτει σε ρίσκο την παραγωγή, αλλά και την ποιότητα του παραγόμενου προϊόντος, π.χ. ο παρατεταμένος καύσωνας του 2021 προκάλεσε αισθητή αύξηση του micronaire (πιο χονδρή ίνα), μάλιστα σε ορισμένες περιοχές και ποικιλίες πάνω από το επιθυμητό όριο της αγοράς (>4,8-4,9).
Οι βροχοπτώσεις που σημειώθηκαν σε ορισμένες περιοχές, λίγο πριν από τη συλλογή, υποβάθμισαν το κυτίο χρώματος, αλλά προκάλεσαν την απώλεια ενός μέρους της παραγωγής.
Συλλογικά σχήματα και γεωργία ακριβείας
Οι τρεις αυτές προκλήσεις φέρνουν τη βαμβακοκαλλιέργεια σε μια νέα φάση με μεγαλύτερες απαιτήσεις, όπως ο καλύτερος σχεδιασμός και η καλύτερη οργάνωση της παραγωγής. Η δημιουργία συλλογικών σχημάτων παραγωγής γίνεται πιο επιτακτική για την αντιμετώπιση των νέων προκλήσεων, με στόχο την καλύτερη οργάνωση και μείωση του κόστους παραγωγής. Τα συλλογικά σχήματα θα συμβάλουν συγχρόνως στην επιτάχυνση της υιοθέτησης της γεωργίας ακριβείας για τη διαχείριση της καλλιέργειας με χαμηλότερο κόστος.
Επίσης, μπορεί να συμβάλουν στη μείωση της σπατάλης και των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, ως απαιτούμενη ενέργεια για τη νέα ΚΑΠ και την πράσινη συμφωνία. Μέσω των συλλογικών σχημάτων μπορεί να παραχθεί προϊόν καλύτερης ποιότητας, τυποποιημένο και πιστοποιημένο σε μετρήσιμες ποσότητες για την αγορά και ενδεχομένως να συμβάλουν σε πιο αποτελεσματική εκπαίδευση των παραγωγών.
Πέρα από τα παραπάνω, θα πρέπει σταδιακά να στραφούμε σε νέα συστήματα καλλιέργειας που μειώνουν τις εκπομπές του CO2 και διατηρούν την ποιότητα του εδαφικού συστήματος, όπως η αναγεννητική γεωργία ή άλλα συστήματα καλλιέργειας που έχουν προταθεί. Για τη στήριξη της μελλοντικής βιωσιμότητας του προϊόντος, απαιτούνται συλλογικές δράσεις και συνεργασίες μεταξύ φορέων (όπως τα ερευνητικά κέντρα, πανεπιστήμια, υπηρεσίες του ΥΠΑΑΤ) και οργανώσεων παραγωγών.